ΔΕΘ: Αυτό είναι το Υπόμνημα της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων προς τον Πρωθυπουργό και τους πολιτικούς αρχηγούς

ΔΕΘ

ΔΕΘ

«Οι παράγοντες αβεβαιότητας απαιτούν σύνεση και περισσότερη προσπάθεια από κυβέρνηση και επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο αυτό ο πολιτικός κόσμος καλείται να εξασφαλίζει συνθήκες πολιτικής σταθερότητας για την προώθηση φιλικών προς την ανάπτυξη μεταρρυθμίσεων και πολιτικών». Αυτό επισημαίνει ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, κ. Ιωάννης Μασούτης, στο υπόμνημα που απέστειλε η ΚΕΕ στους πολιτικούς αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στο ελληνικό κοινοβούλιο, ενόψει της 86ης ΔΕΘ.

Ο κ. Μασούτης κάνει ιδιαίτερη αναφορά και στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ, που αποτελούν μια χρυσή ευκαιρία για να αλλάξει παραγωγικό μοντέλο η χώρα μας. 

Η Δανειακή Στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας χαρακτηρίζεται από τον πρόεδρο της ΚΕΕ ως το «πλέον σημαντικό εργαλείο», δεδομένου ότι έχει προϋπολογισμό 11,7 δις € (το σύνολο του προϋπολογισμού της σχετικής δράσης ανέρχεται σε 12,7 δις €. Το έργο είναι κατά βάση τα χαμηλότοκα δάνεια με επιδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, τα οποία δίνονται μέσω των τραπεζών. Τα κεφάλαια αυτά δίνονται με τραπεζικά κριτήρια, συνήθως από κοινού με τραπεζικό δανεισμό και κεφάλαια ιδιώτη, για επενδύσεις που στην πλειοψηφία τους σχετίζονται είτε με την πράσινη είτε με την ψηφιακή μετάβαση.

Παράλληλα, η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων επαναφέρει προς υλοποίηση μια σειρά μεταρρυθμίσεων και μέτρων, οι οποίες θα συμβάλλουν στην ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας.

Αναλυτικά, το υπόμνημα έχει ως εξής:

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΚΕΕΕ

Προς τον Πρωθυπουργό και τους Αρχηγούς των Κομμάτων

Το διεθνές περιβάλλον γίνεται ολοένα και δυσμενέστερο 

Εδώ και αρκετούς μήνες, ιδιαίτερα μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, βιώνουμε συνθήκες «τέλειας καταιγίδας» στην παγκόσμια οικονομία, με τις χώρες και τις κοινωνίες σε όλη την Ευρώπη να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες μιας πολυεπίπεδης κρίσης: γεωπολιτικής, ενεργειακής και πληθωριστικής. Η Ευρώπη παράλληλα βιώνει τις τραγικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης.  

Δυστυχώς, σε αντίθεση με την περίοδο της πανδημίας, η Ευρώπη δεν διαθέτει πλέον την ίδια «ασπίδα» νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. 

Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για σταδιακή αύξηση των επιτοκίων, μπορεί να έχει στόχο τη συγκράτηση του πληθωρισμού, ταυτόχρονα όμως θα αφαιρέσει ρευστότητα από την οικονομία και θα έχει αρνητική επίπτωση στο κόστος δανεισμού τόσο των κρατών, όσο και των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Όλα δείχνουν ότι η εποχή του φθηνού χρήματος τελειώνει, γεγονός που αναμφίβολα θα έχει επίπτωση στην ανάπτυξη. 

Από την άλλη, μετά από μια διετία επεκτατικών πολιτικών για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, τα περιθώρια δημοσιονομικών παρεμβάσεων περιορίζονται. Παρά την απόφαση να διατηρηθεί και φέτος το πάγωμα των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, υπάρχει πλέον πίεση προς τις χώρες της ευρωζώνης για τη μείωση των ελλειμμάτων και του χρέους. 

Η Ελληνική οικονομία δείχνει σημάδια ανθεκτικότητας  

Σε αυτό το δυσμενές διεθνές περιβάλλον, η ελληνική οικονομία δείχνει σημάδια ανθεκτικότητας.  

Οι παράγοντες αβεβαιότητας  απαιτούν σύνεση και περισσότερη προσπάθεια από κυβέρνηση και επιχειρήσεις. 

Παρά τα θετικά μηνύματα, όμως, παράγοντες αβεβαιότητας μέχρι το τέλος της χρονιάς είναι σημαντικοί, ενώ η κατάσταση στην κοινωνία και στην αγορά παραμένει δύσκολη, εξαιτίας των ανατιμήσεων. 

Οι ελληνικές επιχειρήσεις καλούνται, από τη μία, να διαχειριστούν τα άμεσα προβλήματα που σχετίζονται με την τρέχουσα συγκυρία, όπως είναι οι δυσβάσταχτες ενεργειακές επιβαρύνσεις, η αύξηση του κόστους λειτουργίας τους και η μείωση των τζίρων στην αγορά, ενώ ακόμη προσπαθούν να καλύψουν τις απώλειες και τις υποχρεώσεις  που συσσωρεύθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας. 

