Σε διαφορετική τροχιά αναμένεται να κινηθούν την ερχόμενη εβδομάδα οι διοικήσεις της Fed και της ΕΚΤ στο θέμα των επιτοκίων.
Συγκεκριμένα:
- Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ εκτιμάται πως θα μειώσει τα επιτόκια της στη συνεδρίαση της Τετάρτης. Δηλαδή το βασικό της επιτόκιο θα μειωθεί κατά 25 μονάδες βάσης και διαμορφωθεί στο 3,75% – 4%.
- Ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να διατηρήσει σταθερό το επιτόκιο της στη συνεδρίαση της Πέμπτης.
Η ΕΚΤ
Όσον αφορά την ΕΚΤ, επισημαίνεται πως το επιτόκιο καταθέσεων υπολογίζεται πως θα διατηρηθεί για τρίτη φορά μετά τον Ιούνιο στο 2%, αφού πρώτα μειώθηκε συνολικά κατά 200 μονάδες βάσης (2 ποσοστιαίες μονάδες) στο προηγούμενο 12μηνο.
Μάλιστα ο κύκλος για τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ φαίνεται να έχει κλείσει μέχρι να υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στις προοπτικές για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη. Αυτές όμως δεν φαίνονται σήμερα στον ορίζοντα.
Οι προβλέψεις της ΕΚΤ και διεθνών οικονομικών οργανισμών συγκλίνουν στο ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να τρέχει με ρυθμό περί το 2% έως το τέλος του έτους και ότι το 2026 και η ανάπτυξη θα κινηθεί με ρυθμό άνω του 1%, ενώ δεν φαίνεται να υπάρξει ύφεση.
Παρόλο που οι προβλέψεις μπορεί να αλλάξουν, τα 26μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ τις στηρίζουν όλο και περισσότερο μετά την συμφωνία που έχει υπάρξει μεταξύ των ΕΕ-ΗΠΑ για το εμπόριο. Αυτό έχει μειώσει αισθητά την αβεβαιότητα για τον αντίκτυπο των αμερικανικών δασμών.
Συνεπώς υπάρχει ένα πολύ μικρό ενδεχόμενο να επιβραδυνθεί σημαντικά ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της Ευρωζώνης αλλά και να πέσει κάτω του 2% ο πληθωρισμός . Εάν συμβεί αυτό, τότε είναι πιθανό να ήταν αναγκαία η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων.
Την άποψη αυτή εξέφρασαν τις τελευταίες εβδομάδες κορυφαίοι παράγοντες της κεντρικής τράπεζας. Μάλιστα η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι η Ευρωζώνη αντεπεξήλθε στο θέμα των αμερικανικών δασμών καλύτερα απ’ ό,τι αναμενότανκαι αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό να είναι πλέον «πολύ περιορισμένοι».
Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος τόνισε την περασμένη Τετάρτη πως το υφιστάμενο επίπεδο των επιτοκίων είναι το ιδανικό. Προσθέτοντας τη μόνιμη επωδό στις ανακοινώσεις της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. «Οι αποφάσεις για τα επιτόκια δεν είναι προκαθορισμένες και θα λαμβάνονται σε κάθε συνεδρίαση».
Αντίστοιχα, ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιόαχιμ Νάγκελ, δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα ότι δεν βλέπει λόγο να αλλάξουν τα επιτόκια καθώς δεν αναμένονται να υπάρξουν σημαντικές διαφοροποιήσεις στην πορεία της οικονομίας. «Δεν βλέπω κανέναν λόγο να αλλάξει κάτι, αν δεν υπάρξει κάτι νέο. Και δεν βλέπω από πού θα μπορούσε να προκύψει αυτό», πρόσθεσε.
Οικονομολόγοι και άνθρωποι της αγοράς συμφωνούν με τις προβλέψεις των αξιωματούχων της ΕΚΤ. Συγκεκριμένα,
Σχεδόν 3 στους 4 από τους 88 οικονομολόγους που συμμετείχαν σε έρευνα του Reuters εκτιμούν πως η ΕΚΤ θα διατηρήσει το επιτόκιο καταθέσεων στο 2% έως το τέλος του 2025,, ωστόσο περισσότεροι από τους μισούς θεωρούν ότι δεν θα υπάρξει καμία μεταβολή του και έως το τέλος του 2026.
Μάλιστα οι άνθρωποι της αγοράς εκτιμούν πως θα υπάρξει μία ακόμη μείωση επιτοκίων 25 μονάδων βάσης στο τέλος του 2026.
Η Fed
Σε αντίθεση με την ΕΚΤ, η Fed φαίνεται να είναι διατεθειμένη να συνεχίσει τις μειώσεις επιτοκίων, τις οποίες επανεκκίνησε τον Σεπτέμβριο, ύστερα από μία 9μηνη περίοδο αναμονής.
Υπενθυμίζεται δε πως η Fed είχε διατηρήσει σταθερά τα επιτόκια της από τον Δεκέμβριο του 2024, μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ . Δεδομένου ότι οι δασμοί ενισχύουν τον πληθωρισμό διότι αποτελούν φόρο που επιβάλλεται στα εισαγόμενα προϊόντα, ο πρόεδρος της Fed είχε αναφερθεί στον κίνδυνο αυτό και είχε τονίσει πως η κεντρική τράπεζα θα τηρούσε στάση αναμονής μέχρι να φανεί ο αντίκτυπος αυτών στον πληθωρισμό αλλά και γενικότερα στην αμερικανική οικονομία.
Πράγματι οι δασμοί επηρέασαν την πορεία του πληθωρισμού των ΗΠΑ. Αυτός διαμορφώθηκε τον Σεπτέμβριο στο 3% σε ετήσια βάση από 2,3% που ήταν τον Απρίλιο -την περίοδο που ο Τραμπ
-είχε ανακοινώσει τους λεγόμενους «ανταποδοτικούς» δασμούς έναντι όλων σχεδόν των χωρών του κόσμου – αλλά λιγότερο απ’ ό,τι αναμενόταν από πολλούς αναλυτές και διεθνείς οργανισμούς.
Πάντως το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ έχουν προειδοποιήσει ότι ο αντίκτυπος των δασμών στον πληθωρισμό δεν έχει ακόμη φανεί πλήρως καθώς σε πρώτη φάση οι εισαγωγικές επιχειρήσεις τους απορρόφησαν εν μέρει, εις βάρος του περιθωρίου κέρδους τους.
Παράλληλα, όμως, οι δασμοί είχαν ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας και τη χαλάρωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας, με τις προσλήψεις να μειώνονται στο χαμηλότερο επίπεδο από την πρώτη περίοδο του κορονοϊού και το ποσοστό ανεργίας να αυξάνεται πάνω από το 4%.
Τον λόγο αυτόν επικαλέστηκε τον περασμένο μήναο Πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελγια την επανεκκίνηση της μείωσης των επιτοκίων.
Και για ίδιο λόγο η Fed αναμένεται να μειώσει τα επιτόκια της στη συνεδρίαση της ερχόμενης Τετάρτης.
