Τι ετοιμάζουν οι Τράπεζες για τα «κόκκινα» δάνεια

Στην αποκρυπτογράφηση της ρύθμισης για τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια, ιδίως γι’ αυτά των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων, επιδίδονται τα επιτελεία των τραπεζών, ενώ σαφέστερη είναι η εικόνα για τα δάνεια των μεγάλων επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη οι αλλαγές που έγιναν στη ρύθμιση των κόκκινων και προβληματικών δανείων φέρνουν σίγουρα δύο θετικά για τους οφειλέτες στοιχεία, ωστόσο «ανοίγουν την περίμετρο για την ένταξη περισσότερων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων».

Μία ακόμη παράμετρος είναι ότι αρκετές χιλιάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έχουν δάνεια σε περισσότερες από μία τράπεζες και σύμφωνα με τις ίδιες πηγές το ζήτημα περιπλέκεται καθώς «πρέπει οι τράπεζες να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Δεν είναι ανέφικτο, αλλά έχει κάποιες δυσκολίες», αναφέρουν χαρακτηριστικά.

Στο πλαίσιο της αποκρυπτογράφησης οι τράπεζες προσπαθούν, όπως τονίζουν τα αρμόδια στελέχη, να ξεσκαρτάρουν τα δάνεια καθώς ένας ικανοποιητικός αριθμός αντιστοιχεί σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν παύσει τη δραστηριότητά τους. «Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι αρκετές χρωστούν σε περισσότερες τράπεζες περιορίζει τον αριθμό των εταιρειών που δυνητικά μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση, περίπου στις 100.000-120.000 από 180.000 όπως τις μέτρησε το υπουργείο Ανάπτυξης» αναφέρουν στελέχη των τραπεζών.

 

Τα συν και τα πλην

 

Θετική, χαρακτηρίζουν, για τον οφειλέτη την διάταξη που προβλέπει ότι δύναται να γίνει διαγραφή τραπεζικού χρέους έως 500.000 ευρώ. Στο αρχικό νομοσχέδιο προβλεπόταν η επιχείρηση να έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές έως 500.000 ευρώ. Η αλλαγή είναι υπέρ της επιχείρησης και μάλιστα ανοίγει πολύ το εύρος των επιχειρήσεων καθώς με δεδομένο ότι τα 500.000 ευρώ αντιστοιχούν στη δυνατότητα κουρέματος έως 50% θα μπορούν να κάνουν χρήση της ρύθμισης όλα τα δάνεια μέχρι 1 εκατ. ευρώ, κάτι που εμμέσως αποκλειόταν στο αρχικό σχέδιο καθώς το κούρεμα θα ήταν μικρότερο. Το άνοιγμα αυτό μεταφράζεται σε μεγαλύτερο κόστος για το τραπεζικό σύστημα.

Στα θετικά τόσο για τον δανειολήπτη όσο και για την τράπεζα εντάσσουν οι τραπεζίτες τον όρο βάσει του οποίου ο οφειλέτης θα πρέπει πρώτα να ρυθμίσει τα χρέη προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.

«Η συνολική και όχι η αποσπασματική αντιμετώπιση των χρεών ήταν πάγιο αίτημα τόσο των τραπεζών όσο και της τρόικας. Έγινε με μία παραλλαγή καθώς με βάση το αρχικό σχέδιο οι τράπεζες ήταν οι απόλυτοι ρυθμιστές μιας και πρώτα θα έπρεπε να ρυθμισθεί το δάνειo και μετά τα χρέη προς το δημόσιο», τονίζει ένας εκ των συνομιλητών μας και προσθέτει: «Η αντίστροφή διαδρομή, δηλαδή πρώτα τα χρέη του δημοσίου και μετά της τράπεζας, δημιουργεί επιπλέον γραφειοκρατία, ωστόσο ικανοποιεί το πάγιο αίτημα».

Σημαντική είναι η παρατήρηση των τραπεζών ότι πρέπει το ποσοστό των προστίμων και προσαυξήσεων των χρεών προς την εφορία και τα ταμεία να μην είναι μόλις 20% (σ.σ. που προέβλεπε το αρχικό σχέδιο), αλλά μεγαλύτερο και ευθυγραμμισμένο με τα αντίστοιχα ποσοστά που προβλέπει η ρύθμιση για τα ληξιπρόθεσμα του δημοσίου.

«Αυτό επετεύχθη καθώς ο οφειλέτης όταν θα πάει να ρυθμίσει τα χρέη προς την εφορία και τα ταμεία θα κάνει χρήση του ποσοστού διαγραφής των προστίμων και προσαυξήσεων (από 20% έως και 90% ανάλογα με τον τρόπο ρύθμισης), μετά θα έρθει στην τράπεζα να ρυθμίσει το δάνειο και αφού γίνει αυτό θα επιστρέψει στην εφορία και στο ταμείο για να πάρει ένα επιπλέον 20% στη διαγραφή προστίμων και προσαυξήσεσων», ανέφερε τραπεζίτης.

Exit mobile version