Quantcast
Ποιοι απειλούνται από την κατάρρευση της βραζιλιανικής οικονομίας; - enikonomia.gr
share

Ποιοι απειλούνται από την κατάρρευση της βραζιλιανικής οικονομίας;

δημοσιεύτηκε:

του Ρότζερ Κόεν*

Όταν εργαζόμουν ως ανταποκριτής στη Βραζιλία, πριν από 30 χρόνια, ο πληθωρισμός κάλπαζε. Από το 1985 ως το 1989, ο ετήσιος μέσος όρος του ήταν 707,4%. Οι μισθοί των φτωχών εξατμίζονταν λίγες ώρες μετά την καταβολή τους. Όσο ζούσα στο Ρίο, η χώρα γνώρισε τρία νομίσματα, το κρουζέιρο, το κρουζάδο και το νέο κρουζάδο. Το καλαμπούρι που κυκλοφορούσε ήταν ότι η μόνη διέξοδος για τους Βραζιλιάνους ήταν το διεθνές αεροδρόμιο.

Ο Αντόνιο Κάρλος Ζομπίμ, συνθέτης του περίφημου τραγουδιού «Το κορίτσι από την Ιπανέμα», είπε κάποτε ότι η Βραζιλία δεν είναι για αρχάριους. Ούτε τώρα είναι. Πρόκειται για μια τεράστια χώρα, μια τροπική εκδοχή των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου ένα χάσμα χωρίζει τους πλούσιους από τους φτωχούς. Η εγκληματικότητα είναι υψηλή. Η ζωή είναι φτηνή. Η προσαρμόζεσαι ή πεθαίνεις.

Ο Έντμαρ Μπάτσα, ένας φίλος οικονομολόγος, έχει επινοήσει τον όρο «Βελγινδία» για να περιγράψει τη Βραζιλία -ένα εύπορο Βέλγιο σκαρφαλωμένο πάνω σε μια φτωχή Ινδία. Κάποτε έκανα ένα ρεπορτάζ για τα φτωχά παιδιά από το βόρειο Ρίο, που αντί να σερφάρουν στα κύματα του Ατλαντικού έτρεχαν στις σκεπές γρήγορων τρένων. Πολλά πάθαιναν ηλεκτροπληξία. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την εικόνα του καρβουνιασμένου πτώματος ενός από τα παιδιά αυτά στο νεκροτομείο της πόλης.

Η ανισότητα ήταν φυσικά ένα κομμάτι της ιστορίας. Αλλά δεν ήταν όλη η ιστορία. «Tudo bem?» (Ολα καλά;) ρωτούσα όταν έμπαινα στις φαβέλες. «Tudo bem!», μου απαντούσαν συνήθως, ακόμη κι όταν όλα ήταν χάλια. Η φτώχεια κάτω από τον ήλιο δεν είναι ίδια με τη φτώχεια κάτω από το κρύο.

Κάποτε ρώτησα τον βιομήχανο Ζοζέ Μιντλίν από το Σάο Πάολο αν ανησυχεί για την κατεύθυνση που είχε πάρει η χώρα του. «Ανησυχώ πάντα για το τέλος του μήνα, αλλά ποτέ για το μέλλον», μου απάντησε. Είχε δίκιο. Η Βραζιλία διαψεύδει πάντα τις Κασσάνδρες.

Η χώρα έχει μεταμορφωθεί τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Η δημοκρατία και το νόμισμα έχουν σταθεροποιηθεί. Η μεσαία τάξη έχει αναπτυχθεί, όσες πιέσεις κι αν δέχεται αυτή την περίοδο. Η Βραζιλία έχει παραπέμψει σε δίκη έναν Πρόεδρό της, τον Φερνάντο Κολόρ ντε Μέγιο, και ετοιμάζεται να παραπέμψει και δεύτερο, την Ντίλμα Ρουσέφ. Κανείς δεν μπορεί πια να εξαγοράσει με ευκολία τον νομοθέτη. Και παρά την κρίση, η Βραζιλία περιλαμβάνεται πάντα στις δέκα πρώτες οικονομίες του πλανήτη.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε σε 74,4 χρόνια το 2014 (έναντι 63,9 το 1986). Την ίδια περίοδο, το προσδόκιμο ζωής στις ΗΠΑ αυξήθηκε μόλις κατά τέσσερα χρόνια. Ο αναλφαβητισμός εξακολουθεί να είναι υψηλός, αλλά έχει μειωθεί δραστικά.

