Φόβοι για νέο κύμα ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα της αγοράς

Ένας ακόμη «πονοκέφαλος», μέσα σε όλα τα προβλήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν έρχεται να προστεθεί από τη νέα χρονιά στην προσπάθεια του επιχειρηματικού κόσμου να σταθεί στα πόδια του.

Η επικείμενη αύξηση του ΕΦΚ στα καύσιμα αναμένεται να επιβαρύνει περαιτέρω το κόστος λειτουργίας, υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, τη στιγμή μάλιστα που οι διεθνείς τιμές του «μαύρου χρυσού» συνεχίζουν να κινούνται ανοδικά.

«Συναγερμό» έχει σημάνει στην αγορά η νέα αύξηση της φορολογίας στα καύσιμα από την 1η Ιανουαρίου. Ο επιχειρηματικός κόσμος δεν κρύβει την ανησυχία του για τις επιπτώσεις που θα έχει η νέα επιβάρυνση στο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων αλλά και στις τελικές τιμές των προϊόντων, ενώ αρκετοί επαγγελματίες δεν αποκλείουν έναν νέο γύρο ανατίμησεων μέσα στο 2017 ακόμη και σε βασικά είδη τροφίμων.

Όπως λένε οι ίδιοι, ύστερα από σχεδόν επτά χρόνια ύφεσης και αλλεπάλληλων αυξήσεων στη φορολογία, οι επιχειρήσεις δεν έχουν τα περιθώρια να απορροφήσουν το επιπλέον κόστος που αναπόφευκτα θα προκύψει, τη στιγμή μάλιστα που οι διεθνείς τιμές του «μαύρου χρυσού» έχουν πάρει την ανιούσα μετά και τη συμφωνία των χωρών του OPEC να μειώσουν την παραγωγή τους.

Ακρίβεια

«Είναι πολύ πιθανόν να δούμε να εξελίσσεται ένα νέο κύμα ακρίβειας τους επόμενους μήνες. Ελάχιστοι είναι εκείνοι που θα σκεφτούν να απορροφήσουν τη διαφορά, παρά τις προσπάθειες που γίνονται διαρκώς να συρρικνωθούν τα έξοδα», σημειώνουν χαρακτηριστικά. Υπογραμμίζουν δε πως ύστερα από έξι χρόνια συνεχόμενων περικοπών και έμφασης στην ενίσχυση της παραγωγικότητας «δεν υπάρχει άλλο λίπος για να κοπεί» και καλούν την κυβέρνηση να αλλάξει ρότα όσο ακόμη είναι καιρός, αφού οι συνέπειες του μέτρου θα επεκταθούν στο σύνολο της οικονομίας.

Η άποψή τους είναι ότι πρέπει να σταματήσει η υπερφορολόγηση, και να πάψει να είναι η κεντρική επιλογή όποτε χρειάζεται να βρεθούν πόροι ενώ τονίζουν πως δεν πρόκειται να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχει θέσει η κυβέρνηση.

«Ο φόρος σκοτώνει τον φόρο» λένε με νόημα, και επικαλούνται τα αποκαλυπτικά ευρήματα της πρόσφατης μελέτης του ΙΟΒΕ για τα καύσιμα. Μάλιστα, σύμφωνα με το ίδρυμα έαν συνυπολογισθεί η απώλεια φόρων και εισφορών λόγω της μείωσης των οικονομικής δραστηριότητας και αύξησης της ανεργίας, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα ενδέχεται να υστερήσει αρκετά από το προσδοκώμενο.

Σε μια τέτοια περίπτωση, υπολογίζεται πως η υστέρηση θα φθάσει το 2017 τα 84 εκατ. ευρώ σε επιπεδο συνολικών εσόδων ενώ σε επίπεδο καθαρών εσόδων, απόκλιση από τον στόχο των 492 εκατ. ευρώ θα διαμορφωθει στα 261 εκατ. ευρώ. Ανάλογη υστέρηση εκτιμάται πως θα σημειωθεί το 2018 αλλά και το 2019, με την απόκλιση σε επίπεδο καθαρών εσόδων να διαμορφώνεται σε 256 εκατ. ευρώ και 251 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.

