Tιμωρητική η στάση της ΕΕ στο θέμα ιχνηλασιμότητας καπνικών προϊόντων

Η πρόταση
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα σύστημα ιχνηλασιμότητας προϊόντων καπνού είναι
σε πλήρη συνάφεια με τις διατάξεις της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού (FCTC), καθώς δίνει τον έλεγχο στα κράτη μέλη και
όχι στην καπνοβιομηχανία, δήλωσε εκπρόσωπος της Κομισιόν στο EURACTIV.


Σύμφωνα με
την οδηγία για τα προϊόντα καπνού που τέθηκε σε ισχύ στις 20 Μαΐου, οι νόμιμες
πωλήσεις τσιγάρων στην ΕΕ θα εντοπίζονται και θα ανιχνεύονται από τον Μάιο του
2019. Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν συγκεκριμένα ότι όλα τα πακέτα
μονάδων προϊόντων καπνού θα φέρουν μια μοναδική σήμανση.


“Η Κομισσιόν
θεωρεί ότι ο συνδυασμός της Oδηγίας
για τα Προϊόντα Καπνού και του Πρωτοκόλλου για την Εξάλειψη του Παράνομου Εμπορίου
Προϊόντων Καπνού που αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της Σύμβασης-Πλαισίου
για τον Έλεγχο του Καπνού (FCTC) είναι τα καλύτερα ρυθμιστικά μέσα καταπολέμησης
του λαθρεμπορίου, δήλωσε η τότε αρμόδια για τον προϋπολογισμό Επίτροπος κ.
Kristalina Georgieva.


Η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή δημοσίευσε τα δύο τελευταία σχέδια εκτελεστικών και εξουσιοδοτημένων
πράξεων σχετικά με το σύστημα παρακολούθησης και ανίχνευσης και η δημόσια
διαβούλευση ολοκληρώθηκε στις 2 Οκτωβρίου. Αρκετά κράτη μέλη, όπως η Γαλλία, η
Γερμανία και η Ιταλία, επέκριναν την πρόταση, επισημαίνοντας την πολυπλοκότητα
και το διοικητικό της βάρος.


Σε επιστολή
του προς τον Επίτροπο Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, Vytenis Andriukaitis,
η ένωση διανομέων της ΕΕ ανέφερε ότι η πρόταση των στελεχών είναι «εξαιρετικά
επαχθής και δαπανηρή και κυρίως θα προσθέσει λίγη ή καθόλου αξία στην
καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου».


Οι διανομείς
δήλωσαν ότι αγνοήθηκαν εντελώς τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα, τα οποία είναι
ο μόνος «τρόπος για την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας μεταξύ των κρατών
και των βιομηχανιών».


«Αντ ‘αυτού, η πρόταση της Επιτροπής εξετάζει τα προϊόντα καπνού σε πλήρη
απομόνωση από όλα τα άλλα προϊόντα», σημειώνουν οι διανομείς.


Η
μοναδική σήμανση


Σύμφωνα με
την πρόταση της Επιτροπής, «είναι απαραίτητη η σωστή ανάθεση ρόλων σχετικά με μια
μοναδική σήμανση στις συσκευασίες”. Αυτοί (ο κώδικας σε κάθε συσκευασία
και περιτύλιγμα) πρέπει να ανατεθούν σε ανεξάρτητο τρίτο μέρος που διορίζεται
από τα κράτη μέλη, έναν αποκαλούμενο «εκδότη ταυτότητας (ID)», εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης
ισχύος της εκτελεστικής πράξης.


Οι
επικριτές ισχυρίζονται ότι τα συγκεκριμένα κριτήρια γύρω από την έκδοση της
μοναδικής σήμανσης δεν βασίζονται σε ανοικτά πρότυπα, πράγμα που σημαίνει ότι
θα υπάρξει περιορισμένη διαλειτουργικότητα με τρίτες χώρες.