Ταυτόχρονα, χρειάζεται να σχεδιάσουν την επόμενη μέρα: να  προσαρμοστούν σε ένα περιβάλλον, όπου ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η καινοτομία, οι νέες τεχνολογίες και η μετάβαση σε «πράσινα» μοντέλα λειτουργίας και η εξωστρέφεια αναδεικνύονται σε προϋποθέσεις, όχι μόνο για την ανάπτυξη, αλλά και για την ίδια την επιβίωσή τους. 

Σε αυτή την προσπάθεια, χρειάζονται κάθε δυνατή στήριξη. Οι μέχρι τώρα παρεμβάσεις της κυβέρνησης, δημιούργησαν ένα σημαντικό δίχτυ προστασίας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενάντια στις ανατιμήσεις. Σαφώς δεν είναι αρκετές για να απορροφήσουν το σύνολο των επιπτώσεων μιας παγκόσμιας κρίσης. Είναι, όμως, απαραίτητες και θα πρέπει να συνεχιστούν, με στοχευμένο τρόπο και σε συνάρτηση με τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας. Η χρηματοδότηση των μέτρων στήριξης πρέπει να προέρχεται από την αύξηση των εσόδων της ελληνικής οικονομίας και όχι από νέο δανεισμό, που θα επιβαρύνει τους ίδιους τους πολίτες και – κυρίως – τη νέα γενιά. 

Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ είναι μια χρυσή ευκαιρία για να αλλάξει παραγωγικό μοντέλο η χώρα μας. 

Η συνέχιση και η επιτάχυνση των δράσεων που ενισχύουν την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας, την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ. Η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ είναι μια σπουδαία ευκαιρία για τη χώρα, να επιτύχει αυτό το στόχο. Μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί, με την επανάληψη λαθών και αστοχιών του παρελθόντος. 

Κρίσιμες για τις επιχειρήσεις είναι μεταξύ άλλων οι μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας: 

Το πλέον σημαντικό όμως είναι η Δανειακή Στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που έχει προϋπολογισμό 11,7 δις. € (το σύνολο του προϋπολογισμού της σχετικής δράσης ανέρχεται σε 12,7 δις.€. Το έργο είναι κατά βάση τα χαμηλότοκα δάνεια με επιδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, τα οποία δίνονται μέσω των τραπεζών. Τα κεφάλαια αυτά δίνονται με τραπεζικά κριτήρια, συνήθως από κοινού με τραπεζικό δανεισμό και κεφάλαια ιδιώτη, για επενδύσεις που στην πλειοψηφία τους σχετίζονται είτε με την πράσινη είτε με την ψηφιακή μετάβαση.        

Οι δυνατότητες υπάρχουν που θα επιτρέψουν στις ελληνικές επιχειρήσεις κάθε μεγέθους, όχι μόνο να επιβιώσουν οριακά, αλλά να κοιτάξουν μπροστά. 

Όμως αυτό, πέρα από ενισχύσεις, προϋποθέτει πάνω από όλα ένα περιβάλλον σταθερό, αξιόπιστο, με διαφάνεια και ξεκάθαρους κανόνες, με αποτελεσματική λειτουργία των θεσμών, με διευρυμένη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης, με προϋποθέσεις ανταγωνιστικότητας. 

Προϋποθέτει την ενδυνάμωση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων – οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 99,9% του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων – προκειμένου να μπορέσουν να αναλάβουν ενεργό ρόλο στον παραγωγικό μετασχηματισμό και την ανάπτυξη της οικονομίας. 

Προϋποθέτει συνθήκες πολιτικής σταθερότητας και ομαλότητας, προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών και να μπορέσουν να σχεδιαστούν και να προχωρήσουν νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. 

Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιμελητηριακή Κοινότητα καταθέτει τις ακόλουθες θέσεις και προτάσεις, για τα θέματα που αφορούν την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα: 

Παρά τις αντιξοότητες του διεθνούς περιβάλλοντος, έχουμε λόγους να αισιοδοξούμε ότι τα πράγματα μπορούν να πάμε καλύτερα. Οι ελληνικές  επιχειρήσεις και οι άνθρωποί τους έχουν αποδείξει ότι στα δύσκολα ξέρουν να αγωνίζονται, να προσαρμόζονται, να γίνονται πιο ανθεκτικές. Είναι οι επιχειρήσεις που κράτησαν όρθια την ελληνική οικονομία τα προηγούμενα χρόνια και οι ίδιες είναι τώρα έτοιμες να πρωταγωνιστήσουν στην ανάκαμψη και την ανάπτυξη της επόμενης δεκαετίας.

Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει μπροστά με ασφάλεια και σταθερότητα και όχι να επιστρέψει πίσω στις κακές συνήθειες του παρελθόντος. 

 

 

Exit mobile version