Την πώληση του 40% υδροηλεκτρικών και λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ απαιτούν οι δανειστές

Αναπόφευκτο είναι για την κυβέρνηση το «πωλητήριο» της ΔΕΗ, που θα σηματοδοτήσει την έναρξη, με καθυστέρηση σχεδόν δύο δεκαετιών, της πραγματικής απελευθέρωσης της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού και μία από τις μεγαλύτερες αναδιαρθρώσεις της ελληνικής οικονομίας.

Οι θεσμοί, όπως σαφώς προκύπτει από το προσχέδιο του μνημονίου που έχουν παραδώσει στην κυβέρνηση και αποκαλύπτει η «Κ» έχοντας πλήρη εικόνα για τα αδιέξοδα που έχει προκαλέσει στην αγορά και τη ΔΕΗ ο σχεδιασμός Σκουρλέτη, εμφανίζονται αποφασισμένοι να επιβάλουν δομικά μέτρα για το σπάσιμο του μονοπωλίου της ΔΕΗ στους λιγνίτες και τα νερά.

Προτείνουν την πώληση του 40% του λιγνιτικού και υδροηλεκτρικού παραγωγικού δυναμικού της επιχείρησης και μάλιστα σε ένα ιδιαίτερα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που περιλαμβάνει έναρξη της διαδικασίας τον Ιούλιο και ολοκλήρωσή της εντός του πρώτου εξαμήνου του 2018. Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, επιχειρεί μέσω των διαπραγματεύσεων να περιορίσει κατά το δυνατόν το προς πώληση χαρτοφυλάκιο της ΔΕΗ και να το μεταθέσει για αργότερα, προκειμένου να διασφαλίσει τη δυνατότητα μιας καλύτερης πολιτικής και επικοινωνιακής διαχείρισης, αφού μέχρι πρότινος κρατούσε ψηλά τη σημαία της «δημόσιας και ισχυρής ΔΕΗ».

Το «πωλητήριο» της ΔΕΗ, παρά τις περί αντιθέτου κυβερνητικές διαψεύσεις, είχε δρομολογηθεί από τα μέσα του περασμένου Δεκεμβρίου, όπως εγκαίρως είχε εκτιμήσει η «Κ» λόγω δύο κρίσιμων παραγόντων, τους οποίους και επικαλούνται οι θεσμοί στο προσχέδιο. Ο πλέον καθοριστικός ήταν η απόφαση του 2008 της Ε.Ε. που ζητούσε πρόσβαση τρίτων στον λιγνίτη μέσω της πώλησης του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, η οποία επικυρώθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με απορριπτική απόφαση της προσφυγής της ΔΕΗ στις 15/12/2016. Ο δεύτερος παράγοντας ήταν η αναποτελεσματική εφαρμογή των ΝΟΜΕ (δημοπρασίες ισχύος), καθώς τον Νοέμβριο, και ενώ μέχρι τότε τα μερίδια των ανεξάρτητων παρόχων ακολουθούσαν ανοδική τάση, μειώθηκαν και το μερίδιο της ΔΕΗ ενισχύθηκε με ποσοστό 1%.

Τους δύο αυτούς παράγοντες επικαλούνται οι θεσμοί στο προσχέδιο του μνημονίου για την επιβολή δομικών μέτρων, όπου αναφέρεται χαρακτηριστικά:

«Υπό το φως της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την υπόθεση του μονοπωλίου στους ελληνικούς λιγνίτες, όπως πρόσφατα δέχθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα και εντός των τεθέντων χρονοδιαγραμμάτων οι καθυστερήσεις σε ό,τι αφορά τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στη χονδρική και τη λιανική αγορά κάτω από το 50% με μόνιμο τρόπο, η Ελληνική Δημοκρατία θα εφαρμόσει δομικά μέτρα». Αυτά είναι:

1. Εκχώρηση παραγωγής λιγνίτη και υδροηλεκτρικών σε ποσοστό που να μειώνει τη συνολική παραγωγή της ΔΕΗ κατά 40%, σε εναλλακτικούς προμηθευτές μέσα από τη δημιουργία και τη διάθεση μιας ή περισσοτέρων χωριστών εταιρειών (σ.σ. μία ή πολλές Μικρές ΔΕΗ).

2. Η ΔΕΗ δεν θα έχει καμία συμμετοχή ή σύνδεση με οποιαδήποτε εκχωρούμενη οντότητα, απαγορευτικό που ισχύει και για τον τομέα της προμήθειας. Ο όρος αυτός ουσιαστικά απορρίπτει το σχέδιο της ΔΕΗ για συμμετοχή με μειοψηφικό πακέτο στα υπό παραχώρηση εταιρικά σχήματα.

3. Το ελληνικό Δημόσιο ή οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή επιχείρηση που συμμετέχει ή ελέγχεται από το ελληνικό Δημόσιο άμεσα ή έμμεσα δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει στις εταιρείες που θα εκποιηθούν. Η ρύθμιση αυτή αφήνει εκτός διεκδίκησης μονάδων τα ΕΛΠΕ, τα οποία συμμετέχουν στην παραγωγή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της Εlpedison.

