Ο Τραμπ απέλυσε τον επικεφαλής του FBI

Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέλυσε αιφνίδια τον επικεφαλής του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών (FBI) Τζέιμς Κόμεϊ χθες, μετά από τις επιπτώσεις μιάς έρευνας που είχε ανακοινώσει ο Κόμεϊ για τα ηλεκτρονικά μηνύματα της τότε υποψήφιας για την προεδρία Χίλαρι Κλίντον, δηλώνοντας ότι ο Κόμεϊ δεν είναι πιά σε θέση να ηγηθεί της υπηρεσίας αποτελεσματικά.

Σε επιστολή του στον Κόμεϊ που δόθηκε στη δημοσιότητα από τον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ αναφέρει, “Παρότι εκτιμώ ιδιαίτερα την ενημέρωσή μου από εσάς τρείς ξεχωριστές φορές ότι δεν υπόκειμαι σε έρευνα, ωστόσο συμφωνώ με την κρίση του υπουργείου Δικαιοσύνης ότι δεν είστε σε θέση να ηγηθείτε αποτελεσματικά της Υπηρεσίας”.

“Είναι απαραίτητο να βρούμε νέα ηγεσία για το FBI που να επαναφέρει τη δημόσια εμπιστοσύνη και πίστη στη ζωτικής σημασίας αποστολής του, της επιβολής του νόμου”, είπε ο Τραμπ στην επιστολή.

Ο αμερικανός πρόεδρος είπε επίσης ότι η απόφασή του βασίστηκε σε εισήγηση του γενικού εισαγγελέα των Ηνωμένων Πολιτειών Τζεφ Σέσιονς.

Την αναπάντεχη ανακοίνωση έκανε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σον Σπάισερ, σε μια σύντομη εμφάνισή του ενώπιον δημοσιογράφων.

Ο Κόμεϊ βρέθηκε αναμεμειγμένος σε μια αντιπαράθεση που αφορά την διερεύνησή του για το εάν η χρήση προσωπικού διακομιστή μηνυμάτων από την Κλίντον ενώ υπηρετούσε ως υπουργός Εξωτερικών κατά την πρώτη θητεία του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα έθεσε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια.

Τον Ιούλιο του 2016 ο Κόμεϊ είπε ότι το θέμα πρέπει να κλείσει χωρίς δίωξη, όμως 11 ημέρες πριν τις προεδρικές εκλογές (8 Νοεμβρίου) ανακοίνωσε ότι είχε ανοίξει ξανά την έρευνα διότι είχε βρεθεί μια νέα παρτίδα ηλεκτρονικών μηνυμάτων που αφορούν την Κλίντον.

Οι Δημοκρατικοί αποδίδουν στην ανακοίνωσή του αυτή την ήττα της Κλίντον από τον Τραμπ.

Ο Κόμεϊ επίσης ηγούνταν μίας έρευνας από το FBI σχετικά με την φερόμενη επέμβαση ή επιρροή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές, και την πιθανή ανάμειξη μελών της προεκλογικής ομάδας του Τραμπ. Η απόλυσή του αναμένεται να εγείρει ανησυχίες για την διαφάνεια της έρευνας.

Ο Λευκός Οίκος δημοσίευσε επίσης ένα σημείωμα του αναπληρωτή γενικό εισαγγελέα Ροντ Ρόσενστιν το οποίο αναφέρεται στις πράξεις του Κόμεϊ. “Δεν μπορώ να δικαιολογήσω τον τρόπο που ο διευθυντής (του FBI) χειρίστηκε το συμπέρασμα της έρευνας στα emails (ηλεκτρονικά μηνύματα) της υπουργού Κλίντον, και δεν κατανοώ την άρνησή του να αποδεχθεί την σχεδόν καθολική κριτική ότι είχε διαπράξει λάθος”, γράφει ο Ρόσενστιν.

Μεταξύ των λαθών που αναφέρει ο Ρόσενστιν ήταν ο “σφετερισμός” του κύρους της τότε γενικής εισαγγελέα των ΗΠΑ Λορέτα Λιντς με την ανακοίνωσή του των πρώιμων συμπερασμάτων για την έρευνα στα ηλεκτρονικά μηνύματα, την οποία έκανε στις 5 Ιουλίου.

Ο Κόμεϊ “ανακοίνωσε τα δικά του συμπεράσματα για την πιό ευαίσθητη εγκληματική έρευνα του έθνους, χωρίς την έγκριση των δεόντως διορισμένων ηγετών του υπουργείου Δικαιοσύνης”, αναφέρει ο αναπληρωτής γενικός εισαγγελέας. Ο πρώην διευθυντής του FBI επίσης “αγνόησε άλλη μια παλαιά αρχή” όταν διοργάνωσε συνέντευξη τύπου για να “δημοσιοποιήσει υποτιμητικές πληροφορίες περί του ατόμου μιάς απορριφθείσας εγκληματικής έρευνας”.

Την περασμένη Τετάρτη, ο Κόμεϊ δήλωσε στην επιτροπή Δικαιοσύνης της αμερικανικής Γερουσίας ότι του “δημιουργούσε ελαφρά ναυτία” η σκέψη ότι η ανακοίνωση πως η επαναφορά της έρευνας στα emails της Κλίντον επηρέασε τις προεδρικές εκλογές του 2016, αλλά πρόσθεσε ότι δεν είχε μετανιώσει και ότι θα λάμβανε την ίδια απόφαση ξανά.

Στο μεταξύ, η παλαιότερη τη τάξει γερουσιαστής των Δημοκρατικών μελών της επιτροπής της Δικαιοσύνης, Νταϊάν Φάινσταϊν, είπε χθες ότι αυτός που θα αντικαταστήσει τον Κόμεϊ “απαιτείται να είναι ισχυρός και ανεξάρτητος”.

Η Φάισταϊν είπε σε δήλωσή της ότι ο πρόεδρος Τραμπ της τηλεφώνησε το απόγευμα χθες για να της δηλώσει ότι ο Κόμεϊ θα απομακρυνθεί από την ηγεσία του FBI. Ο Τραμπ την ειδοποίησε σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει ότι μιά τέτοια αντικατάσταση πρέπει να εγκριθεί από την επιτροπή Δικαιοσύνης της Γερουσίας.

Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πάνω από μία έρευνες που διεξάγονται στο Κογκρέσο για το ρόλο της Ρωσίας, αναφέρει το ΑΠΕ. Η έρευνα της Βουλής των Αντιπροσώπων έχει επιβραδυνθεί τις τελευταίες εβδομάδες από διακομματικές διαφωνίες, ενώ η παράλληλη έρευνα της Γερουσίας βραδυπορεί και έχει πολύ μικρότερο αριθμό προσωπικού από παλαιότερες και εξίσου σημαντικές έρευνες του Κογκρέσου.


Exit mobile version