Περίοδο χάριτος 36 μηνών αναμένεται να δώσει το υπουργείο
Οικονομικών σε διαχειριστές “κόκκινων” δανείων
προκειμένου να “πιάσουν “τους στόχους εισπράξεων για τους οποίους δεσμεύονται.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα Καθημερινή, το αίτημα για
επιμήκυνση της περιόδου
χάριτος έχει τεθεί από τις εταιρείες
διαχείρισης, οι οποίες λόγω των
οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας αδυνατούν να επιτύχουν τις προβλεπόμενες εισπράξεις
από τα κόκκινα δάνεια με αποτέλεσμα
να απειλείται η επίτευξη των
στόχων για τους οποίους έχουν δεσμευθεί στα επιχειρησιακά πλάνα που έχουν υποβάλει. Η εξέλιξη
αυτή έχει επιπτώσεις στις αμοιβές
που εισπράττουν αλλά και στην προοπτική ενεργοποίησης της κρατικής
εγγύησης, εάν οι στόχοι δεν επιτευχθούν.
Ο
νόμος “Ηρακλής”
Συγκεκριμένα, ο νόμος του “Ηρακλή” προβλέπει ότι:
1.Ο
διαχειριστής μπορεί να αντικαθίσταται σε περίπτωση
κατάπτωσης της εγγύησης του
ελληνικού δημοσίου, υπό την προϋπόθεση ότι για
2 διαδοχικές περιόδους
εκτοπισμού οι συνολικές καθαρές
εισπράξεις από τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των τιτλοποιημένων απαιτήσεων υπολείπονται
κατά 30% τουλάχιστον του συνολικού
προϋπολογισμού των εισπράξεων των αντίστοιχων περιόδων
με βάση το επιχειρηματικό σχέδιο
που υποβλήθηκε για την πιστοληπτική αξιολόγηση των ομολόγων
υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας. H διάταξη
αυτή ενεργοποιείται εφόσον η κατάπτωση
της εγγύησης ή η υστέρηση των καθαρών εισπράξεων
οφείλεται σε πταίσμα του διαχειριστή.
2. Εφόσον κατά
την ημερομηνία καταβολής της αμοιβής του διαχειριστή οι εισπράξεις
που έχει επιτύχει υπολείπονται
κατά 20% αυτών που έχουν προβλεφθεί
στο πλαίσιο των συμβάσεων που έχει υπογράψει με την τράπεζα και το Δημόσιο προκειμένου να δοθεί η κρατική
εγγύηση αναβάλλεται η
καταβολή τουλάχιστον του 20% της αμοιβής που έχει συμφωνήσει.
3.Επίσης
εφόσον κατά την ημερομηνία καταβολής των τόκων
των ομολογιών μεσαίας
εξοφλητικής προτεραιότητας (mezzanine notes), το σύνολο των εισπράξεων που έχουν
πραγματοποιηθεί από την έναρξη της
διαχείρισης του χαρτοφυλακίου
υπολείπεται κατά 20% αυτών που
έχουν προϋπολογιστεί, αναβάλλεται η
καταβολή τουλάχιστον του 20%
του τόκου