Ως προς το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των μέτρων το προσχέδιο του μνημονίου αναφέρει ότι:

Μέχρι τον Ιούλιο 2017 κυβέρνηση και θεσμοί θα πρέπει να συμφωνήσουν στο λεπτομερές σχέδιο για την εκχώρηση των μονάδων. Τον Σεπτέμβριο του 2017 θα πραγματοποιηθεί έρευνα αγοράς, βάσει της οποίας η ελληνική κυβέρνηση θα προσαρμόσει την πρότασή της για τις προς εκχώρηση μονάδες, η οποία στον Οκτώβριο θα γίνει νομικά δεσμευτική. «Τα διαρθρωτικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως και άνευ όρων εντός του πρώτου εξαμήνου του 2018» με την εκδήλωση ενδιαφέροντος για τους υποψήφιους επενδυτές να έχει ξεκινήσει τον Νοέμβριο του 2017 για να ακολουθήσει τον Φεβρουάριο του 2018 η υποβολή δεσμευτικών προσφορών και οι υπογραφές των συμφωνιών μεταβίβασης τον Μάρτιο του 2018.

Διέξοδο αναζητεί και η Επιχείρηση

Η πώληση μονάδων της ΔΕΗ για τους συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρισμού αποτελεί μονόδρομο και αναμένουν την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για να σχεδιάσουν τα πλάνα τους. Διέξοδο μέσω της πώλησης μονάδων από τη δυσμενή θέση στην οποία έχει περιέλθει λόγω και των επιβαρύνσεων από τις ρυθμίσεις Σκουρλέτη, αναζητεί και η ΔΕΗ στη διοίκηση της οποίας είναι πλέον εδραιωμένη η άποψη «καλύτερα μια ΔΕΗ μικρή και ισχυρή παρά μεγάλη και προβληματική».

Εδώ και καιρό, εξάλλου, ο επικεφαλής της Επιχείρησης Μανώλης Παναγιωτάκης έχει γίνει αποδέκτης προτάσεων για πώληση μονάδων από το σύνολο των εγχώριων ενεργειακών ομίλων αλλά και από την ιταλική Εdison. Στο σύνολό τους επίσης οι επενδυτές ζητούν «πακέτα» λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών, καθώς το κόστος λειτουργίας των λιγνιτικών σταθμών σε όλη την Ευρώπη βαίνει αυξανόμενο λόγο των επιβαρύνσεων από τα μέτρα για την κλιματική αλλαγή. Ως εκ τούτου, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης δύσκολα θα πείσει τους θεσμούς να εξαιρέσουν από τις πωλήσεις τις υδροηλεκτρικές μονάδες της ΔΕΗ με βασικό επιχείρημα ότι η μεταβίβασή τους θα έχει προβλήματα και θα μπλοκαριστεί στο ΣτΕ, όπως είχε γίνει και με την προσπάθεια πώλησης της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ. Το γεγονός ότι η λειτουργία των υδροηλεκτρικών μονάδων συνδέεται και με τη χρήση υποχρεωτικών νερών για άρδευση και ύδρευση, καθιστά ούτως ή άλλως νομικά πολύπλοκη τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης υδροηλεκτρικών, όχι όμως αδύνατη. Οι επενδυτές, πάντως, φαίνεται να έχουν αξιολογήσει και αυτή την παράμετρο και κάποιοι εξ αυτών κινούνται στην κατεύθυνση συνεργασιών με την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ. Διεργασίες σε επιχειρηματικό επίπεδο για συμπράξεις βρίσκονται ούτως ή άλλως σε εξέλιξη ενόψει του σχεδίου πώλησης μονάδων της ΔΕΗ και αναμένεται να ενταθούν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Η συζήτηση στο εσωτερικό της ΔΕΗ αλλά και στην αγορά κινείται επί του παρόντος γύρω από το ποιες μονάδες θα διατεθούν προς πώληση, εάν θα συνδυασθούν και με ορυχεία (στην περίπτωση των λιγνιτικών) και βάσει ποιας αποτίμησης θα διαμορφωθεί το τίμημα. Σε ό,τι αφορά τα υδροηλεκτρικά, το επενδυτικό ενδιαφέρον εστιάζεται στις δύο μονάδες του Νέστου (Θησαυρός και Πλατανόβρυση) συνολικής ισχύος 494 MW, καθώς και στις μονάδες Πουρνάρι 1 και 2 στον ποταμό Αραχθο, συνολικής ισχύος 336 MW. Aπό τις 14 ενεργές λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ, το μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον συγκεντρώνει η 5η μονάδα του Αγ. Δημητρίου, ισχύος 342 MW, όπως και η Μελίτη 1, ισχύος 330 MW, που αποτελούν τις πιο σύγχρονες και αποδοτικές μονάδες της ΔΕΗ. Eνδιαφέρον έχει εκφραστεί σύμφωνα με πληροφορίες και για τις μονάδες 1 και 2 του Αμυνταίου, ισχύος 273 MW εκάστη, οι οποίες προορίζονται για απόσυρση το 2020. Σε ό,τι αφορά την αποτίμηση, η πλευρά της ΔΕΗ προκρίνει ως πλέον δόκιμη μέθοδο την εκτίμηση χρηματορροών από κάθε μονάδα σε βάθος 20ετίας και την αναγωγή τους σε σημερινές τιμές.

Πηγή: Καθημερινή


Exit mobile version