Εισπράξεις 15,8 δισ. ευρώ έως το τέλος του έτους για να επιτευχθεί ο στόχος των εσόδων



Iσχυρό πονοκέφαλο στο οικονομικό επιτελείο προκαλούν μία εβδομάδα πριν την επιστροφή των επικεφαλής των δανειστών στην Ελλάδα, τα στοιχεία εκτέλεσης του προυπολογισμού.

Η τρύπα στα έσοδα κατά 2,5 δισ αναγκάζει την κυβέρνηση να καταφύγει σε μεγάλη περικοπή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και στη συγκράτηση άλλων δαπανών, προκειμένου να διασώζει την εικόνα του πρωτογενούς πλεονάσματος που για δεύτερο συνεχόμενο μήνα κινείται οριακά εκτός στόχων.

Πάντως το οικονομικό επιτελείο πρέπει να εισπράττει έως το τέλος του έτος 5 δισ τον μήνα για να είναι το πρόγραμμα εντός στόχων και να μην ενεργοποιηθεί ο κόφτης.
Η επίσημη έναρξη της τρίτης αξιολόγησης, με την παρουσία των επικεφαλής των δανειστών την ερχόμενη Δευτέρα στην Αθήνα συμπίπτει χρονικά με τρία ορόσημα για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, την πορεία των πρωτογενών πλεονασμάτων και την εκταμίευση της δόσης των 800 εκατ. ευρώ.

Στον πίνακα των εσόδων του προσχεδίου προϋπολογισμού κάνει εκτίμηση για έσοδα προϋπολογισμού 49,82 δισ. ενώ στο δελτίο του προϋπολογισμού η ίδια πρόβλεψη (που βασίζεται στο προϋπολογισμό του 2017) κάνει ε εκτίμηση για έσοδα 50, 37 δισ. ευρώ. Ομολογεί δηλαδή ότι η νέα εκτίμηση θα έχει απώλειες εσόδων 550 εκατ. ευρώ.

Πιο χαρακτηριστικό όμως της φορολογικής κόπωσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών είναι η εσωτερική ανακατανομή ανά κατηγορία εσόδων που έφερε το προσχέδιο του προϋπολογισμού.

Η εκτίμηση για τους άμεσους φόροι (εισόδημα ΕΝΦΙΑ) έχει αναθεωρηθεί προς τα κάτω στα 20,37 δισ. ευρώ από 21,52 δισ. ευρώ που προέβλεπε στο κείμενο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018 -2021 που είχε δοθεί στην δημοσιότητα τρείς μήνες νωρίτερα.

Η τρύπα θα ήταν τεράστια και θα ξεπερνούσε το 1 δισ. ευρώ αν δεν γινόταν παράλληλα και μια δεύτερη αναθεώρηση προς τα πάνω κατά 384 εκ ευρώ για τους έμμεσους φόρους.

Συγκεκριμένα σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού η πρόβλεψη για ΕΦΚ ΦΠΑ θέλει για το σύνολο του έτους να φτάνουν τα 27,1 δισ. ευρώ έναντι 26,72 δισ. ευρώ που προέβλεπε το ΜΠΔΣ 2018 -2021.

Όσοι αναζήτησαν την απόκλιση στα έσοδα στη διαφορά μεταξύ των επιστροφών φόρου για το σύνολο του 2017 οι οποίοι στο δελτίο φτάνουν τα 3,26 δισ. ευρώ έναντι των 4,08 δισ. ευρώ που καταγράφεται για το εννιάμηνο έσπευσαν να υπολογίζουν μια καθαρή απόκλιση της τάξης των περίπου 700 εκ ευρώ Αλλά και αυτούς τους διαψεύδει το προσχέδιο του προϋπολογισμού που ανεβάζει το υπόλοιπο των επιστροφών φόρου για φέτος στα 4,7 δισ ευρώ.

Πλέον το παιχνίδι του προϋπολογισμού θα παιχτεί στα υπόλοιπα 12 δις που θα πρέπει να συγκεντρωθούν μέχρι και το τέλος του Ιανουαρίου του 2017 ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του προσχεδίου του προϋπολογισμού.

Ενας στους τρεις σε συνθήκες φτώχειας

Στο μεταξύ έρευνα της Eurostat για το 2016 δείχνει ότι περίπου ο ένας στους τρεις Έλληνες (ποσοστό 38,6%) αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας ενώ το το 21,2% του πληθυσμού, σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας.

Σύμφωνα με τη Eurostat, ένας άνθρωπος βρίσκεται σε κατάσταση φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού όταν αντιμετωπίζει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω προβληματικές καταστάσεις:

Είτε θεωρείται φτωχός (δηλαδή έχει εισοδήματα μικρότερα του 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος), είτε ζει σε κατάσταση ένδειας (δηλαδή στερείται βασικά καταναλωτικά αγαθά, ή αδυνατεί να ανταπεξέλθει σε στοιχειώδεις οικονομικές υποχρεώσεις), είτε ζει σε οικογένεια αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ανεργίας (δηλαδή σε οικογένεια που κανένα μέλος της δεν έχει «κανονική δουλειά»).

Σύμφωνα με την ίδια έρευνα το 22,4%, του πληθυσμού δεν μπορεί να καλύψει βασικές του ανάγκες και το 17,2% ζει σε οικογένεια αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ανεργίας του. Τα αντίστοιχα μέσα ποσοστά στην ΕΕ είναι 17,3%, 7,5% και 10,4%.

Εντός της ΕΕ χειρότερες συνθήκες αντιμετωπίζουν μόνο η Βουλγαρία όπου καταγράφεται κίνδυνος φτώχειας 40,4% και η Ρουμανία με κίνδυνο φτώχειας 38,8%.

Στον αντίποδα (με ποσοστά μικρότερα του 20%) βρίσκονται η Τσεχία (13,3%), η Φινλανδία (16,6%), η Δανία (16,7%) και η Ολλανδία (16,8%), η Αυστρία (18%), η Σλοβακία (18,1%), η Γαλλία (18,2%), η Σουηδία (18,3%), η Σλοβενία (18,4%), η Γερμανία και το Λουξεμβούργο(19,7%).


Exit mobile version