EY: Ώθηση σε εξαγορές και συγχωνεύσεις δίνει η ισχυρή διάθεση των επιχειρήσεων για συμμαχίες

Θετικές παραμένουν οι προοπτικές συγχωνεύσεων και εξαγορών (Σ&Ε) παγκοσμίως, καθώς το 50% των επιχειρήσεων σχεδιάζει συμφωνίες για το 2016, σύμφωνα με τη 14η έκδοση του Global Capital Confidence Barometer (CCB), μίας έρευνας της ΕΥ που διεξήχθη σε 1.700 στελέχη επιχειρήσεων, σε περισσότερες από 45 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

Η έρευνα διαπιστώνει μία διαρκή διάθεση για εξαγορές και συμμαχίες και ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον Σ&Ε, στο οποίο σχεδόν το ένα τρίτο (28%) των συμμετεχόντων στην έρευνα, αναμένει περισσότερες προσφορές στους επόμενους 12 μήνες. Αντανακλώντας την ισχυρή έμφαση στη μη οργανική ανάπτυξη, το 40% των μελών των διοικητικών συμβουλίων επιδιώκει συμμαχίες με άλλες επιχειρήσεις.

Το ποσοστό των στελεχών στην Ελλάδα που δηλώνει ότι θα επιδιώξει Σ&Ε στη διάρκεια των επόμενων 12 μηνών, φθάνει το 50%, στα ίδια επίπεδα με το μέσο όρο του διεθνούς δείγματος, παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με τον Απρίλιο και τον Οκτώβριο του 2015 (43% και 47% αντίστοιχα). Την ίδια ώρα, μόλις το 4% των στελεχών από την Ελλάδα εμφανίζεται απαισιόδοξο ως προς τις πιθανότητες ολοκλήρωσης μίας εξαγοράς κατά το επόμενο δωδεκάμηνο, ποσοστό αισθητά χαμηλότερο έναντι του διεθνούς δείγματος (11%), αλλά και των δύο προηγούμενων εξαμήνων (32% και 24% αντίστοιχα).

Η έρευνα διαπιστώνει ένα περιβάλλον ευνοϊκό για τη σύναψη συμφωνιών. Εκτιμάται ότι οι αποτιμήσεις θα παραμείνουν σταθερές, ενώ τα στελέχη παραμένουν αισιόδοξα για το πλήθος και την ποιότητα των ευκαιριών που τους προσφέρονται, καθώς και για τις πιθανότητες ολοκλήρωσης των συμφωνιών.

Ο αριθμός συμφωνιών στη φάση της προετοιμασίας παραμένει υψηλός, ενώ πάνω από το 80% όσων σχεδιάζουν συμφωνίες, έχουν περισσότερες από μία Σ&Ε στο πλάνο τους. Το 25% των στελεχών διεθνώς και το 42% στην Ελλάδα, εκτιμούν ότι ο συνολικός αριθμός των συμφωνιών που βρίσκονται σε φάση προετοιμασίας θα αυξηθεί κατά το επόμενο έτος.

Καθώς οι επιχειρήσεις στρέφονται προς μεγαλύτερες συμφωνίες, ο αριθμός των εταιρειών, που επιδιώκουν εξαγορές αξίας μεγαλύτερης του ενός δις δολαρίων, έχει πενταπλασιασθεί.

Παράλληλα με τις συμφωνίες Σ&Ε, το 40% των επιχειρήσεων διεθνώς και το 50% στην Ελλάδα εξετάζουν το ενδεχόμενο στρατηγικών συμμαχιών, που θα συμβάλλουν στην αξιοποίηση υποαπασχολούμενων περιουσιακών στοιχείων.

Η τεχνολογία και οι μεταβαλλόμενες προτιμήσεις των καταναλωτών, οδηγούν στη σύγκλιση διαφορετικών τομέων της οικονομίας και επιταχύνουν την εμφάνιση νέων ανταγωνιστών σε πολλούς κλάδους. Η εξέλιξη αυτή ενισχύει την τάση για αξιολόγηση περιουσιακών στοιχείων και τη διάθεση για συμφωνίες. Πάνω από το ένα τρίτο των στελεχών (37% διεθνώς και 42% στην Ελλάδα), αναμένει αύξηση των πωλήσεων ζημιογόνων περιουσιακών στοιχείων και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τον επόμενο χρόνο. Αυτό αντανακλά την τάση των επιχειρήσεων στους περισσότερους κλάδους της οικονομίας να αξιολογούν την απόδοση και τη στρατηγική σημασία των κύριων δραστηριοτήτων τους, ώστε να αποφασίσουν την πώληση περιουσιακών στοιχείων που υποαποδίδουν.

