Quantcast
Έκκληση Στουρνάρα για πολιτική σταθερότητα ώστε να βγούμε από την κρίση - enikonomia.gr
share

Έκκληση Στουρνάρα για πολιτική σταθερότητα ώστε να βγούμε από την κρίση

δημοσιεύτηκε:

Έκκληση στον πολιτικό κόσμο ,να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να συμβάλλει στην επιστροφή στην ανάπτυξη στηρίζοντας τη ψήφιση των κυβερνητικών νομοσχεδίων απευθύνει ο Γιάννης Στουρνάρας με την ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας.

O διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδς περιγράφει επτά προυποθέσεις που θα επιτρέψουν την επιστροφή στην ανάπτυξη;

Αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων

Ταχεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών

Δράσεις για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας

Διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων

Δράσεις για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα

Ενίσχυση της ικανότητας του δημοσίου να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται

Αύξηση των επενδύσεων

Σύμφωνα με την Έκθεση η ρευστοποίηση των περιουσιακώνστοιχείων θα αποτελέσει μία από τις βασικές πηγές για τη χρηματοδότηση επενδύσεων καιτην αποπληρωμή ενός τμήματος του νέου δανείου του ΕΜΣ.

Επίσης προβλέπονται αλλαγές που θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέουςκατά τέτοιο τρόπο ώστε οι χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου να διατηρηθούν σεδιαχειρίσιμα επίπεδα.

Αυτό κατ’ αρχάς θα απελευθερώσει πόρους που θα κατευθυνθούν σεεπενδύσεις και θα ενισχύσουν την απασχόληση.

Η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους θαβελτιώσει το κλίμα με πολλαπλές θετικές επιδράσεις: νέες επενδύσεις, προσέλκυση ξένωνεπενδύσεων, επιστροφή καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα

.Συνολικά εκτιμάται ότι η νέα συμφωνία, πέρα από τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικώνστόχων, είναι εστιασμένη στη διεύρυνση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας,δεδομένου ότι κατά κύριο λόγο περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις, οι οποίες, αν εφαρμοστούναποτελεσματικά, θα έχουν θετικές επιδράσεις, μεσοπρόθεσμα αλλά και βραχυπρόθεσμα.

Η εξάλειψη των μακροοικονομικών ανισορροπιών επιτρέπει τώρα τη στροφή στηνανάπτυξηΌπως τονίστηκε παραπάνω, η συμφωνία με τον ΕΜΣ μπορεί να αποτελέσει σημείοεκκίνησης και να διευκολύνει σημαντικά την άσκηση μιας οικονομικής πολιτικής που θαεπιδιώξει την ταχύτερη δυνατή επάνοδο της ελληνικής οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά.

Θαπρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι η συμφωνία με τον ΕΜΣ και η έμφαση στις μεταρρυθμίσειςπου ευνοούν την ανάπτυξη δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν ―τουλάχιστον σε αυτή τη
μορφή― αν δεν είχαν αντιμετωπιστεί τα προηγούμενα χρόνια οι μακροοικονομικέςανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας: τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα και το έλλειμμαστο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, η απώλεια ανταγωνιστικότητας, οι δυσκαμψίες και ταεμπόδια στην αγορά εργασίας.

Στους τομείς αυτούς τα δύο προηγούμενα προγράμματαπέτυχαν τους στόχους τους, με υψηλό βέβαια κόστος που συνοψίζεται στη μακρά διάρκειακαι το μέγεθος της ύφεσης.

Καθυστέρησαν όμως σημαντικά στην πραγματοποίησημεταρρυθμίσεων που θα ενίσχυαν την ανάπτυξη, δηλαδή στην προώθηση των διαρθρωτικώναλλαγών στη λειτουργία του δημόσιου τομέα και στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.

Αυτό ήταν και ένας από τους πολλούς λόγους για τους οποίους η ύφεση ήταν πολύ βαθύτερη απότην αναμενόμενη.

