Εγκύκλιο για τον τρόπο που θα συνταξιοδοτούνται οι ασφαλισμένοι του Δημοσίου τομέα με καθεστώς διαδοχικής ασφάλισης εξέδωσε ο e -ΕΦΚΑ.
Παράλληλα επισημαίνεται πως το 52 έτος ηλικίας είναι το ελάχιστο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης για τους πολίτες που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά έως τις 31 Δεκεμβρίου του 1992 από το πρώην Δημόσιο, ενώ το 62 έτος θα είναι το όριο για όσους ασφαλίστηκαν από την 1η Ιανουαρίου του 1993 και μετά.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν το διαχωρισμό, ένας δημόσιος υπάλληλος θα πρέπει να είχε συμπληρώσει έως τις 31 Δεκεμβρίου 1992 το 52 έτος της ηλικίας του εάν επιθυμεί να συμπληρώσει συνταξιοδοτικό αίτημα. Αυτό ισχύει για παλιό συνταξιούχο που είναι ασφαλισμένος από το 1983 μέχρι το 1992 και το 62 έτος ηλικίας είναι εάν έχει υπαχθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 1993 στην ασφάλιση
Η εγκύκλιος
Αναλυτικά, ο Φορέας αναφέρει σε εγκύκλιο του τα εξής:
Σύμφωνα με τις εγκύκλιες οδηγίες του e-ΕΦΚΑ (εγκ. 37/2017 και 50/2020) σε συνέχεια οδηγιών του εποπτεύοντος Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, το αίτημα του ασφαλισμένου ή των μελών της οικογένειάς του για την απονομή σύνταξης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, εξετάζεται αρχικά από τον τελευταίο τ. ΦΚΑ ο οποίος ελέγχει τις κάτωθι προϋποθέσεις:
Α) Να έχει πραγματοποιήσει στον φορέα αυτό τον κατ’ ελάχιστο αριθμό ημερών ασφάλισης που απαιτείται με βάση τη νομοθεσία (1000 ημέρες ασφάλισης συνολικά από τις οποίες 300 ημέρες ασφάλισης την τελευταία πενταετία),
Β) Να πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτεί η νομοθεσία του τελευταίου τ. ΦΚΑ με βάση το συνολικό χρόνο ασφάλισης στον οποίο περιλαμβάνεται και ο διαδοχικός χρόνος. Στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος δεν πραγματοποίησε τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης ή τον έχει πραγματοποιήσει αλλά δεν πληροί της προϋποθέσεις που απαιτεί η νομοθεσία
του τελευταίου φορέα, τότε το αίτημα συνταξιοδότησης διαβιβάζεται στον αμέσως προηγούμενο τ. φορέα στον οποίο πραγματοποίησε τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο Νόμο.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να κριθεί η αίτηση από τον/τους προηγούμενο/ους φορέα/είς, μετά την κρίση από τον τελευταίο τ. ΦΚΑ είναι: Ο ασφαλισμένος που ζητά να συνταξιοδοτηθεί λόγω γήρατος να έχει συμπληρώσει ένα από τα όρια ηλικίας που προβλέπει η νομοθεσία του τελευταίου ενταχθέντα φορέα ή στην περίπτωση συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας να έχει κριθεί ανάπηρος με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπει η νομοθεσία του τελευταίου πρώην φορέα.
Όσο για τη συνταξιοδότηση λόγω θανάτου των μελών της οικογένειας του ασφαλισμένου δεν απαιτείται καμία προϋπόθεση. Κατά συνέπεια για να δικαιωθεί ο ασφαλισμένος ή τα μέλη της οικογένειάς του σύνταξης από τον e-ΕΦΚΑ, με τις διατάξεις της νομοθεσίας του προηγούμενου φορέα στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τον περισσότερο χρόνο (στον οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται ο χρόνος του τελευταίου φορέα), πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπουν οι διατάξεις της νομοθεσίας του με ολόκληρο το χρόνο της διαδοχικής ασφάλισης. Συγκεκριμένα, για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος, στην περίπτωση που τελευταίος φορέας ασφάλισης είναι το τ. Δημόσιο, θα πρέπει να πληρούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- Σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 1αα του Ν.4670/2020, θα πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί στο Δημόσιο χίλιες (1.000) ημέρες ασφάλισης εκ των οποίων τριακόσιες (300) ημέρες την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της ασφάλισης.
- Να έχει συμπληρώσει ο ασφαλισμένος μία από τις προϋποθέσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος με βάση τη νομοθεσία του.
Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για συνταξιοδότηση από το τ. Δημόσιο, τότε το αίτημα κρίνεται από τον τ. ΦΚΑ στον οποίο ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης.
Εφόσον δεν συγκεντρώνονται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του προηγούμενου φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης στην οποία
πραγματοποιήθηκαν οι περισσότερες ημέρες ασφάλισης, τότε το συνταξιοδοτικό δικαίωμα κρίνεται με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών ασφάλισης. Σε περίπτωση που δεν συγκεντρώνονται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία κάποιου από τους ενταχθέντες, πλην του τελευταίου στον e-Ε.Φ.Κ.Α. φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στους οποίους έχει χωρίσει ασφάλιση, τότε η αίτηση συνταξιοδότησης απορρίπτεται.
Για να ισχύσουν τα παραπάνω, δηλαδή να διαβιβαστεί από το τ. Δημόσιο το συνταξιοδοτικό αίτημα και η κρίση του να πραγματοποιηθεί από τον προηγούμενο τ. φορέα με τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης, ο ασφαλισμένος θα πρέπει να έχει συμπληρώσει ένα από τα όρια ηλικίας που προβλέπει η νομοθεσία του Δημοσίου.
Σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του τ. Δημοσίου, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν και ισχύουν με τη γενική Νομοθεσία περί καθορισμού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και έχουν
ανακαθοριστεί με την αρχή της εξίσωσης των φύλων, ήτοι τις διατάξεις:
του ΠΔ 169/2007, τις διατάξεις του Ν.3865/2010 όπως αντικαταστάθηκαν και ισχύουν με το άρθρο 1 του Ν.4336/2015, το άρθρο 3 του Ν.2084/1992 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, το άρθρο 1 υποπαρ. Β2 του Ν.4093/2012, κρίνεται ότι ελάχιστο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης για το πρώην Δημόσιο για όσους ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά έως 31/12/1992 είναι το 52ο έτος ηλικίας ενώ για όσους ασφαλίστηκαν από 01/01/1993 και μετά το 62ο έτος.
Ως εκ τούτου, κατά την εξέταση του συνταξιοδοτικού αιτήματος από τις Υπηρεσίες του πρώην Δημοσίου με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης και προκειμένου το αίτημα
να διαβιβαστεί στον προηγούμενο τ. ΦΚΑ, θα πρέπει ο αιτών ασφαλισμένος να έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας:
α) των 52 ετών εφόσον έχει υπαχθεί στην ασφάλιση έως την 31/12/1992 και
β) 62 ετών προκειμένου για τους υπαχθέντες στην ασφάλιση μετά την 01/01/1993.
Διαβάστε ολόκληρη την εγκύκλιο εδώ
