Φόβοι για διπλό «ψαλίδι» στις νέες συντάξεις

Μπροστά στο ισχυρό ενδεχόμενο περαιτέρω περικοπών στις ήδη μειωμένες
συντάξεις, που θα εκδοθούν σύμφωνα με τον νέο τρόπο υπολογισμού, όπως προβλέπεται
στον πρόσφατο ασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου, βρίσκονται εκατοντάδες χιλιάδες
ασφαλισμένοι, καθώς δεν έχει διευκρινιστεί εάν θα εφαρμοστούν σε αυτές τις περικοπές
των προηγούμενων μνημονίων, που δεν έχουν κριθεί αντισυνταγματικές από το
Συμβούλιο της Επικρατείας.


Από την εισηγητική έκθεση του νόμου 4387 του 2016, διαφαίνεται ότι θα
γίνουν σεβαστές οι επιταγές της δικαιοσύνης, όμως σε ολόκληρο το κείμενο του
νόμου δεν γίνεται ρητή αναφορά για το εάν θα εξακολουθήσουν να ισχύουν οι
ειδικές εισφορές – μειώσεις που επιβλήθηκαν με τους μνημονιακούς νόμους του
2010 και του 2011 (οι περικοπές του 2012 κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το
ΣτΕ). Ούτε βέβαια τα σχετικά άρθρα των νόμων βρίσκονται στη λίστα με τις «υπό
κατάργηση διατάξεις», καθώς όπως εξηγούν στελέχη του υπουργείου Εργασίας, οι μειώσεις
ισχύουν για τις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις και δεν θα μπορούσαν να
καταργηθούν.


Μάλιστα, μία εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας, σύμφωνα με την «Καθημερινή»,
ήρθε να επιτείνει την αγωνία των ασφαλισμένων και να προκαλέσει σύγχυση στα
γραφεία των νομικών, καθώς προβλέπει ότι η εισφορά υπέρ ΕΟΠΥΥ της τάξης του 6%,
στις νέες συντάξεις, που θα υπολογιστούν με τον νέο τρόπο υπολογισμού (Β.
4387/2016), δηλαδή θα αποτελούν άθροισμα εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης, θα
υπολογίζεται επί του ακαθάριστου ποσού, εφόσον αφαιρεθούν «τα ποσά της εισφοράς
αλληλεγγύης συνταξιούχων του άρθρου 38 του νόμου 3863/2010, όπως ισχύει και του
άρθρου 44 του νόμου 3986 του 2011, όπως ισχύει καθώς και τα ποσά που
αντιστοιχούν στις κρατήσεις των νόμων 3865/2010 και 4002/2011 και πριν από τον
φόρο μισθωτών υπηρεσιών»… Πρόκειται για όλες αυτές τις ειδικές εισφορές
αλληλεγγύης που επιβλήθηκαν με τα μνημόνια 1 και 2 και δεν κρίθηκαν από την
δικαιοσύνη αντισυνταγματικές, γιατί έγιναν κάτω από την πίεση «όλως εξαιρετικών
περιστάσεων» και ήταν επιβαλλόμενες κατά την εκτίμηση της τότε κυβέρνησης για
την «άμεση αντιμετώπιση της κρίσεως». Στην πράξη, πρόκειται για τις κλιμακωτές
μειώσεις που επιβλήθηκαν ανάλογα με το μεικτό ποσό της σύνταξης για ποσά άνω
των 1.400 ευρώ. Ξεκινούσε από 3% και έφτασε 14% για ποσά συντάξεων από 3.500
ευρώ και άνω.


Αλλά και για τις επιπλέον κρατήσεις – μειώσεις που επιβλήθηκαν στις κύριες
συντάξεις, εισάγοντας αυτή τη φορά ηλικιακά κριτήρια. Έτσι, όσοι συνταξιούχοι
ήταν μικρότεροι των 60 ετών και λάμβαναν συντάξεις των 1.700 ευρώ υπέστησαν
μειώσεις από 6% έως και 10% για συντάξεις μεγαλύτερες των 3.000 ευρώ.


Το ενδεχόμενο οι μνημονιακές υποχρεώσεις να εφαρμοστούν και επί των νέων, μειωμένων
μεσοσταθμικά κατά 15% – 20%, συντάξεων, καθώς θα υπολογιστούν με χαμηλότερους
συντελεστές αναπλήρωσης, με βάση τις αποδοχές του ασφαλισμένου κατά το σύνολο
του εργάσιμου βίου του, ισχυροποιείται και εξαιτίας της πρόβλεψης του ιδρυτικού
νόμου για την ύπαρξη ενός «μεταβατικού» σταδίου για όσους συνταξιοδοτηθούν από τις
13 Μαΐου 2016 έως και το τέλος του 2018. Για όσους αποχωρήσουν εντός του 2017 η
προσωπική διαφορά θα ανέρχεται στο 1/3 της διαφοράς και το 2018 στο ¼ αυτής,
αντίστοιχα. Στην πράξη, ο νόμος ορίζει ότι όσοι καταθέσουν αίτηση
συνταξιοδότησης έως το τέλος του 2018, θα δουν τις συντάξεις τους υπολογισμένες
τόσο με τον νέο τρόπο (εθνική συν ανταποδοτική) όσο και με τον παλαιό, επί του
οποίου θα επιβληθούν και όλες οι μνημονιακές μειώσεις. Εάν τα δύο αυτά ποσά,
έχουν διαφορά άνω του 20%, οι συνταξιούχοι θα λάβουν το ½ αυτής, ως προσωπική
διαφορά. Συνεπώς, εξηγούν έγκυροι νομικοί κύκλοι, έως το τέλος του 2018 οι
μνημονιακές περικοπές δεν καταργούνται
και θα επηρεάζουν το ύψος, όχι μόνο της σύνταξης, όχι μόνο των παλαιών αλλά και
των νέων σνταξιούχων.






Exit mobile version