«Αυτό είναι
ακόμη πιο σημαντικό καθώς το 86% των παράνομων τσιγάρων προέρχονται από τρίτες
χώρες (όπως η Λευκορωσία, η Ουκρανία, η Τουρκία). Τα προϊόντα αυτά θα συνεχίσουν
να εισέρχονται στην ευρωπαϊκή αγορά διαφεύγοντας του ραντάρ του συστήματος ιχνηλασιμότητας»,
ανέφερε μια πηγή της βιομηχανίας στο EURACTIV.


Εστίαση
στην υγεία και την εισπραξιμότητα φόρων


Το θέμα της
ανεξαρτησίας από τη βιομηχανία είναι πολύ σημαντικό. Αναφερόμενοι στη Σύμβαση-Πλαίσιο του ΠΟΥ και στο
Πρωτόκολλο για το παράνομο εμπόριο, που ξεκάθαρα αποκλείει οποιαδήποτε επιρροή
από τη βιομηχανία καπνού, αρκετοί Ευρωβουλευτές εξέφρασαν τον προβληματισμό
τους σχετικά με την «ανεξαρτησία από εμπορικά συμφέροντα».


Η Ευρωβουλευτής
της Γαλλικής ακροδεξιάς πτέρυγας Φρανσουάζ
Γκροσστέτ, για παράδειγμα, επεσήμανε ότι η βιομηχανία καπνού δεν θα πρέπει να θεωρείται
μια «φυσιολογική» βιομηχανία, που λειτουργεί με τους ίδιους κανόνες όπως οποιαδήποτε
άλλη.


«Υπάρχουν αποδείξεις
ότι πολλά τρίτα μέρη, τα οποία με μια πρώτη ματιά θα μπορούσαν να εμφανιστούν ως «ανεξάρτητα», είναι όντως συνδεδεμένα
ή επηρεάζονται σε κάποιο βαθμό από τη βιομηχανία καπνού, σημείωσε η Ευρωβουλευτής.


Σε επαφή που
έγινε από την EURACTIV,
ένας εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επεσήμανε ότι τα σχέδια νόμου εξασφαλίζουν
πλήρη συμμόρφωση με τις προβλέψεις της Σύμβασης-Πλαίσιο για τον έλεγχο του καπνού
του ΠΟΥ, θέτοντας τον έλεγχο του συστήματος στα χέρια των Αρχών των κρατών-
μελών αντί στη βιομηχανία καπνού.


«Η πλήρης συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Πρωτοκόλλου
– ειδικά την απαίτηση για έλεγχο του συστήματος από τις Αρχές (και όχι τη
βιομηχανία), υπήρξε από την αρχή κορυφαία προτεραιότητα της Κομισσιόν, και
είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι τα σχέδια νόμου το επιτυγχάνουν αυτό», δήλωσε ο
αξιωματούχος της ΕΕ.


Ο εκπρόσωπος
της Κομισσιόν εξήγησε, ωστόσο, ότι ήταν απαραίτητο τα σχέδια νόμου να προβλέπουν
ένα κάποιο επίπεδο κατανομής των ευθυνών μεταξύ των Αρχών και της βιομηχανίας προκειμένου
το σύστημα να λειτουργήσει και να ελαχιστοποιηθεί η αναστάτωση (εξ ού και ο τίτλος
«μικτή λύση»).


Ο εκπρόσωπος
έδωσε περαιτέρω εξηγήσεις σχετικά με το γιατί τα σχέδια νόμου συμμορφώνονται προς
τη σύμβαση του ΠΟΥ: «Η εμπλοκή των συνδεδεμένων με τη βιομηχανία καπνού
προμηθευτών/εταιριών σε οποιαδήποτε από τις βασικές λειτουργίες θα αποκλειστεί
αυστηρά μέσω της καθιέρωσης ξεκάθαρων κριτηρίων σχετικά με την ανεξαρτησία».


Το στέλεχος
της ΕΕ πραγματοποιεί επίσης μια ανάλυση κόστους-οφέλους ως μέρος της διαδικασίας
Βελτίωσης της Νομοθεσίας. «Η ιχνηλασιμότητα του καπνού θεωρείται αποτελεσματικό
και αποδοτικό εργαλείο περιορισμού του παράνομου εμπορίου» δήλωσε ο
αξιωματούχος.


