Χρηματιστήρια: Συγχωνεύσεις και εξαγορές άλλαξαν τον χάρτη την τελευταία 25ετία σε Ευρώπη και Αμερική - enikonomia.gr

Χρηματιστήρια: Συγχωνεύσεις και εξαγορές άλλαξαν τον χάρτη την τελευταία 25ετία σε Ευρώπη και Αμερική

χρηματιστήρια

Στην αυγή του 21ου αιώνα, λίγο πριν την καθιέρωση του ευρώ, μία πρωτόγνωρη εξέλιξη προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στις αγορές: Τρία ευρωπαϊκά χρηματιστήρια – του Παρισιού, των Βρυξελλών και του Αμστερνταμ – ανακοίνωσαν τη συγχώνευσή τους στην Euronext, με στόχο τη δημιουργία μίας ενιαίας και ρευστής αγοράς μετοχών και ομολόγων σε όλη την Ευρώπη.

Η λογική της συγχώνευσης ήταν ότι θα υπήρχε όφελος και για τις διαχειρίστριες εταιρείες, μέσω της δημιουργίας οικονομιών κλίμακας, αλλά και για τις επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να απευθυνθούν σε μία μεγαλύτερη δεξαμενή επενδυτών, κάτι που θα αύξανε τη δυνατότητά τους να αντλούν κεφάλαια με έκδοση μετοχών/ομολόγων, αλλά και τη ρευστότητα των μετοχών και των ομολόγων τους. Παράλληλα, οι εισηγμένες εταιρείες θα αύξαναν την κεφαλαιοποίησή τους και τα χρηματιστήρια θα λειτουργούσαν καλύτερα, μέσα από τη δυνατότητα των διαχειριστών να κάνουν μεγαλύτερες επενδύσεις σε τεχνολογικές υποδομές.

Η δημιουργία της Euronext τάραξε τα νερά σε Ευρώπη και Αμερική και τα επόμενα χρόνια το τοπίο της διαχείρισης των χρηματιστηρίων και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού διαμορφώθηκε μέσα από νέες και μεγάλες συγχωνεύσεις και διασπάσεις.

Το 2007, η Euronext συγχωνεύθηκε με το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης (NYSE), δημιουργώντας τη μεγαλύτερη και πιο ρευστή αγορά στον κόσμο, τη Euronext NYSE.

Πέντε χρόνια μετά, μία σχετικά νέα αμερικανική εταιρεία, η Intercontinental Stock Exchange (ICE) που είχε ιδρυθεί το 2000 και διαχειριζόταν κυρίως χρηματιστήρια εμπορευμάτων, έκανε πρόταση εξαγοράς της Euronext NYSE έναντι του ποσού των 8 δισ. δολαρίων.

Η εξαγορά πήρε το πράσινο φως από τις ρυθμιστικές Αρχές και υλοποιήθηκε το 2013, αλλά η ICE δεσμεύτηκε να πουλήσει την Euronext, η οποία περιλάμβανε πλέον και το Χρηματιστήριο της Λισαβόνας. Πράγματι, η Euronext έγινε ξανά αυτόνομη το 2014 και στη συνέχεια μεγεθύνθηκε περαιτέρω, με τη συγχώνευση των χρηματιστηρίων της Ιρλανδίας, της Νορβηγίας και το 2020 της Ιταλίας.

Παρά την επέκταση της Euronext, η ευρωπαϊκή χρηματιστηριακή αγορά παραμένει κατακερματισμένη, με δύο μεγάλα χρηματιστήρια της περιοχής – της Βρετανίας (LSE) και της Γερμανίας (Deutsche Boerse) – και άλλα μικρότερα να ακολουθούν τη δική τους αυτόνομη πορεία.

Η Deutsche Boerse επιχείρησε το 2011 να εξαγοράσει τη NYSE Euronext έναντι 9,5 δισ. δολαρίων για να δημιουργήσει τον μεγαλύτερο χρηματιστηριακό διαχειριστή με μία κεφαλαιοποίηση περίπου 15 τρισ., δολαρίων. Ωστόσο, η προσπάθειά της απέτυχε λόγω της ανησυχίας στην ΕΕ ότι θα δημιουργείτο ένα de facto μονοπώλιο. Τον Φεβρουάριο του 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπλόκαρε τη συγχώνευση, δηλώνοντας ότι η νέα εταιρεία που θα δημιουργείτο θα έλεγχε το 90% των συναλλαγών σε ευρωπαϊκά παράγωγα.

Το LSE παρέμεινε κορυφαίο σε κεφαλαιοποίηση ευρωπαϊκό χρηματιστήριο και μετά το Brexit, ενώ το 2020 πούλησε στην Euronext το ιταλικό χρηματιστήριο, το οποίο είχε αγοράσει το 2007.

Η τάση συγχώνευσης των χρηματιστηρίων συνδέεται πλέον και με το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ένωση των Κεφαλαιαγορών (Capital Maerkets Union, CMU), δηλαδή μίας ενιαίας κεφαλαιαγοράς, με στόχο οι επενδύσεις και αποταμιεύσεις να διαχέονται εύκολα σε όλη την ΕΕ, ωφελώντας καταναλωτές, επενδυτές και εταιρείες.

Ειδικότερα, η CMU θεωρείται ότι θα:

– Παρέχει στις επιχειρήσεις, και ειδικότερα τις μικρομεσαίες, μεγαλύτερες χρηματοδοτικές επιλογές με χαμηλότερο κόστος

– Προσφέρει νέες ευκαιρίες σε αποταμιευτές και επενδυτές

– Στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη και θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας

– Ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα και αυτονομία της ΕΕ.

Στο πλαίσιο αυτής επιδίωξης, η Euronext και άλλα 13 χρηματιστήρια συμφώνησαν το 2023 στην EuroCTP (European Consolidatea Tape Provider). Το CTP είναι ουσιαστικά ένα portal ή κόμβος, μέσα από τον οποίο οι επενδυτές θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στις εξελίξεις σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια σε πραγματικό χρόνο. Ουσιαστικά, το CTP θα ενοποιεί τα δεδομένα από όλες τις αγορές για να δίνει μία ολοκληρωμένη εικόνα στους επενδυτές.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών (ESMA) προκήρυξε τον Ιούνιο τον διαγωνισμό για τον διαχειριστή του CTP για τις μετοχές, ενώ την Πέμπτη 3 Ιουλίου επέλεξε την εταιρεία Ediphy ως διαχειριστή του ETP για τα ομόλογα.

Exit mobile version