Η Βραζιλία σήμερα είναι περισσότερο Γαλλονησία (ένας συνδυασμός Γαλλίας και Ινδονησίας) παρά Βελγινδία. Τα προβλήματά της παραμένουν, αλλά μόνο ένας άσχετος θα αρνιόταν ότι η χώρα αυτή θα είναι ένας μείζων παίκτης κατά τον 21ο αιώνα. Όπως διαπιστώνει όποιος παρακολουθεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες, η Βραζιλία έχει μια ισχυρή και χαρούμενη εθνική κουλτούρα. Είναι η χώρα του «Tudo bem».

Με άλλα λόγια, έχω βαρεθεί να διαβάζω αρνητικά κείμενα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βραζιλίας -για την οργή στις παραγκουπόλεις, για τη βία που συνεχίζεται, για το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών, για τα οργανωτικά προβλήματα, για το ντοπάρισμα των Ρώσων και το κουνούπι Ζίκα, για τα χρήματα που θα μπορούσε να μην έχουν δοθεί για την επέκταση του μετρό.

Μέχρι πρόσφατα, όλοι έλεγαν ότι η Βραζιλία δεν θα προλάβαινε να οργανώσει τους Ολυμπιακούς. Τώρα που τα πήγε τόσο καλά και οργάνωσε μια υπέροχη τελετή έναρξης, την κατηγορούν ότι δεν έλυσε όλα της τα κοινωνικά προβλήματα πριν από τους Ολυμπιακούς.

Φαίνεται ότι στον ανεπτυγμένο κόσμο δεν αρέσει να οργανώνει μια αναπτυσσόμενη χώρα ένα μείζον αθλητικό γεγονός. Την ίδια γκρίνια άκουγα την περίοδο που οργανώθηκε το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Νότια Αφρική, το 2010: η εγκληματικότητα θα κατέστρεφε τα πάντα, η φτώχεια ήταν επονείδιστη, η αναποτελεσματικότητα ήταν πρωτοφανής. Κι όμως, όλα πήγαν περίφημα. Δεν θυμάμαι τους δημοσιογράφους να ψάχνουν το 2012 στις υποβαθμισμένες περιοχές της Βρετανίας για να βρουν ανθρώπους που θα γκρίνιαζαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου.

Αυτοί οι Ολυμπιακοί είναι καλοί για τη Βραζιλία και καλοί για τον πλανήτη, ένα αναγκαίο τονωτικό. Δείτε τον Γιουσέιν Μπολτ ή τη Σιμόν Μπάιλς και θα σας φτιάξει το κέφι.

Η αγαπημένη μου εικόνα είναι η Ραφαέλα Σίλβα, μια νεαρή αθλήτρια από τη βίαιη γειτονιά Σιδάδε ντε Ντέους, στο Ρίο, που κέρδισε χρυσό μετάλλιο στο τζούντο και δήλωσε: «Το μετάλλιο αυτό αποδεικνύει ότι ένα παιδί που ονειρεύεται μπορεί να δει το όνειρό του να γίνει πραγματικότητα, έστω κι αν χρειαστεί χρόνος».

Στις φαβέλες, μερικά παιδιά κάνουν άλλα όνειρα αυτές τις ημέρες. Είναι κι αυτό θέμα ενός ρεπορτάζ.

* Ο Ρότζερ Κόεν είναι αρθρογράφος των New York Times

Πηγή: The New York Times


share
Σχόλια Αναγνωστών
Ροή
Οικονομία
Επιχειρήσεις
Επικαιρότητα

Ενημερωθείτε πρώτοι με τον τρόπο που θέλετε.