Πώς η «αμαρτωλή» Credit Suisse ταρακούνησε τις αγορές

Credit Suisse

Μέσα σε μία εβδομάδα ο ιός του πανικού διέτρεξε το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, ξυπνώντας τις εφιαλτικές μνήμες του 2007, όταν οι αμερικανικές τράπεζες βρέθηκαν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, χρεοκόπησε η Lehman Brothers και ξεκίνησε η δημοσιονομική κρίση στην Ευρώπη, φέρνοντας τα γνωστά σε όλους μνημόνια. Η τωρινή αναταραχή προήλθε από τη μικρή σε μέγεθος αμερικανική τράπεζα Silicon Valley Bank και μεταδόθηκε με ταχύτητα φωτός στον μεγάλο ασθενή, αλλά και «αμαρτωλό» της Ευρώπης, την ελβετική τράπεζα Credit Suisse, η οποία συνδέεται, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, με 650 δισ. ευρώ χρηματιστηριακά παράγωγα.

Της ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ – ΠΗΓΗ: Realnews

Τα χρηματιστήρια «έγραψαν» εντυπωσιακή πτώση και το σφυροκόπημα στις τραπεζικές μετοχές έφερε στην επιφάνεια την ασφάλεια ή μη των καταθέσεων, αλλά άνοιξε και τη συζήτηση για την αύξηση των επιτοκίων, η οποία αποδεικνύεται τοξική για επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Βέβαια, οι κεντρικές τράπεζες, προεξάρχουσας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεν πήραν το μήνυμα και συνεχίζουν τις αυξήσεις των επιτοκίων.

Αποτέλεσμα η τραπεζική κρίση στην Ευρώπη να βαθαίνει, με τα χρηματιστήρια την Παρασκευή να κάνουν βουτιά που προκαλεί τρόμο για το τι θα συμβεί από αύριο. Οι Ευρωπαίοι, από τον Γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς μέχρι την πρόεδρο της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, δηλώνουν ότι το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα είναι θωρακισμένο και πως θα κάνουν ό,τι χρειαστεί σε επίπεδο ρευστότητας. Βέβαια, κατηγορούν τις ΗΠΑ ότι δεν ελέγχουν σε βάθος τις τράπεζές τους.

Ασφαλείς οι καταθέσεις

Στην Ελλάδα οι καταθέσεις είναι ασφαλισμένες. Εξάλλου, αυτό το ζήτημα αντιμετωπίστηκε από την εποχή των capital controls. Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας αλλά και ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης δήλωσαν με ξεκάθαρο τρόπο ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι θωρακισμένες κεφαλαιακά, διαθέτουν σημαντική ρευστότητα και οι καταθέσεις είναι «απολύτως ασφαλείς». Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι υπάρχει εφησυχασμός.

Τουναντίον, στα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας έγιναν συσκέψεις επί συσκέψεων στο Μέγαρο Μαξίμου, στην Τράπεζα της Ελλάδος και στα τραπεζικά επιτελεία, προκειμένου να δουν πόσο εκτεθειμένες είναι οι ελληνικές τράπεζες στην Credit Suisse. Αντίστοιχες ήταν και οι κινήσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Οι πληροφορίες από τις τράπεζες αναφέρουν ότι δεν υπάρχει απευθείας έκθεση σε περιουσιακά στοιχεία της ελβετικής τράπεζας. Βέβαια, η Credit Suisse δεν είναι μηδαμινό μέγεθος. Αντιθέτως, πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες σε παγκόσμιο επίπεδο τράπεζες, η οποία συνδέεται με όλες τις αγορές. Αρα, ο συναγερμός είναι μεγάλος, εξ ου και η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας έριξε στην… αμαρτωλή Credit Suisse 50 δισ. ελβετικά φράγκα.

Άντρο σκανδάλων

Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank, μιας εκ των 5.000 μικρών τραπεζών των ΗΠΑ, έγινε λόγω έλλειψης ρευστότητας που προήλθε από την αύξηση των επιτοκίων. Ουσιαστικά, η τράπεζα ξέμεινε από ρευστό και προχώρησε στη ρευστοποίηση ομολόγων μεγάλης διάρκειας, άρα πήρε ψαλιδισμένα κεφάλαια. Και όλα αυτά εξαιτίας της φρενήρους αύξησης των επιτοκίων. Οι πελάτες της -κατά βάση εταιρείες startups- σήκωσαν τις καταθέσεις τους και τις μετέφεραν στις μεγάλες αμερικανικές τράπεζες. Το αμερικανικό κράτος παρενέβη άμεσα, εγγυήθηκε τις καταθέσεις και έκλεισε την τράπεζα.