Η παρατεταμένη αβεβαιότητα επιδρά αρνητικά στις αναπτυξιακές προοπτικές.

Οι καθυστερήσεις των προηγούμενων προγραμμάτων στην εφαρμογή διαρθρωτικώνμεταρρυθμίσεων οδήγησαν σε αντίστοιχες καθυστερήσεις στην εμφάνιση των θετικώνεπιδράσεων, ενώ το κόστος ήταν άμεσο.

Έτσι, μόλις στα τέλη του 2014-αρχές του 2015άρχισαν να καταγράφονται οι επιδράσεις αυτές: άνοδος του ΑΕΠ το 2014 κατά 0,7% καιθετικοί ρυθμοί ανόδου τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2015 σε ετήσια βάση.

Εκτιμάται ότι η ανάκαμψη θα είχε εδραιωθεί και το συνολικό αποτέλεσμα για το 2015 και το 2016 θα ήτανθετικό (όπως είχε άλλωστε προβλεφθεί), αν δεν είχε μεσολαβήσει η έξαρση της αβεβαιότηταςαπό τους τελευταίους μήνες του 2014.

Στην περίοδο αυτή υπήρξαν δύο εκλογικέςαναμετρήσεις, ένα δημοψήφισμα με οξείες αντιπαραθέσεις και μια μακρόσυρτη διαδικασίαδιαπραγματεύσεων με αντιφατικά μηνύματα.

Η αβεβαιότητα, αλλά και οι επιπτώσεις στηνπραγματική οικονομία κορυφώθηκαν με την τραπεζική αργία και την επιβολή περιορισμώνστην κίνηση κεφαλαίων.

Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων είχαν άμεσες και ορατές αρνητικές επιπτώσεις -τουλάχιστον την πρώτη περίοδο – στις συναλλαγές εξωτερικού και εσωτερικού, οι οποίεςαπαλύνονται όσο χαλαρώνουν οι έλεγχοι.

Οι στρεβλώσεις όμως που επέφεραν στις αγορέςκεφαλαίων, προϊόντων και υπηρεσιών έχουν έμμεσες επιπτώσεις που δεν μπορούν ακόμηνα αποτιμηθούν με ακρίβεια.

Μπορεί όμως βάσιμα να εκτιμηθεί ότι το δεύτερο εξάμηνο του2015 θα εξακολουθούν να επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα.

Από την άλλη πλευράβεβαίως οι έλεγχοι ανέκοψαν την εκροή κεφαλαίων και ―ως παράπλευρο όφελος―ενθάρρυναν τη χρήση ηλεκτρονικού χρήματος

.Επιπλέον, το πρώτο εξάμηνο του 2015 χαρακτηρίστηκε από πάγωμα της χρηματοδότησηςστο πλαίσιο του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής (συμπεριλαμβανομένης τηςαπόδοσης των εσόδων ANFA και SMP), άνοδο των επιτοκίων δανεισμού και απόκλιση τωνφορολογικών εσόδων από τους στόχους του Προϋπολογισμού

Ως αποτέλεσμα, η ταμειακή διαχείριση για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων υποχρεώσεων κατέστη εξαιρετικά δύσκοληκαι χαρακτηρίστηκε από αναβολές πληρωμών του Δημοσίου προς τους προμηθευτές τωνφορέων της γενικής κυβέρνησης, καθώς και βραχυπρόθεσμο δανεισμό διαθέσιμων πόρωναπό φορείς της γενικής κυβέρνησης για την αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων προς το ΔΝΤ καιάλλους διεθνείς πιστωτές.

Η οικονομία εκτιμάται ότι επιστρέφει σε ελαφρά αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης το 2015,ωστόσο η ανάκαμψη το δεύτερο εξάμηνο του 2016 είναι πιθανή.

Όπως αναλύεται στην παρούσα έκθεση, παρά τις μεγάλες αντιξοότητες των τελευταίωνμηνών η οικονομία εμφανίζει αντιστάσεις που φαίνεται ότι θα περιορίσουν τις αρνητικέςεπιπτώσεις που αναμένονταν.

