Economist κατά Μπάφετ: Δεν είναι τόσο άγιος, όπως εμφανίζεται

Ο Γουόρεν Μπάφετ δεν αποτελεί
πρότυπο καπιταλισμού τονίζει σε ειδική ανάλυση του το Economist. O Γουόρεν
Μπάφετ, o παγκοσμίου φήμης επενδυτής έχει από καιρό ασχοληθεί με την πολιτική.


Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 δειπνούσε με πολλούς αμερικανούς
πολιτικούς στην Ουάσιγκτον. Στη δεκαετία του 1980 ένα Σαββατοκύριακο έπαιζε
γκολφ με τον Ρόναλντ Ρέιγκαν. Βοήθησε
τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ να γίνει ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια το 2003 και το
2008.


Ο Τζον Μακέιν και Μπαράκ Ομπάμα ήθελαν ο Μπάφετ να αναλάβει το
υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ. Η ένταση των παρεμβάσεων του Μπάφετ έχει
αυξηθεί με την πάροδο του χρόνου αυτό αντανακλά εν μέρει την
οικονομική δύναμη του.


Η Berkshire Hathaway, η επενδυτική του εταιρία αξίζει 363 δισεκ.
δολάρια και είναι η 6η πιο πολύτιμη εταιρεία στον κόσμο. Είναι τουλάχιστον 20
φορές πιο πλούσιος από ότι ο Τραμπ. Αντανακλά επίσης και τη δημοτικότητα του Μπάφετ:


Περίπου 40.000 άνθρωποι παρακολούθησαν την ετήσια συνάντηση της
Berkshire τον Απρίλιο του 2016, σε σύγκριση με τους 5.000 πριν από δύο
δεκαετίες. Μετά τον θάνατο του Στηβ Τζομπς της Apple, ο Μπάφετ έχει γίνει ο
μοναχικός ήρωας των μεγάλων επιχειρήσεων στην Αμερική με στόχο ένα δικαιότερο
καπιταλισμό.


Αλλά ο Μπάφετ δεν είναι τόσο άγιος όπως ο ίδιος εμφανίζεται. Έχει
πολλές φορές ενεργήσει προς το συμφέρον του και το πράττει νόμιμα, αλλά αν όλες
οι εταιρείες ακολουθούσαν το παράδειγμά του, η Αμερική θα ήταν χειρότερη.


Ενώ αναφέρεται τακτικά για την απασχόληση, όλες οι συγχωνεύσεις των
εταιριών που έχει εξαγοράσει οδηγήθηκαν σε μείωση προσωπικού.


Ο Ντάνιελ Λεμπ. ένας διαχειριστής χαρτοφυλακίων, επιτέθηκε κατά του Μπάφετ.
«Νομίζει ότι θα πρέπει όλοι να πληρώνουν περισσότερους φόρους, αλλά ο ίδιος
αγαπά να βρίσκει τρόπους ώστε να πληρώνει λιγότερους φόρους». Και όμως ο Λεμπ
είχε δίκιο: οι πληρωμές φόρων της Berkshire έχουν συρρικνωθεί σε σχέση με τα
κέρδη της εταιρίας.


Το 2016 τα μετρητά που κατέβαλε η Berkshire ήταν ισοδύναμη με το 13%
των προ φόρων κερδών της. Η Berkshire κατά ένα παράδοξο τρόπο πληρώνει πολύ
λιγότερα σε σχέση με άλλες εταιρίες. O Μπάφετ είναι επικριτικός προς την Wall
Street, αλλά κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2008, ο ίδιος παρενέβη για να
υποστηρίξει την Goldman Sachs.


Η Berkshire ήταν ένας εκ των βασικών μετόχων της Moody’s, που είναι οργανισμός αξιολόγησης
πιστοληπτικής ικανότητας στην περίοδο των…. subprime. Η Berkshire
δραστηριοποιείται και στον τομέα της ασφάλισης, με 250 δισεκ. δολάρια assets,
ενώ ελέγχει και το 10% της Wells Fargo, της μεγαλύτερης τράπεζας της Αμερικής
(από πλευράς χρηματιστηριακής αξίας).


Αυτό το χαρτοφυλάκιο επενδύσεων παραδόξως δεν χαρακτηρίζεται ως
συστημικά σημαντικό από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.


Ο Μπάφετ εκφράζει συχνά αρνητικές απόψεις για το πώς λειτουργούν οι
επιχειρήσεις ενώ πρόσφατα μαζί με άλλους 12 managers ζήτησε καλύτερη
διακυβέρνηση. Μία σύσταση ήταν οι ισολογισμοί να ακολουθούν τις γενικά
αποδεκτές λογιστικές αρχές (GAAP). Αλλά η Berkshire ενθαρρύνει τους επενδυτές
να αξιολογούν την δική του μεθοδολογία δηλαδή απόδοση με βάση την έννοια της
«εγγενούς αξίας».


Υπάρχει και ένα άλλο πρόβλημα με τον Buffett: Έχει μια ξεχωριστή αγάπη
για τα ολιγοπώλια. Αφού απογοητευμένος με τις αποδόσεις από τις επενδύσεις από υφάσματα στη δεκαετία του 1960 και του
1970 και στη συνέχεια με την κατασκευή υποδημάτων και τις αεροπορικές
εταιρείες, κατέληξε ότι πρέπει να στραφεί σε επενδύσεις που διατηρούν «προνόμια» που προστατεύονται
από τον ανταγωνισμό, όχι στις απλές «επιχειρήσεις».


Στη δεκαετία του 1980 και του 1990 πόνταρε στα κυρίαρχα παγκόσμια
brands όπως η Gillette και η Coca-Cola. Σήμερα η Berkshire επικεντρώνεται σε μικρο-μονοπώλια,
όπως μια επιχείρηση κατασκευής τροχόσπιτων, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, οι
σιδηρόδρομοι και τα καταναλωτικά αγαθά.


Κατά βάση οι πρακτικές του Μπάφετ είναι
μακριά από ένα ιδανικό μοντέλο για το πώς θα πρέπει να μεταμορφωθεί ο
καπιταλισμός. Οι επενδύσεις σε ολιγοπωλιακές εταιρίες, δεν είναι το μέλλον του
καπιταλισμού.






Exit mobile version