Στουρνάρας: Να μειωθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,2% – Οι 8 προκλήσεις για την οικονομία

Την εκτίμηση ότι η οικονομική δραστηριότητα της χώρας θα παραμείνει σε θετική αναπτυξιακή τροχιά, με ρυθμό μεγέθυνσης 1,9% το 2019 και 2,1% το 2020 εξέφρασε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρα μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο με θέμα «Η ελληνική οικονομία 10 χρόνια μετά την κρίση και διδάγματα για το μέλλον για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη»

Ωστόσο ο διοικητής της ΤτΕ προειδοποίησε ότι η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις όπως:

-Υψηλό απόθεμα ΜΕΔ.

-Υψηλό δημόσιο χρέος.

-Έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών
συναλλαγών και αρνητική καθαρή διεθνής επενδυτική θέση.

-Αργός ψηφιακός μετασχηματισμός της
οικονομίας.

-Υψηλό ποσοστό ανεργίας.

-Προβλεπόμενη δημογραφική μείωση του
πληθυσμού.

-Επενδυτικό κενό.

-Επιχειρηματικό περιβάλλον που δεν
είναι φιλικό προς τις επενδύσεις.

















Οι εννέα προϋποθέσεις για διατηρήσιμη
ανάπτυξη

-Μείωση του
υψηλού ποσοστού ΜΕΔ.

-Μείωση του
στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα από 3,5% του ΑΕΠ σε 2,2% του ΑΕΠ έως το 2022
και αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής.

-Διεύρυνση
του πεδίου συνεργασίας δημόσιου-ιδιωτικού τομέα.

-Βελτίωση
της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και της αποδοτικότητας των
δημόσιων επιχειρήσεων.

-Επιτάχυνση
του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και καλύτερη αξιοποίηση της δημόσιας
περιουσίας.

-Εφαρμογή
πιο στοχευμένης πολιτικής για την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.

-Ευελιξία
στην αγορά εργασίας και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών και
υπηρεσιών.

-Διαφύλαξη
της ανεξαρτησίας των θεσμών.

-Ενίσχυση
του «τριγώνου της γνώσης» (εκπαίδευση – έρευνα – καινοτομία) και του ψηφιακού
μετασχηματισμού της οικονομίας.

Πρόοδος που έχει σημειωθεί από την
έναρξη της κρίσης χρέους

-Πρωτοφανής δημοσιονομική προσαρμογή.

-Μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου
τρεχουσών συναλλαγών κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.

-Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ως
προς το κόστος εργασίας και τις τιμές.

-Εφαρμογή ενός τολμηρού προγράμματος
διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

-Αναδιάταξη και ανακεφαλαιοποίηση του
τραπεζικού συστήματος.














Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2009 και η κρίση
δημόσιου χρέους στη ζώνη του ευρώ που επακολούθησε έφεραν στο προσκήνιο τις
αδυναμίες του αρχικού σχεδιασμού της ΟΝΕ, η οποία δεν διέθετε εργαλεία για την
αποτροπή και την αντιμετώπιση της κρίσης. Η ΕΚΤ παρενέβη και έδωσε στις
κυβερνήσεις της ζώνης του ευρώ το χρόνο που χρειάζονταν για να προβούν στις
απαραίτητες ενέργειες για την ενίσχυση της ΟΝΕ (δάνεια προς την Ελλάδα, ίδρυση
του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού
Σταθερότητας (ESM), δημιουργία του
Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού και του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης,
αυστηρότεροι κανόνες ρύθμισης και εποπτείας των τραπεζών κ.λπ.)


Στη σύνοδο κορυφής της ζώνης του ευρώ τον Ιούνιο του 2019, επιτεύχθηκε
ευρεία συμφωνία σχετικά με το δημοσιονομικό μέσο για τη σύγκλιση και την
ανταγωνιστικότητα (BICC) για τη ζώνη του ευρώ, καθώς και σχετικά με την αναθεώρηση του κειμένου
της Συνθήκης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ώστε να προβλεφθούν ένας
κοινός μηχανισμός στήριξης για την εξυγίανση τραπεζών και ένα εργαλείο
προληπτικής χρηματοδοτικής στήριξης.


Οι άλλες προκλήσεις


Η ανάκαμψη της ζώνης του ευρώ από τη χρηματοπιστωτική
κρίση καθυστερεί σε σχέση με την ανάκαμψη των παγκόσμιων ανταγωνιστών της,
αντανακλώντας τις χαμηλές επιδόσεις της παραγωγικότητας και την υστέρηση στην
καινοτομία και τις ψηφιακές τεχνολογίες. Επιπλέον, η γήρανση του πληθυσμού και
η κλιματική αλλαγή δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες για τις μακροπρόθεσμες
προοπτικές της οικονομίας της ζώνης του ευρώ.