Τα πιο πρόσφατα δεδομένα δείχνουν ότι οι εξελίξεις είναιευνοϊκότερες σε σχέση με τις απαισιόδοξες προβλέψεις που είχαν διατυπωθεί το καλοκαίρι

.Ειδικότερα, ηπιότερες του αναμενομένου ήταν οι επιπτώσεις στην οικονομία από τουςπεριορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, παρά το αρχικό σοκ της τραπεζικής αργίας.

Σ’ αυτόσυνέβαλε η ταχεία χαλάρωση των περιορισμών και η βελτίωση της διαχείρισης των ελέγχων,αλλά και η ορθολογική συμπεριφορά των καταναλωτών.

Ωστόσο, όπως φαίνεται και από τα προσωρινά στοιχεία για το γ’ τρίμηνο του 2015, στηδιάρκεια του δεύτερου εξαμήνου, και σε συνάρτηση με τις επιπτώσεις των κεφαλαιακώνπεριορισμών στη χρηματοδότηση της οικονομίας αφενός αλλά και της φορολογικήςεπιβάρυνσης των νοικοκυριών αφετέρου, η δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα σημειώσει κάμψη,οδηγώντας την οικονομία σε ύφεση.

Η ύφεση πάντως, σύμφωνα με όλες τις υφιστάμενεςενδείξεις, αναμένεται να είναι περιορισμένη στο σύνολο του έτους.

Για το 2016, ο ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ εκτιμάται ότι, τουλάχιστον το πρώτοεξάμηνο, θα παραμείνει σε αρνητικό έδαφος λόγω της υψηλής μεταφερόμενης επίδρασης(carry-over) από το 2015.

Η πορεία της οικονομικής δραστηριότητας το 2016 συνδέεταιάρρηκτα με το ρυθμό υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στη συμφωνία,αλλά και με το βαθμό ευρύτερης αποδοχής τους.

Απαραίτητες προϋποθέσεις για τη σταδιακήανάκαμψη της οικονομίας είναι, μετά την επιτυχή ανακεφαλαιοποίηση των σημαντικώντραπεζών, η περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων και τελικώς η άρση τους, ηβελτίωση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος και η αποκατάσταση τηςεμπιστοσύνης.

Συμπερασματικά, παρά την αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα που επέδειξε η οικονομία το πρώτοεξάμηνο του 2015, τo δεύτερο εξάμηνο του έτους η οικονομία επανήλθε στην ύφεση.

Στο βαθμό ωστόσο που περιορίζεται η αβεβαιότητα, χαλαρώνουν περαιτέρω οι περιορισμοί στηνκίνηση κεφαλαίων και κυρίως εφαρμόζονται με συνέπεια οι όροι της συμφωνίας, η ύφεση θαγίνεται ηπιότερη και θα αυξάνονται οι πιθανότητες ανάκαμψης το δεύτερο εξάμηνο του 2016.

Το διεθνές περιβάλλον εμφανίζεται ευνοϊκό, παρότι έχουν αυξηθεί οι κίνδυνοιΗ ταχεία υλοποίηση της συμφωνίας θα επιτρέψει στην Ελλάδα να επωφεληθεί από τοευνοϊκό διεθνές οικονομικό περιβάλλον και από τις πρωτοβουλίες της ΕΚΤ για ενίσχυσηρευστότητας.

Ειδικότερα, η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να καταγράφει θετικούς, αλλάμέτριους, ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ οι προοπτικές εμφανίζονται μεν συνολικά θετικές αλλά μευψηλό βαθμό αβεβαιότητας, ο οποίος συνδέεται κυρίως με τη σημαντική επιβράδυνση τωνρυθμών ανάπτυξης στις αναδυόμενες οικονομίες και με γεωπολιτικούς κινδύνους. 5
Επιπλέον, ισχυρές αβεβαιότητες και κίνδυνοι προκύπτουν από δύο πρόσφατα μείζοναζητήματα:

Τα μεγάλα προσφυγικά ρεύματα που συρρέουν στην Ευρώπη ―κυρίως μέσωΕλλάδος― και η έξαρση της τρομοκρατίας με κορυφαίο γεγονός τις επιθέσεις στο Παρίσι.

