Aποτίμηση της πρότασης του ESM για το χρέος

Των Βασίλειου Γ. Πολυμένη, Αν. Καθηγητή Χρηματοοικονομικής Διοίκησης ΑΠΘ και Διονύση Χιόνη, Καθηγητή Οικονομικών ΔΠΘ


Η πρόταση που κατατίθεται από τον ESM με στόχο την διευκόλυνση και ελάφρυνση της εξυπηρέτησης του χρέους της χώρας βασίζεται σε τρεις κυρίως κατευθύνσεις. Πρώτον, προτείνεται μια κίνηση ομαλοποίησης της εξυπηρέτησης του χρέους η οποία μπορεί να επιτευχθεί παραλλήλως με μία μικρή αύξηση της μέσης διάρκειας αποπληρωμής του. Να πούμε εδώ ότι η μέση διάρκεια αποπληρωμής αρχικά φτάνει στα 32,5 χρόνια και σήμερα λόγω των αποπληρωμών που έχουν ήδη γίνει έχει μειωθεί στα 28,3 χρόνια. Ο ESM λοιπόν προτείνει να εκμεταλλευτούμε την πτώση της μέσης περιόδου αποπληρωμής που επήλθε από το 2012, και να επιφέρουμε μικρο-αλλαγές που θα ομαλοποιήσουν κάποιες σχετικά υψηλές πληρωμές με στόχο την αύξηση της σταθμισμένης διάρκειας αποπληρωμής πάλι στα περίπου 32,5 χρόνια όπως ήταν αρχικά.

Η δεύτερη πρόταση στοχεύει στη μείωση της έκθεσης της χώρας στο κίνδυνο των επιτοκίων. Με απλά λόγια, το μεγαλύτερο μέρος του χρέους εκτίθεται σε αβεβαιότητα επιτοκίων εφόσον αποπληρώνει κυμαινόμενα επιτόκια. Στο υπάρχον καθεστώς εξαιρετικά χαμηλών (έως και αρνητικών) επιτοκίων η κατάσταση δεν προβληματίζει. Εάν όμως εισαχθούμε (όπως είναι σύντομα πολύ πιθανό) σε ένα καθεστώς υψηλών επιτοκίων, η μεταβλητότητα των επιτοκίων θα μπορούσε πολύ γρήγορα να δημιουργήσει αρνητικές συνέπειες για την εξυπηρέτηση του χρέους. Ο ESM λοιπόν ουσιαστικά προτείνει να γίνουν κάποιες κινήσεις “κλειδώματος” των χαμηλών επιτοκίων που ισχύουν παγκοσμίως κάτι που θα μείωνε την έκθεση της χώρας σε αυτόν ακριβώς τον επιτοκιακό κίνδυνο.

Η τελευταία πρόταση του στην κατεύθυνση της ελάφρυνσης της εξυπηρέτησης του χρέους, στοχεύει (όχι σε μείωση) αλλά στη μη αύξηση κατά δύο μονάδες των επιτοκίων τα οποία σύμφωνα με το υπάρχον πρόγραμμα θα ισχύουν για το κομμάτι του χρέους περί τα 11,3 δις που χρησιμοποιήθηκε για να γίνει η επαναγορά των ομολόγων στη δευτερογενή αγορά μετά το PSI. Επιπλέον η πρόταση του ESM εξομαλύνει τις πληρωμές ορισμένων ετών όπου το σύνολο των τοκοχρεωλυσίων ήταν απαγορευτικό.

Παρόλο που οι θετικές αυτές εξελίξεις ήδη αποτυπώνονται στις διαπραγματεύσεις των ελληνικών ομολόγων οι προτάσεις του ESM δεν επιλύουν το πρόβλημα του χρέους αλλά μπορούν να αποτελέσουν τα πρώτα αρχικά βήματα προς την σωστή κατεύθυνση. Η τοποθέτηση της Ελλάδος στην κορφή της λίστας των υπερχρεωμένων χωρών έχει να κάνει με το σύνολο του κρατικού δανεισμού σε ονομαστικούς όρους ή σε όρους καθαρής παρούσας αξίας. Η πρόταση έχει σαν άμεσο αποτέλεσμα την μείωση του συνόλου του δανεισμού σε όρους παρούσας αξίας. Αυτό που πρέπει να γίνει είναι η αποτίμηση της ελάφρυνσης που θα επιφέρουν κάτω από διαφορετικά σενάρια.

Συνολικά αποτιμώμενες οι προτάσεις του ESM χαρακτηρίζονται ως προτάσεις που είναι θετικές σε καμία περίπτωση όμως δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα στο βάθος του. Aν οι προαναφερόμενες προτάσεις δεν συνοδευτούν και με άλλα μέτρα τότε θα λέγαμε ότι δεν εμπεριέχουν ίχνος πολιτικής βούλησης αντιμετωπίσεως του προβλήματος της υπερχρέωσης της χώρας. Είναι προτάσεις καθαρά λογιστικού χαρακτήρα που κινούνται περισσότερο στη λογική της μη αύξησης της δυσκολίας εξυπηρετήσεως παρά στη λογική της γενναίας και ουσιαστικής μειώσεως του κόστους εξυπηρετήσεως που τόσο ανάγκη έχει η χώρα. Λαμβανομένης της δυσχέρειας της εξυπηρέτησης του χρέους θα τολμούσε κανείς να πει πως είναι τόσο απελπιστικά αναιμικές. Σε κάθε περίπτωση είναι προτάσεις που διατηρούν τη χώρα σε κατάσταση “ελεγχόμενης χρεωκοπίας”, μια κατάσταση δηλαδή που χαρακτηρίζεται από παντελή έλλειψη ρευστότητας και κατάρρευση των κεφαλαιουχικών αποτιμήσεων. Ως συμπέρασμα θα μπορούσε να λεχθεί αν η πρόταση αναδιάρθρωσης του χρέους εκ μέρους των θεσμών εξαντλείται στην υποβληθείσα πρόταση του ESM τότε ισχύει η ρήση ‘πολύ αργά, πολύ λίγο’. Αν όμως αποτελεί την πρώτη πρόταση από τις πολλές επόμενες που πρέπει να υποβληθούν τότε είναι ένα αρχικό βήμα προς την σωστή κατεύθυνση.

Exit mobile version