Αναφερόμενος
στους διανομείς, ο εκπρόσωπος της ΕΕ σημείωσε ότι φαίνεται να βλέπουν το
σύστημα αποκλειστικά σε σχέση με το κόστος του, ενώ τα οφέλη του είναι για όλη
την κοινωνία και συνίστανται κυρίως στην καλύτερη προστασία της ανθρώπινης
υγείας (π.χ. μειώνοντας την πρόσβαση σε τεχνητά φθηνά καπνικά) και στη βελτίωση
της εισπραξιμότητας των φόρων.



Ένα
«τιμωρητικό» πλαίσιο


Περισσότερο
από 40 μήνες μετά την υιοθέτηση της Οδηγίας για τα Καπνικά Προϊόντα, το σύστημα
που προτάθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντιμετωπίζει τον ισχυρό σκεπτικισμό
των ενδιαφερομένων πλευρών σχετικά με τη σκοπιμότητά του.


Σύμφωνα με την
πρόταση της Japan Tobacco international (JTI), οι διανομείς θα πληρώσουν το λογαριασμό των καθυστερήσεων
της Κομισσιόν καθώς θα αναγκαστούν να υλοποιήσουν την πρότασή της σε
«τιμωρητικό χρονοδιάγραμμα».


«Η αιτία που κάνει αυτό το χρονοδιάγραμμα
αδύνατον να επιτευχθεί είναι ξεκάθαρη. Οι σύμβουλοι της DG SANTE
(Γενική Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων) δεν συνεργάστηκαν στενά με τους
βασικούς εμπλεκόμενους στη νομοθέτηση αυτή – τους κατασκευαστές. Αυτό συνέβη είτε λόγω ακατάλληλου lobbying και των συμφερόντων των εμπορικών παραγόντων
που διακαώς επιθυμούν να σιγουρέψουν προσοδοφόρα συμβόλαια ιχνηλασιμότητας με
την ΕΕ είτε λόγω λανθασμένης ερμηνείας του Πλαισίου-Σύμβαση» δήλωσε η JTΙ.


Η βιομηχανία
ισχυρίζεται ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η Κομισσιόν προτείνει ένα μηδέποτε δοκιμασμένο
και περίπλοκο σύστημα σε σχέση με τα καπνικά προϊόντα. Το ίδιο συνέβη και με το «σύστημα αναφοράς»
που τέθηκε σε ισχύ με το Άρθρο 5 της Οδηγίας Καπνικών Προϊόντων.


Αν και η Κομισσιόν
κατάφερε να δημοσιεύσει την Πράξη Εφαρμογής σε μορφή αναφοράς για συστατικά και
εκπομπές, με ένα υποτιθέμενο λεξικό στοιχείων, το σύστημα ακόμη δεν λειτουργούσε
στις 20 Μαίου 2016, που ήταν και το νομικό όριο που όριζε η Οδηγία, αφήνοντας τους
περισσότερους κατασκευαστές σε μια γκρίζα ζώνη νομικής συμμόρφωσης, δήλωσαν πηγές
της βιομηχανίας.


Η EURACTIV πληροφορήθηκε επίσης ότι η Γερμανία ζήτησε να περιληφθεί η OLAF (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης), στο πρόγραμμα καθώς αυτό θα αναπτύσσεται περαιτέρω, με δεδομένη
την εξειδίκευσή τους στο ζήτημα.


Ερωτώμενος σχετικά
με την εμπλοκή της OLAF ο αξιωματούχος της Κομισιόν απάντησε: «Η DG OLAF, μαζί
με άλλες υπηρεσίες, έχει πλήρως εμπλακεί στην προετοιμασία των σχεδίων νόμου
της Κομισσιόν και συνεχίζει να παρακολουθεί στενά το έργο της υλοποίησης».

Πηγή: Euractiv






Exit mobile version