Ηπροσπάθεια αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων θα μπορούσε να επιφέρει αλλαγές πουθα περιόριζαν την ελεύθερη κίνηση ατόμων και εμπορευμάτων. Αυτό θα έχει σοβαρέςεπιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και στο επενδυτικό κλίμα. Στην Ελλάδα ειδικότερα, ησυσσώρευση μεγάλων αριθμών προσφύγων θα θέσει σε δοκιμασία τις αντοχές τηςοικονομίας και της κοινωνίας.Η ΕΚΤ έχει αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες για να αποσοβήσει τοναποπληθωρισμό και να ενισχύσει τη ρευστότητα στην ευρωζώνη

Για να αποτρέψει τον κίνδυνο ανάπτυξης συνθηκών αποπληθωρισμού στην ζώνη του ευρώ,το Ευρωσύστημα ακολουθεί επεκτατική νομισματική πολιτική. Σύμφωνα με την απόφαση τουΔιοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ που ελήφθη στις 3 Δεκεμβρίου 2015 το επιτόκιο στηνπάγια διευκόλυνση αποδοχής καταθέσεων μειώνεται κατά 10 μονάδες βάσης με αποτέλεσμανα διαμορφωθεί σε -30 μονάδες βάσης.

Στην ίδια συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου αποφασίστηκε να παραταθεί επί εξάμηνο το διευρυμένο πρόγραμμα αγοράς τίτλωνεκφρασμένων σε ευρώ το οποίο διεξάγεται από το Μάρτιο του 2015.

Το πρόγραμμααναμένεται πλέον να συνεχιστεί μέχρι το Μάρτιο του 2017 ή και αργότερα, έως ότου η τροχιάτου πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ ευθυγραμμιστεί με το μεσοπρόθεσμο στόχο της ενιαίαςνομισματικής πολιτικής (πληθωρισμός κάτω αλλά πλησίον του 2%).

Ταελληνικά πιστωτικά ιδρύματα και γενικότερα η ελληνική οικονομία επωφελούνται από ταιδιαιτέρως χαμηλά επιτόκια, τα οποία μεταξύ των άλλων ελαφρύνουν την εξυπηρέτηση τουδημόσιου χρέους.

Επιπλέον, η εξασθένηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ, τηνοποία συνεπάγεται η πολύ διευκολυντική κατεύθυνση που έχει λάβει η ενιαία νομισματικήπολιτική, συμβάλλει στη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των ελληνικώνπροϊόντων

.Ένα σημαντικό μέρος των αναγκών των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων σε ρευστότηταεξακολουθούσε να καλύπτεται κατά το 2015 μέσω προσφυγής στις συνήθεις πράξειςνομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, ενώ οι τράπεζες έχουν αντλήσει πολλάκεφάλαια και μέσω των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης διάρκειας.

Αυτό που περιορίζει τις δυνατότητες των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων να αντλήσουν και άλληχρηματοδότηση με πολύ χαμηλό κόστος – πράγμα που θα τους επέτρεπε να στηρίξουνεντατικότερα την πραγματική οικονομία στη χώρα μας με πιστώσεις – είναι το γεγονός ότι οιτίτλοι τους οποίους έχει εκδώσει (ή εγγυηθεί) το Ελληνικό Δημόσιο δεν γίνονται αποδεκτοίαπό το Ευρωσύστημα στις συνήθεις πράξεις ανοικτής αγοράς.

Βεβαίως, οι τίτλοι αυτοίχρησιμοποιούνται για έκτακτη χρηματοδότηση (ELA) από την Τράπεζα της Ελλάδος μεσημαντικά υψηλότερο κόστος όμως, σύμφωνα πάντα με το πλαίσιο που έχει καθορίσει γιαόλα τα κράτη-μέλη το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ.