Μετά την κρίση, η χρηματοπιστωτική ενοποίηση ανακόπηκε, ενώ και η
διαδικασία οικονομικής σύγκλισης έχει σταματήσει από το 2010. Αυτό δημιούργησε
κοινωνικές εντάσεις, πυροδότησε αντιευρωπαϊκή ρητορική και διάχυτη δυσπιστία
προς τις πολιτικές και τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Brexit, άνοδος του λαϊκισμού). Το
χρηματοπιστωτικό σύστημα συνεχώς εισάγει καινοτομίες, ενώ το έργο των
κανονιστικών αρχών έπεται με κάποια χρονική υστέρηση και τα σκιώδη πιστωτικά
ιδρύματα δεν υπόκεινται σε επαρκή παρακολούθηση και εποπτεία. Άλλες προκλήσεις
πηγάζουν από τους γεωπολιτικούς κινδύνους, τις εμπορικές διενέξεις ή ακόμη και
εμπορικούς πολέμους, ή τους κινδύνους στον κυβερνοχώρο. Ως κεντρικές τράπεζες,
πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για όλα τα ενδεχόμενα.



Οι δράσεις πολιτικής που απαιτούνται
για την εμβάθυνση της ΟΝΕ


Οι
κεντρικές τράπεζες αναμένεται να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν το ενεργητικό
τους, καθώς και εργαλεία όπως η καθοδήγηση σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση
της νομισματικής πολιτικής (forward guidance), συμπληρωματικά προς τα συμβατικά εργαλεία των επιτοκίων, δεδομένου ότι
το πραγματικό κατώτατο όριο των επιτοκίων θα παραμείνει δεσμευτικό εμπόδιο στις
συμβατικές επιτοκιακές πολιτικές υπό συνθήκες χαμηλών επιτοκίων και χαμηλού
πληθωρισμού. Παρ’ όλα αυτά, η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν μπορεί να
σταθεροποιεί την οικονομία επ’ άπειρον. Θα πρέπει να ενεργοποιηθεί και η
δημοσιονομική πολιτική στα κράτη-μέλη που διαθέτουν επαρκή δημοσιονομικό χώρο
και περιθώρια στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.


Για να αντιμετωπίσουμε τις εναπομένουσες
προκλήσεις και να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για μια μελλοντική κρίση,
πρέπει να αναλάβουμε δράση τώρα, προκειμένου να εμβαθύνουμε περαιτέρω την ΟΝΕ.

-Ολοκλήρωση
της Τραπεζικής Ένωσης, με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασφάλισης
Καταθέσεων, και ολοκλήρωση της Ένωσης των Κεφαλαιαγορών.

-Ενοποίηση
και σύνδεση των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών κέντρων στο πλαίσιο της Ένωσης
Κεφαλαιαγορών.

-Δημιουργία
ενός κεντρικού εργαλείου δημοσιονομικής σταθεροποίησης που θα μπορούσε να
προσφέρει αποτελεσματική προστασία απέναντι σε ασύμμετρες διαταραχές που
προκαλούνται από περιφερειακές αναταράξεις.

-Ενίσχυση
και τελική μετατροπή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας σε Ευρωπαϊκό
Νομισματικό Ταμείο.

-Έκδοση
ενός ευρωπαϊκού ασφαλούς τίτλου που θα μπορούσε να ενισχύσει τους ισολογισμούς
των τραπεζών και το διεθνή ρόλο του ευρώ, ενώ παράλληλα θα επιτρέψει την
αποτελεσματική λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ και την
ανάπτυξη των κεφαλαιαγορών της.

-Διασφάλιση
της συμμετρικής λειτουργίας των μηχανισμών οικονομικής εξισορρόπησης, δηλ.
προσαρμογή τόσο στα κράτη-μέλη με εξωτερικά ελλείμματα όσο και στα κράτη-μέλη
με εξωτερικά πλεονάσματα.

-Αντιμετώπιση
του χαμηλού μακροπρόθεσμου ρυθμού ανάπτυξης και της έλλειψης πραγματικής
σύγκλισης.

-Έμφαση
στην επιτάχυνση του ρυθμού ανόδου της παραγωγικότητας, με την πραγματοποίηση
επενδύσεων στις δημόσιες υποδομές, την καινοτομία, την έρευνα και ανάπτυξη και τον ψηφιακό μετασχηματισμό.

-Εφαρμογή
δημοσιονομικής πολιτικής που να προάγει τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς
ανάπτυξη.

-Διασφάλιση
της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος απέναντι στους κινδύνους
που πηγάζουν από την κλιματική αλλαγή.





















Προώθηση
μέτρων επιμερισμού κινδύνου (risk sharing) ταυτόχρονα με μέτρα μείωσης κινδύνου
(risk reduction). Μόνο έτσι μπορεί να μετατραπεί το σημερινό μη συνεργατικό
(non cooperative) παίγνιο μηδενικού αθροίσματος (zero-sum) σε συνεργατικό, από
το οποίο όλοι θα βγαίνουν κερδισμένοι (win-win).


Exit mobile version