Πωλούνται περίπου 50.000 εξοχικές κατοικίες στην Ελλάδα – Οι τιμές είναι ακόμα χαμηλές

«Έλληνες μεσίτες που ασχολούνται με αγοραπωλησίες εξοχικών κατοικιών στην Ελλάδα, “βλέπουν” μετά την περυσινή αύξηση του τζίρου ιδιαιτέρως θετικές προοπτικές και για το 2018, καθώς πολύ αυξημένη εμφανίζεται η ζήτηση σε εξοχικές κατοικίες στα ελληνικά νησιά καθώς και στην ηπειρωτική χώρα» αναφέρει η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt σε άρθρο με τίτλο «Εξοχικές κατοικίες στην Ελλάδα -Οι τιμές είναι ακόμα χαμηλές».

Ο Georg Petras, αντιπρόσωπος της κτηματομεσιτικής γερμανικής εταιρίας Engel & Völkers, κάνει λόγο για μεγάλη δυναμική στη Ρόδο, στη Μύκονο, τη Σαντορίνη, την Πάρο, την Κω ή την Πάτμο, όπου ενδιαφερόμενοι αγοραστές από τη Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία, τις ΗΠΑ, την Ιταλία, τις χώρες του Κόλπου, την Κίνα και τη Ρωσία περιμένουν «στην ουρά» για να αγοράσουν ακίνητα. Για τους επενδυτές από χώρες μη μέλη της Ε.Ε. επιπλέον κίνητρο αποτελεί και η δυνατότητα να λάβουν άδεια παραμονής στην Ελλάδα, τη «χρυσή βίζα», που τους εξασφαλίζει μετακίνηση χωρίς προβλήματα εντός της ζώνης του Σένγκεν, εφόσον επενδύσουν στην Ελλάδα ποσά μεγαλύτερα των 250.000 ευρώ.

«Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα διατίθενται προς πώληση περί τις 50.000 εξοχικές κατοικίες για όλα τα βαλάντια. Ως συνέπεια της οκταετούς οικονομικής ύφεσης, οι τιμές στην Ελλάδα βρίσκονται ακόμη κάτω από το επίπεδο αντίστοιχων ακινήτων σε Ισπανία ή Ιταλία, εξ ου και υπάρχει περιθώριο ανόδου τους» γράφει η Handelsblatt και προσθέτει:

«Σ’ αυτό συνηγορούν εξάλλου το πολύ καλό κλίμα στην Ελλάδα και τα μοναδικά τοπία της χώρας, τα περισσότερα από 2.000 νησιά και η ακτογραμμή της που ξεπερνά σε μήκος αυτήν των Ιταλίας, Ισπανίας και Κύπρου μαζί. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει ένα από τα μικρότερα ποσοστά εγκληματικότητας στην Ευρώπη, ενώ δεν έχει υπάρξει στόχος του “ισλαμικού κράτους”. Πέρυσι τη χώρα επισκέφτηκαν περισσότεροι από 30 εκατ. τουρίστες. Σύμφωνα με τον κτηματομεσίτη Petras, οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές επικεντρώνονται ιδίως σε ακίνητα κόστους από 250.000 ευρώ έως 1 εκατομμύριο ευρώ».


Πηγή πληροφοριών: Handelsblatt, ΑΠΕ – ΜΠΕ

Exit mobile version