Προκειμένου οι ελληνικοί τίτλοι να περιληφθούν εκ νέου στις αποδεκτές εξασφαλίσεις από τοΔιοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ είναι κατ’ αρχάς αναγκαίο να σημειωθεί πρόοδος με τηνπεραιτέρω εφαρμογή της συμφωνίας, η οποία να αξιολογηθεί θετικά από τους διεθνείςπιστωτές της χώρας.

Η θετική αξιολόγηση θα καταστήσει τους ελληνικούς τίτλους επιλέξιμουςκαι για το πρόγραμμα αγοράς τίτλων, με συνέπεια άμεση και σημαντική ενίσχυση τηςρευστότητας, άρα και της πιστοδοτικής ικανότητας των ελληνικών τραπεζών.

Η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος ήταν αναγκαία.

Η αβεβαιότητα, που αναζωπυρώθηκε κατά τις διαπραγματεύσεις με τους διεθνείς πιστωτέςτης χώρας το πρώτο εξάμηνο του 2015, προκάλεσε μεγάλες εκροές καταθέσεων, παρά τογεγονός ότι το ΑΕΠ αυξανόταν.

Οι εκροές αναχαιτίστηκαν με τη θέσπιση τραπεζικής αργίαςστα τέλη Ιουνίου και τη νομοθέτηση περιορισμών στις αναλήψεις μετρητών απόλογαριασμούς καταθέσεων, καθώς επίσης και στη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό.

Εξάλλου, η αβεβαιότητα περιορίστηκε δραστικά με τη συνομολόγηση συμφωνίας μεταξύκυβέρνησης και Ευρωπαίων εταίρων στα μέσα Ιουλίου, γεγονός που δημιουργεί τιςπροϋποθέσεις για σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα κατά τουςεπόμενους μήνες.

Ήδη οι τραπεζικές καταθέσεις των επιχειρήσεων στην Ελλάδα σημείωσαναύξηση μετά τον Ιούλιο, ενώ καταγράφηκε επιστροφή τραπεζογραμματίων από τηνκυκλοφορία στην Τράπεζα της Ελλάδος και επαναπατρισμός κεφαλαίων από το εξωτερικό.

Παρ’ όλα αυτά, οι παρατεταμένες διαπραγματεύσεις, η εκροή καταθέσεων και το συνεχώςαυξανόμενο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω της χειροτέρευσης τουοικονομικού κλίματος, κατέστησαν αναγκαία την εκ νέου ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικούτραπεζικού συστήματος, παρά την ανακεφαλαιοποίηση του 2014.

Η ΕΚΤ διενήργησεσυνολική αξιολόγηση των τεσσάρων σημαντικών ελληνικών τραπεζών. Συνολικά, από τηνάσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων στις τέσσερις τράπεζες προέκυψε υστέρησηκεφαλαίων ύψους 4,4 δισεκ. ευρώ σύμφωνα με το βασικό σενάριο και 14,4 δισεκ. ευρώσύμφωνα με το σενάριο δυσμενών εξελίξεων, δηλαδή πολύ χαμηλότερα από το ποσό των 25δισεκ. ευρώ που είχε προβλεφθεί στη Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης.

Οι τέσσερις τράπεζες υπέβαλαν στην ΕΚΤ σχέδια κάλυψης των κεφαλαιακών αναγκών, με ταοποία εξήγησαν πώς προτίθενται να καλύψουν την υστέρηση κεφαλαίων, εκ των οποίωνέγιναν αποδεκτά μέτρα κεφαλαιακής ενίσχυσης ύψους 0,6 δισεκ. ευρώ.

Κατόπιν της ψήφισηςτου σχετικού νόμου από τη Βουλή, ολοκληρώθηκε με επιτυχία η διαδικασίαανακεφαλαιοποίησης με αυξημένο ενδιαφέρον από πλευράς ξένων επενδυτών, οι οποίοιεπένδυσαν περίπου 5,3 δισεκ. ευρώ στις τέσσερις σημαντικές τράπεζες.