Οσο για την έτερη παραπαίουσα τράπεζα, τη First Republic Βank, οι αμερικανικές Αρχές επιστράτευσαν την JP Morgan για να τη σώσει. Μέχρι να γίνουν όμως αυτά (σε μόλις τρεις-τέσσερις ημέρες), ο ιός της αμφιβολίας χτύπησε την εδώ και χρόνια «αμαρτωλή» Credit Suisse. Η ασθένεια της ελβετικής τράπεζας έχει ξεκινήσει από το 2020, κορυφώθηκε το καλοκαίρι του 2022 και έκτοτε προσπαθούν να την κρατήσουν εν ζωή, εμπλέκοντας στο παιχνίδι της διάσωσης και την Εθνική Τράπεζα της Σαουδικής Αραβίας, η οποία απέκτησε το φθινόπωρο του 2022 το 9,9% της ελβετικής τράπεζας.

Ωστόσο, η Credit Suisse είναι δύσκολο να επιβιώσει, τουλάχιστον χωρίς απώλειες. Ολοι σε παγκόσμιο επίπεδο γνώριζαν σε βάθος ότι η «πίστη» της ελβετικής τράπεζας έχει βουλιάξει στον ωκεανό των σκανδάλων πρωτοφανούς μεγέθους και ιδιαίτερα «υψηλού προφίλ» – δράση που ξεκινά το 1940. Σωρευτικά της έχουν επιβληθεί πρόστιμα εποπτικά και δικαστικά ύψους περίπου 12 δισ. δολαρίων.

Τον Μάρτιο του 2020, οι εφημερίδες «Wall Street Journal» και «Guardian» αποκάλυψαν ότι υπήρξε διαρροή των ονομάτων 30.000 «σκοτεινών» πελατών της Credit Suisse. Μεταξύ αυτών, ένας διακινητής ανθρώπων από τις Φιλιππίνες, ένας δισεκατομμυριούχος που διέταξε τη δολοφονία της Λιβανέζας φίλης του ποπ σταρ, υψηλόβαθμα στελέχη της κρατικής εταιρείας της Βενεζουέλας, τα οποία τη λεηλάτησαν, διεφθαρμένοι πολιτικοί από την Αίγυπτο και την Ουκρανία, αλλά και ένα κύκλωμα εμπόρων κοκαΐνης από τη Βουλγαρία καθώς και πρόσωπα που σχετίζονται με την ιαπωνική μαφία (Γιακούζα). Τη λίστα συμπληρώνουν τα σκάνδαλα του δικτάτορα Φερντινάντο Μάρκος στις Φιλιππίνες, του δικτάτορα Σάνι Αμπάτσα της Νιγηρίας και πολλών άλλων.

Το ξήλωμα του πουλόβερ της «πίστης» ξεκίνησε όταν κατέρρευσαν το fund Archegos, και, λίγο αργότερα, η εταιρεία Greensill Capital, στην οποία η Credit Suisse είχε επενδύσει και τα χρήματα εξαφανίστηκαν.

Η δράση της ελβετικής τράπεζας, εκτός από τις δοσοληψίες με εμπόρους ναρκωτικών και όπλων και το ξέπλυμα χρήματος στη Βουλγαρία, επεκτεινόταν και στη βιομηχανική κατασκοπεία. Είναι νωπές ακόμα οι μνήμες από τότε που ο οικονομικός εισαγγελέας της Γενεύης Ιβ Μπερτόσα κατηγόρησε την Credit Suisse ότι ξέπλυνε πάνω από 60 δισ. δολάρια. Ο Μπερτόσα αναφερόταν σε οκτώ συναλλαγές τις οποίες η Credit Suisse δεν κατάφερε να αποτρέψει ανάμεσα στο 2008 και το 2014 και συνιστούν, σύμφωνα με τον ίδιο, ξέπλυμα χρήματος.

Επίσης, στα τέλη του 2021 η Credit Suisse ήταν μια από τις τράπεζες (μαζί με τις UBS Group, HSBC Holdings, Barclays PLC και Royal Bank of Scotland) στις οποίες η Kομισιόν επέβαλε πρόστιμα ύψους 344 εκατ. ευρώ για τη συμμετοχή τους σε ένα καρτέλ στην αγορά spot συναλλάγματος.

Ξέπλυμα χρήματος – Πελάτες από τη βουλγαρική μαφία

Το 2020 η τράπεζα κατηγορήθηκε από τις εισαγγελικές Αρχές της Ελβετίας ότι ξέπλυνε πάνω από 146 εκατ. δολάρια μέσω λογαριασμών, το διάστημα 2004 και 2008, που ανήκαν σε μέλη της βουλγαρικής μαφίας. Η τράπεζα κατηγορήθηκε επίσης ότι δεν διεξήγαγε τους κατάλληλους ελέγχους τόσο για τα πρόσωπα όσο και για το πόθεν έσχες των χρημάτων.

Exit mobile version