Με σημαντική υστέρηση από τους στόχους του προϋπολογισμού «έκλεισαν» όλα τα προηγούμενα χρόνια τα έσοδα από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή με μοναδική εξαίρεση την περσινή χρονιά, που παρατηρήθηκε υπέρβαση 18 εκατ. ευρώ. Ενδεικτικά, η απόκλιση το 2014 διαμορφώθηκε σε 230 εκατ. ευρώ, σε 463 εκατ.ευρώ το 2013, σε 534 εκατ. ευρώ το 2012 και σε 859 εκατ. ευρώ το 2011. Με μικρότερη υστέρηση έκλεισαν το 2010 (341 εκατ. ευρώ) και το 2009 (255 εκατ. ευρώ), ενώ το 2008, όταν ξέσπασε η παγκοσμια χρηματοπιστωτική κρίση άγγιξε το 1 δισ. ευρώ (!).

Απογοήτευση

Από την απόφαση του περασμένου καλοκαιριού να αυξηθούν οι φόροι στα καύσιμα επηρεάζονται όλοι οι κλάδοι, μηδενός εξαιρουμένου, αφού η οικονομική δραστηριότητα είναι απόλυτα εξαρτημένοι από τις διακυμάνσεις των τιμών τους. Μεταξύ άλλων, έντονος είναι ο προβληματισμός στους εξαγωγείς, οι οποίοι βλέπουν την ανταγωνιστικότητά τους να δέχεται ένα ακόμη πλήγμα ενώ επιχειρούν να ενισχύσουν την θέση τους στο εξωτερικό, μέσα σε ένα περιβάλλον σκληρού ανταγωνισμού.

Εκτός από την αδυναμία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει τις εργασίες τους, τα υψηλά επιτόκια και τις καθυστερήσεις στη διαδικασία επιστροφής των φόρων καλούνται να ξεπεράσουν ένα ακόμη εμπόδιο. Μεγαλύτερη ωστόσο είναι η απογοήτευση για την στάση του Κράτους, απέναντι σε έναν κλάδο που έχει χαρακτηριστεί πυλώνας για την ελληνική οικονομία και μπορεί να συμβάλει στην επιστροφή της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης. Αντί να λαμβάνονται μέτρα για την τόνωση της εξωστρέφειας, παίρνονται αποφάσεις που την υπονομεύουν.

Να σημειωθεί πως με βάση την απόφαση της κυβέρνησης και τη σύμφωνη γνώμη των Θεσμών από την 1η Ιανουαρίου ο ΕΦΚ στη βενζίνη θα αυξηθεί κατά 3 λεπτά το λίτρο, από το 0,67 στο 0,7 ευρώ το λίτρο και στο πετρέλαιο κίνησης θα αυξηθεί κατά 8 λεπτά το λίτρο, από το 0,33 στο 0,41 ευρώ το λίτρο ενώ στο υγραέριο κίνησης θα αυξηθεί κατά 10 λεπτά το λίτρο, από το 0,33 στο 0,43 ευρώ το λίτρο.

Αυτό εκτιμάται πως θα οδηγήσει σε αύξηση της λιανικής τιμής στη βενζίνη κατά περίπου 4 λεπτά το λίτρο, στο πετρέλαιο κίνησης κατά 0,10 ευρώ το λίτρο και στο υγραέριο κίνησης κατά περίπου 0,12-0,13 ευρώ το λίτρο.

– Αναπόφευκτος θεωρείται ένας νέος γύρος ανατιμήσεων τους επόμενους μήνες ακόμη και σε βασικά είδη τροφίμων, καθώς καμία εταιρεία δεν φαίνεται διατεθειμένη να απορροφήσει το επιπλέον κόστος που θα προκύψει

– «Φρένο» στην υπερφολόγηση ζητούν παράγοντες της αγοράς και τονίζουν πως δεν μπορούν οι επιχειρήσεις να πληρώνουν το «μάρμαρο» κάθε φορά που το κράτος χρειάζεται να καλύψει τρύπες και να βρει πόρους.

Πηγή: Ημερησία


Exit mobile version