Επιπλέον, κεφάλαιαύψους περίπου 2,7 δισεκ. ευρώ αντλήθηκαν μέσω εθελοντικών ασκήσεων διαχείρισηςστοιχείων παθητικού (προτάσεις ανταλλαγής ομολόγων με μετοχές).

Τα επιπρόσθετακεφάλαια για τις δύο τράπεζες που δεν κάλυψαν όλες τις κεφαλαιακές τους ανάγκες απόιδιωτικές πηγές (περίπου 5,4 δισεκ. ευρώ) προέρχονται από το Ταμείο ΧρηματοπιστωτικήςΣταθερότητας (ΤΧΣ).Η επίλυση του προβλήματος των δανείων σε καθυστέρηση7
Η ανακεφαλαιοποίηση έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κεφαλαιακών αποθεμάτωνπροληπτικής εποπτείας στις τέσσερις σημαντικές τράπεζες, τα οποία θα βελτιώσουν τηνανθεκτικότητα των ισολογισμών τους και τη δυνατότητά τους να αντεπεξέρχονται σεενδεχόμενες αρνητικές μακροοικονομικές διαταραχές καθώς και στην αναγνώριση τωναπωλειών που θα προκύψουν από την επίλυση του ζητήματος των δανείων σε καθυστέρηση.

Σε συνέχεια της ανακεφαλαιοποίησης, η τρέχουσα εκτίμηση για το Δείκτη ΚεφαλαιακήςΕπάρκειας ανέρχεται σε 18,1% και είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη (μέσος όροςτων σημαντικότερων τραπεζών ανά χώρα σε επίπεδο ΕΕ: 16,7% στο τέλος Ιουνίου 2015).

Η αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείωναποτελεί την πλέον σημαντική πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα.

Η ψήφιση στις 19Νοεμβρίου του σχετικού νόμου από τη Βουλή που καθορίζει τους όρους για την προστασίααπό τους πλειστηριασμούς κύριας κατοικίας ανοίγει το δρόμο για τη διευθέτηση τουπροβλήματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των νοικοκυριών.

Εντός των επόμενωνδύο μηνών προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η θεσμοθέτηση πλαισίου αδειοδότησης καιλειτουργίας εταιριών που θα παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων,η ανάληψη δράσεων για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των κοινών πιστούχων και ηβελτίωση της διαδικασίας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για μη εξυπηρετούμεναεπιχειρηματικά δάνεια.

Επίσης, έως τα τέλη Φεβρουαρίου του 2016, κατόπιν διαβούλευσηςμε τις τράπεζες και το ΤΧΣ, η Τράπεζα της Ελλάδος θα καθορίσει επιχειρησιακούς στόχουςδιευθέτησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ έως τα τέλη Μαρτίου 2016 θααναθεωρήσει τον Κώδικα Δεοντολογίας, ορίζοντας κατευθυντήριες γραμμές αναδιάρθρωσηςχρεών για ομάδες δανειοληπτών με βάση σαφή κριτήρια κατηγοριοποίησης δανειακώνχαρτοφυλακίων.

Καθώς θα σημειώνεται πρόοδος με την εφαρμογή του προγράμματος και θα παγιώνεται ηυποχώρηση της αβεβαιότητας, το κόστος χρηματοδότησης θα περιοριστεί περαιτέρω, ενώ θαβελτιωθούν και οι συνθήκες ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας.

Η ενίσχυση τηςεμπιστοσύνης θα συμβάλει όχι μόνο στην επιστροφή καταθέσεων, αλλά και στηναποκατάσταση της πρόσβασης των πιστωτικών ιδρυμάτων στις διεθνείς αγορές χρήματοςκαι κεφαλαίων για άντληση χρηματοδότησης.

Η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα οδηγήσει στην επανένταξη τωνελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις και θα καταστήσειδυνατή τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων τηςΕΚΤ.

