Quantcast
Νέα έκθεση ΙΝΕ-ΓΣΕΕ: Τρία «κλειδιά» για μετάβαση σε σταθερά αναπτυξιακή τροχιά - enikonomia.gr
share

Νέα έκθεση ΙΝΕ-ΓΣΕΕ: Τρία «κλειδιά» για μετάβαση σε σταθερά αναπτυξιακή τροχιά

δημοσιεύτηκε:

Η ελληνική οικονομία εμφανίζει αντοχές στις εξωτερικές πιέσεις και
διατηρεί φέτος ρυθμό ανάκαμψης ανάλογο με τα επίπεδα του 2018 ή
και λίγο μεγαλύτερο, όπως προκύπτει από σχετικά στοιχεία του Ινστιτούτου Εργασίας (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ).

Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση του το Ινστιτούτο, με βάση τα νέα δεδομένα που προκάλεσε η
πρωτοφανής σε έκταση αναθεώρηση των επιδόσεων του α΄
εξαμήνου του 2019 από την ΕΛΣΤΑΤ (από 1,5% σε 2,1% ετησίως),
καθώς και η αντίστοιχη μεγέθυνση κατά 2,3% το γ΄ τρίμηνο του
έτους, αρκεί το ΑΕΠ να αυξηθεί κατά 1,5% το δ΄ τρίμηνο
προκειμένου να επιτευχθεί ο επίσημος στόχος για 2% το 2019.

Συνεπώς, από τυπική άποψη, η ελληνική οικονομία θα ξεκινήσει με
σχετικά καλές προϋποθέσεις την επιδίωξη του υψηλότερου
αναπτυξιακού στόχου (2,8%) για το 2020. Από ουσιαστική, ωστόσο,
άποψη η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας παραμένει
ποιοτικά εύθραυστη και εξωτερικά ευάλωτη. Εύθραυστη γιατί
στηρίζεται κυρίως στην εξωτερική ζήτηση (εξαγωγές, τουρισμό) και
στην επανεκκίνηση των κατασκευών και όχι τόσο στις επενδύσεις ή
την ιδιωτική κατανάλωση που παραμένουν χωρίς δυναμική.
Ευάλωτη γιατί η διεθνής οικονομική επιβράδυνση συνεχίζεται –
παρά τις όψιμες ενδείξεις κάποιας ανακοπής αυτής της τάσης– και
οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι σταθερά εντείνονται, με υπαρκτό πάντα
τον κίνδυνο μιας νέας οικονομικής ύφεσης ή και κρίσης.

Το ΙΝΕ ΓΣΕΕ έχει σταθερά τονίσει πως για τη μετάβαση της
ελληνικής οικονομίας από μια φάση ήπιας ανάκαμψης σε μια φάση
αναζήτησης διατηρήσιμης αναπτυξιακής δυναμικής χωρίς
αποκλεισμούς απαιτείται η τήρηση τριών προϋποθέσεων: η αύξηση
των θέσεων πλήρους απασχόλησης, η υλοποίηση σημαντικού όγκου
ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων, και κυρίως ο
μετασχηματισμός του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας μας.

Ωστόσο, καμία από αυτές δεν εξελίσσεται ικανοποιητικά ως σήμερα ώστε οι προσδοκίες ταχείας
επιστροφής της οικονομίας και της κοινωνίας σε δυναμική συνοχής
και ανάπτυξης να είναι ρεαλιστικές. Βασική αιτία για την κατάσταση
αυτή είναι το ότι η ελληνική οικονομία, παρά την προσωρινή
ρύθμιση και βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, παραμένει
αιχμάλωτη στην παγίδα του ιδιωτικού χρέους
(και της συνακόλουθης έκθεσης των τραπεζών στον όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων), ενός φαινομένου που έχει παγκόσμια
διάσταση.

Οι εξαγωγές

Τους 5 από τους 10
πρώτους μήνες του 2019 οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών έχουν
σημειώσει κάμψη σε ετήσια βάση, με κορυφαία την επίδοση του
Οκτωβρίου (-9,1% έναντι 25,3% τον Οκτώβριο του 2018). Συνολικά
στο 10μηνο Ιανουάριος-Οκτώβριος 2019 οι εξαγωγές αγαθών
αυξάνονται μόλις 1,2% έναντι 17,8% την αντίστοιχη περίοδο του 2018.

Συνεπώς, είναι προφανές πως η παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση
και η βιομηχανική ύφεση στην ΕΕ και στις βασικές εξαγωγικές μας
αγορές (Γερμανία, Ιταλία, Τουρκία) έχει ήδη πλήξει τη δυναμική των
εξαγωγών αγαθών. Μολονότι οι ελληνικές εξαγωγές συνεχίζουν να
κερδίζουν μερίδια στις ξένες αγορές ‒ένδειξη ότι διατηρείται η
ανταγωνιστικότητα των προϊόντων της χώρας–, η επιβράδυνση ή και
στασιμότητα της εξωτερικής ζήτησης περιορίζει εφεξής σημαντικά
τον ρόλο των εξαγωγών αγαθών ως ατμομηχανής της οικονομικής
ανάκαμψης.
Αντίθετα, οι εξαγωγές υπηρεσιών διατηρούν ως τώρα τη δυναμική
τους (χάρις στον τουρισμό και τις μεταφορές) επιτυγχάνοντας στο
9μηνο του 2019 ετήσια άνοδο 9,2% έναντι 8,5% το ίδιο διάστημα του
2018 (στοιχεία ΤτΕ), με τις τουριστικές εισπράξεις να τρέχουν ακόμη
ταχύτερα (14% έναντι 8,4% το 9μηνο του 2018).

