Η ΕΚΤ προβλέπει αύξηση των κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωζώνης

Αύξηση των κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωζώνης, που σχετίζεται με πιθανές διορθώσεις των τιμών περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς αγορές, βλέπει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με έκθεσή της (Financial Stability Review).

Τονίζει, ωστόσο, ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωζώνης έχει δείξει αντοχή σε επανειλημμένα κύματα αναταραχών στις αγορές τους τελευταίους έξι μήνες. «Σε σύγκριση με την προηγούμενη αξιολόγηση, η έκθεση βλέπει την πιθανότητα περαιτέρω μεταβολών στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων, που θα προκληθούν από πολιτικά γεγονότα σε αναπτυγμένες οικονομίες, εν μέσω των υφιστάμενων δυσκολιών σε αναδυόμενες αγορές», σημειώνεται.

Η έκθεση αναφέρεται στο ενδεχόμενο αλλαγών στην οικονομική πολιτική των ΗΠΑ, μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, και τις συνέπειες που θα είχαν αυτές στην Ευρωζώνη. «Οι συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρωζώνη από αλλαγές στις οικονομικές πολιτικές των ΗΠΑ είναι πολύ αβέβαιες επί του παρόντος. Η οικονομία της Ευρωζώνης μπορεί να επηρεασθεί απευθείας, μέσω των εμπορικών διαύλων, και από ενδεχόμενες επιπτώσεις που θα έχουν προσδοκίες για υψηλότερα επιτόκια και πληθωρισμό στις ΗΠΑ».

Οι δυσκολίες για τις τράπεζες της Ευρωζώνης παραμένουν σημαντικές, αναφέρει η ΕΚΤ. «Οι προοπτικές για την κερδοφορία (των τραπεζών) παραμένουν συνολικά περιορισμένες στην Ευρωζώνη, στο περιβάλλον μίας υποτονικής οικονομικής ανάπτυξης. Τα διαρθρωτικά προβλήματα του τραπεζικού τομέα προκύπτουν από τα υψηλά αποθέματα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), τα υψηλά λειτουργικά κόστη και την υπερβολική δυναμικότητα, σε διαφορετικό βαθμό μεταξύ των χωρών».

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι τιμές των τραπεζικών μετοχών ανέκαμψαν κάπως, καθώς οι φόβοι των επενδυτών για ακόμη πιο αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο των τραπεζών υποχωρούν και οι αυξήσεις στις τιμές των ομολόγων της Ευρωζώνης συνέβαλαν σε μεγαλύτερη διαφοροποίηση των αποδόσεων ανάλογα με τη διάρκεια των ομολόγων.

Η έκθεση τονίζει ότι οι κίνδυνοι δεν αφορούν μόνο στις τράπεζες, αλλά εκτείνονται και στην πραγματική οικονομία. «Συγκεκριμένα, είναι πιθανόν να επανεμφανισθούν ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους, παρά τις σχετικά ευνοϊκές συνθήκες στις χρηματοπιστωτικές αγορές», αναφέρει η ΕΚΤ και προσθέτει: «Μεγαλύτερη πολιτική αβεβαιότητα μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερο εστιασμένες στο εσωτερικό της χώρας ατζέντες, που εμποδίζουν την ανάπτυξη. Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να καθυστερήσει τις πολύ αναγκαίες δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και θα μπορούσε, στη χειρότερη περίπτωση, να αναζωπυρώσει πιέσεις στα πιο ευάλωτα κρατικά χρέη».

Η ΕΚΤ έχει εντοπίσει τέσσερις συστημικούς κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα την επόμενη διετία:

• Μία νέα αξιολόγηση των κινδύνων που θα οδηγεί σε χρηματοπιστωτικό ντόμινο, προκαλούμενη από την πολιτική αβεβαιότητα σε αναπτυγμένες οικονομίες και συνεχιζόμενες αδυναμίες σε αναδυόμενες αγορές

• Μία δυσμενή αλληλεπίδραση χαμηλής κερδοφορίας των τραπεζών και χαμηλών ονομαστικών ρυθμών ανάπτυξης, εν μέσω προβλημάτων στην αντιμετώπιση των υψηλών επιπέδων μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ορισμένες χώρες

• Την επανεμφάνιση ανησυχιών για τη βιωσιμότητα του κρατικού και ιδιωτικού χρέους σε ένα περιβάλλον χαμηλής ονομαστικής ανάπτυξης, εάν η πολιτική αβεβαιότητα οδηγήσει στην ανάσχεση των μεταρρυθμίσεων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο

• Μία προοπτική έντασης στον τομέα των επενδυτικών ταμείων που θα μεγεθύνει τους κινδύνους ρευστότητας και τις επιπτώσεις στο ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα.


Exit mobile version