Κάτι τέτοιο, σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζώνκαι την αποτελεσματικότερη διαχείριση εκ μέρους των τραπεζών των προβληματικών τουςστοιχείων, θα υποβοηθήσει την περαιτέρω υποχώρηση του κόστους δανεισμού και θααυξήσει την πιστοδοτική ικανότητα των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων, παρά τη δυσμενήεπίδραση (στη ζήτηση δανείων, στο βαθμό πιστωτικού κινδύνου κ.ά.) της παρούσαςοικονομικής ύφεσης.

Οι προϋποθέσεις για τη μετάβαση σε διατηρήσιμη ανάπτυξη
Όπως ήδη αναφέρθηκε, παρά τις δυσκολίες η ελληνική οικονομία επέδειξε το πρώτο εξάμηνοτου 2015 αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και το παραγωγικό δυναμικό υπέστη μικρότερεςαπώλειες από αυτές που αναμένονταν.

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τους ευνοϊκούςγια την ανάπτυξη όρους της συμφωνίας, δίνει στην οικονομική πολιτική τη δυνατότητα ναπροσανατολιστεί τώρα στη δημιουργία των προϋποθέσεων που θα ευνοήσουν κατ’ αρχάςτην ταχύτερη δυνατή ανάκαμψη και την επίτευξη διατηρήσιμης, ταχείας ανάπτυξης στομέλλον.

Για να προσεγγιστούν οι στόχοι αυτοί, απαιτούνται:―

Η αντιμετώπιση του προβλήματος των μη υπηρετούμενων δανείων που θα πρέπεινα ακολουθήσει αμέσως μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.

Η αντιμετώπιση αυτήόχι μόνο θα ελαφρύνει το βάρος για τους δανειολήπτες που θα συνεργαστούν, αλλά θαεπιτρέψει και στις τράπεζες να απελευθερώσουν κεφάλαια τα οποία σήμερα είναιδεσμευμένα σε δάνεια που είναι απίθανο να αποπληρωθούν.―

Ταχεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών για τηβελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της ανταγωνιστικότητας.―

Δράσεις για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που θα μειώσουν την ανεργία.Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί, βραχυχρόνια, στις ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, σεστοχευμένα προγράμματα επανεκπαίδευσης και κυρίως σε μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικόσύστημα που θα εμπλουτίζουν τις δεξιότητες και θα διευρύνουν τις ευκαιρίες απασχόλησης. ―

Διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, όπως προβλέπεται στη συμφωνία. ―

Παράλληλες δράσεις για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα.Ιδιαίτερη σημασία έχει ο εκσυγχρονισμός της φορολογικής διοίκησης, ο οποίος όχι μόνο θαπεριορίσει τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά, αλλά και θα βελτιώσει τη λειτουργία του υγιούςανταγωνισμού.―

Ενίσχυση της ικανότητας του δημόσιου τομέα να εφαρμόσει τις διαρθρωτικέςαλλαγές που απαιτούνται, με τη βελτίωση και απλοποίηση του θεσμικού περιβάλλοντος.―

Η σημαντικότερη προϋπόθεση για να τεθούν οι βάσεις της διατηρήσιμης ανάπτυξης είναιη αύξηση των επενδύσεων, έτσι ώστε σύντομα το ποσοστό των επενδύσεων στο ΑΕΠ ναπροσεγγίσει τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.―

Η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και η ταχεία προώθηση τωνιδιωτικοποιήσεων που έχουν συμπεριληφθεί στη συμφωνία είναι τα ισχυρότερα μέσα όχιμόνο για την αναζωπύρωση της επενδυτικής δραστηριότητας και την επίτευξη διατηρήσιμωνρυθμών ανάπτυξης, αλλά και για την επίτευξη διατηρήσιμης δημοσιονομικής προσαρμογήςαφού θα συμβάλουν και στην αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους.

Κατ’ αρχάς οιιδιωτικοποιήσεις, εφόσον συνοδευθούν από ισχυρή δέσμευση για μελλοντικές επενδύσεις(όπως στην περίπτωση των περιφερειακών αεροδρομίων), θα ενισχύσουν τη ροή9
επενδυτικών πόρων σε μια οικονομία όπου τα κεφάλαια σπανίζουν. Θα συμβάλουν έτσι στηναύξηση της συνολικής ζήτησης, με θετικά αποτελέσματα στο ΑΕΠ.