Η δυναμική αυτή
σχετίζεται τόσο με την ποιοτική βελτίωση των τουριστικών εισροών
(αύξηση της κατά κεφαλήν τουριστικής δαπάνης) και την επιμήκυνση
της τουριστικής σεζόν όσο και με τα προβλήματα ασφάλειας που
αντιμετωπίζουν άλλες, γειτονικές χώρες της Μεσογείου. Ωστόσο, εάν
συνεχιστεί η διεθνής οικονομική δυστοκία, ενταθούν οι
μεταναστευτικές εισροές με τα συνακόλουθα προβλήματα διαχείρισής
τους στα νησιά και οξυνθεί περαιτέρω η τουρκική επιθετικότητα, είναι
πολύ πιθανό να αντιμετωπίσουν προβλήματα και οι εξαγωγές
υπηρεσιών της χώρας.
Τις παραπάνω διαπιστώσεις και εκτιμήσεις για τον διαφαινόμενο
περιορισμό της εξαγωγικής δυναμικής ως αναπτυξιακού μοχλού της
οικονομίας υποστηρίζει η εξέλιξη της σχέσης των ευρωπαϊκών
εισαγωγών με τις ελληνικές εξαγωγές (Διάγραμμα 4) με δεδομένη την
υψηλή συσχέτιση ΑΕΠ και εισαγωγών στην Ευρώπη. Παρατηρούμε ότι
η σχέση ευρωπαϊκών εισαγωγών και ελληνικών εξαγωγών αγαθών
είναι στενή με τις πρώτες να επηρεάζουν άμεσα τις δεύτερες.

Τα χρέη βαρίδι στην ιδιωτική κατανάλωση

Τη διετία 2017-2018 η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε 1% ετησίως
για να υποχωρήσει σε 0,2% το 9μηνο του 2019 παρά την επιτάχυνση
της αύξησης της απασχόλησης στο 8μηνο (από 1,7% το 2018 σε 2% το
2019), τις φορολογικές ελαφρύνσεις, την αύξηση του κατώτατου
μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου, που καθόλου δεν
εμπόδισαν τη συνεχιζόμενη μείωση της ανεργίας. Μολονότι λοιπόν το
ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε 5% το
α΄ εξάμηνο (4,5% σε σταθερές τιμές), η ιδιωτική κατανάλωση
περιορίστηκε σε 0,4% (μηδενική αύξηση σε σταθερές τιμές).

Η αδυναμία της κατανάλωσης των νοικοκυριών να ακολουθήσει την
αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματός τους οφείλεται κυρίως στις
υψηλές υποχρεώσεις τους και στις ρυθμίσεις όσων εξ αυτών δεν
εξυπηρετούνται υπό την πίεση των κατασχέσεων και πλειστηριασμών .
Στα χρόνια της κρίσης η κάμψη της κατανάλωσης των νοικοκυριών
ήταν μονίμως μικρότερη από την κάμψη του διαθέσιμου εισοδήματός
τους, γεγονός που απέτρεψε μια ακόμη μεγαλύτερη ύφεση στον
πραγματικό τομέα της οικονομίας. Παράλληλα, οι αποταμιεύσεις των
νοικοκυριών ήταν αρνητικές, εξέλιξη που αποτύπωνε την αδυναμία
τους να ανταποκριθούν στις δανειακές, φορολογικές κ.ά. υποχρεώσεις,
συμβάλλοντας στο μείζον τραπεζικό πρόβλημα των μη
εξυπηρετούμενων δανείων.
Το 2018 και το α΄ εξάμηνο του 2019 το διαθέσιμο εισόδημα αυξάνεται
ταχύτερα της κατανάλωσης. Μάλιστα, είναι πιθανό να
έχουμε αντιστροφή των επιπτώσεων: η αύξηση, δηλαδή, του
διαθέσιμου εισοδήματος να ωφελεί πλέον λιγότερο τον ρυθμό
ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας και περισσότερο το τραπεζικό
σύστημα ως αποτέλεσμα της αποπληρωμής υποχρεώσεων και της
αύξησης των καταθέσεων.

Τα ευρήματα

Τρία ευρήματα συνηγορούν υπέρ αυτής της εκτίμησης:

α) από έρευνα των ΣΕΛΠΕ-ELTRUN προκύπτει ότι το 44% του
μηνιαίου εισοδήματος των νοικοκυριών πηγαίνει σε πληρωμές
λογαριασμών (ΔΕΚΟ κ.ά.) και φόρων,

β) την τελευταία διετία (Νοέμβριος 2017-Νοέμβριος 2019)
προγραμματίστηκαν μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας 45.138
πλειστηριασμοί και διενεργήθηκαν 31.481 με την τάση εφεξής να είναι
αυξανόμενη (Καθημερινή, 1-12-2019)

γ) σύμφωνα με την ΑΑΔΕ, περισσότεροι από 1,2 εκατ.
φορολογούμενοι έχουν υποστεί κατασχέσεις, ενώ περίπου 1,8 εκατ.
οφειλέτες είναι εκτεθειμένοι σε αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.



Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτει πως η ιδιωτική κατανάλωση
είναι και θα παραμείνει τουλάχιστον και το 2020 δέσμια του βάρους
ανειλημμένων χρεών και συνεπώς είναι πιθανό να μην μπορεί να
επιδράσει με την προσδοκώμενη επεκτατική συνεισφορά της στην
ουσιαστική ανάκαμψη της οικονομίας.

Διαβάστε ολόκληρο δελτίο Τύπου του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για τη ελληνική οικονομία εδώ

share
Σχόλια Αναγνωστών
Ροή
Οικονομία
Επιχειρήσεις
Επικαιρότητα

Ενημερωθείτε πρώτοι με τον τρόπο που θέλετε.