Οι τομείς όπου καταγράφεται η υψηλότερη διάθεση για εξαγορές, είναι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο (59% των επιχειρήσεων διεθνώς σχεδιάζει συμφωνίες), τα καταναλωτικά προϊόντα και το λιανεμπόριο (59%), η ενέργεια και οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας (58%), τα προϊόντα μεταποιητικής βιομηχανίας (55%) και ο τομέας της υγείας (51%). Στην Ελλάδα, η υψηλότερη διάθεση για εξαγορές καταγράφεται στους τομείς των καταναλωτικών προϊόντων και του λιανεμπορίου (50%), καθώς και των μεταφορών (40%).

Καθώς η οικονομική ανάπτυξη παραμένει υποτονική, οι επιχειρήσεις επιδιώκουν να ενισχύσουν τις προοπτικές τους στο εξωτερικό, με το 74% των ερωτηθέντων, τόσο διεθνώς, όσο και στην Ελλάδα, να εξετάζει διασυνοριακές Σ&Ε.

Οι επιχειρήσεις εξετάζουν ένα ευρύ φάσμα γεωγραφικών περιοχών, προκειμένου να στηρίξουν τους στρατηγικούς τους στόχους. Η Δυτική Ευρώπη αποτελεί και πάλι την πρώτη επιλογή, καθώς οι επιχειρήσεις επιδιώκουν να επωφεληθούν των σχετικά χαμηλότερων αποτιμήσεων και της φθηνότερης χρηματοδότησης. Η ροή των επενδύσεων από την Κίνα, αναμένεται να συνεχισθεί, καθώς οι κινεζικές επιχειρήσεις αναζητούν περιουσιακά στοιχεία με σημαντικά πνευματικά δικαιώματα (όπως πατέντες, εταιρείες με τεχνογνωσία, κλπ.). Οι κινεζικές εταιρείες έχουν ήδη επενδύσει περισσότερα από εκατό δις δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία του εξωτερικού, από το Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο του 2016 – η μεγαλύτερη αξία που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα.

Οι ισχυρές οικονομικές προοπτικές ενισχύουν τη διάθεση για Σ&Ε, καθώς τα στελέχη των επιχειρήσεων δε φαίνεται να επηρεάζονται από την αστάθεια της αγοράς κατά το πρώτο τρίμηνο του 2016.

Όπως είναι αναμενόμενο, τα στελέχη των ελληνικών επιχειρήσεων είναι πιο συγκρατημένα ως προς τις αναπτυξιακές προοπτικές. Ενώ διεθνώς, το 36% των στελεχών αναμένει ελαφρά βελτίωση της παγκόσμιας οικονομίας, μόλις το 8% των στελεχών στην Ελλάδα προβλέπει βελτίωση της ελληνικής οικονομίας, ποσοστό ιδιαίτερα μειωμένο έναντι του 32% τον Οκτώβριο και του 38% τον Απρίλιο του 2015.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, ορισμένες επιφυλάξεις παραμένουν. Η αυξημένη παγκόσμια και περιφερειακή πολιτική αστάθεια, κυρίως στη Μέση Ανατολή, την Κορεατική Χερσόνησο και τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, καταγράφονται ως οι υψηλότεροι κίνδυνοι.

Ένας δυνητικός κίνδυνος ως προς τις μελλοντικές, μεγάλες συμφωνίες (μεγαλύτερες των 10 δισ. δολ.), είναι η ανησυχία των στελεχών για το ρυθμιστικό περιβάλλον και την εποπτεία του ανταγωνισμού. Αυτό έχει επηρεάσει τις πρόσφατες συμφωνίες, καθώς οι αρχές παρεμβαίνουν περισσότερο σε ορισμένες περιπτώσεις συγχωνεύσεων, οι οποίες θα οδηγούσαν σε υπερσυγκέντρωση μεριδίων αγοράς στους εν λόγω κλάδους. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εξετάσουν πώς θα ανταποκριθούν σε αυτές τις προκλήσεις, κατά την αξιολόγηση παρόμοιων συμφωνιών.

Παρά τις ανησυχίες αυτές, τα επίπεδα εμπιστοσύνης ως προς τις Σ&Ε παραμένουν υψηλά και τα στελέχη δεν αναμένουν σημαντικούς συστημικούς κινδύνους, πράγμα που επιβεβαιώνεται από την έντονη διάθεση για συμφωνίες και το σημαντικό αριθμό των υπό εξέταση συμφωνιών.


Exit mobile version