Το σπουδαιότερο όμωςείναι ότι η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και η απρόσκοπτη πορεία τουπρογράμματος των ιδιωτικοποιήσεων που έχει συμφωνηθεί συνιστούν ένα διπλό ισχυρόμήνυμα προς τις αγορές: πρώτον, ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι σταθερά προσηλωμένηστην εφαρμογή της συμφωνίας και, δεύτερον, ότι οι επενδυτές που συμμετέχουν είναιπεπεισμένοι ότι η πορεία της ελληνικής οικονομίας θα είναι ανοδική και οι επενδύσεις τουςαποδοτικές.

 

Με άλλα λόγια, η ταχεία πραγματοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων και ηαξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας αφενός θα ενισχύσουν ποσοτικά την ανάκαμψη καιαφετέρου θα είναι το αποφασιστικό βήμα που θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη.

Αυτό μετη σειρά του θα βελτιώσει το επενδυτικό κλίμα και θα λειτουργήσει ως πόλος έλξεωςπρόσθετων άμεσων ξένων επενδύσεων και εγχώριων επενδυτικών κεφαλαίων. Αν, πέραντων όσων προβλέπονται στη Συμφωνία, η πορεία αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίαςείναι ταχεία και αποτελεσματική, θα μπορούσε όχι μόνο να συμβάλει στην περαιτέρω μείωσητου δημόσιου χρέους, αλλά και να στηρίξει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.

Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι ιδιωτικοποιήσεις που στηρίζονται στην αξιοποίηση τηςαδρανούς ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου έχουν μηδενικό εναλλακτικό κόστος ευκαιρίαςκαι, επομένως, υψηλό αναπτυξιακό πολλαπλασιαστή.* * *

Συμπερασματικά, η επιστροφή στην κανονικότητα και σε διατηρήσιμη ανάπτυξη εδράζεται σεδύο βασικές προϋποθέσεις:

Πρώτον, η κυβέρνηση πρέπει να εφαρμόσει τη Σύμβαση πουδιαπραγματεύθηκε με τους εταίρους και να λάβει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες, πέραν της Σύμβασης, προκειμένου να βελτιωθεί το οικονομικό και επενδυτικό κλίμα, αξιοποιώντας τοθετικό γεγονός της προσέλκυσης ιδιωτικών κεφαλαίων για την ανακεφαλαιοποίηση τωνσημαντικών τραπεζών.

Δεύτερον, η Βουλή των Ελλήνων, η οποία από το 2010 μέχρι σήμερα στήριξε τηνπροσπάθεια προσαρμογής και συνεπώς τη σωτηρία της ελληνικής οικονομίας, είναιαυτονόητο ότι θα πρέπει να συμβάλει στην ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου που υλοποιείτη Σύμβαση, τη στιγμή μάλιστα που το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής έχει ήδηεπιτευχθεί από το 2010 μέχρι σήμερα και απομένει ένα μικρό μόνο μέρος.

Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει επανειλημμένως τονίσει στο παρελθόν την ανάγκη πολιτικής καικοινωνικής συναίνεσης για να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα προβλήματα της χώρας. Σήμερα, ησυναίνεση που έχει ήδη επιτευχθεί και είναι μια μεγάλη κατάκτηση δεν πρέπει να διαρραγεί.

Αντίθετα, πρέπει να διατηρηθεί για να διασφαλίσει την πολιτική σταθερότητα, να στηρίξει τηνοριστική έξοδο από την κρίση και να ανοίξει το δρόμο προς την ανάπτυξη.

Το πλήρες κείμενο της Έκθεσης είναι διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο της Τράπεζας τηςΕλλάδος: http :// www . bank

share
Σχόλια Αναγνωστών
Ροή
Οικονομία
Επιχειρήσεις
Επικαιρότητα

Ενημερωθείτε πρώτοι με τον τρόπο που θέλετε.