Ο Αλέξης Τσίπρας έκανε λάθος, υπογράφοντας τη συμφωνία με την Ευρωζώνη, δήλωσε ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, σε σημερινή εκτενή συνέντευξή του στην αυστριακή οικονομική εφημερίδα «Βίρτσαφτσμπλατ».
Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός τέθηκε από την υπόλοιπη Ευρώπη κάτω από τεράστια πίεση, απειλούνταν με επιβολή εξόδου από την Ευρωζώνη, οι τράπεζες ήταν κλειστές, και αυτό που οι άλλοι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ έκαναν απέναντι στον Αλέξη Τσίπρα τη νύχτα της 12ης Ιουλίου συνιστά μια μεγάλη συνωμοσία στην ευρωπαϊκή ιστορία.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών απορρίπτει τον χαρακτηρισμό του “ανορθόδοξου” υπουργού που του προσδίδεται, διευκρινίζοντας ότι ποτέ δεν ήταν “ανορθόδοξος”, τουναντίον έκανε “ορθόδοξες” προτάσεις σε μια Ευρώπη που επιδιώκει “ανορθόδοξες” λύσεις.
Ο ίδιος, λέει, ποτέ δεν είχε ζητήσει να μην υπάρξουν νέοι όροι, αλλά είχε υποστηρίξει όρους που η Ελλάδα θα μπορεί να εκπληρώσει, καθώς, κατά την άποψή του, οι όροι στο προτελευταίο και στο τελευταίο πρόγραμμα εγγυούνται την αποτυχία, διότι είναι αδύνατο να τηρηθούν, όπως για παράδειγμα η προκαταβολή φόρων για το 2016 από τις επιχειρήσεις, οι οποίες είτε δεν μπορούν να τους πληρώσουν είτε κλείνουν.
Στη συνέντευξή του, ο πρώην υπουργός Οικονομικών καταγγέλλει, μεταξύ άλλων, ότι οι εκπρόσωποι των θεσμών που ήλθαν στην Ελλάδα ήταν εκείνοι οι οποίοι συνήψαν πολύ καλές σχέσεις με τους Έλληνες ολιγάρχες.
Οι εκπρόσωποι αυτοί, πρόσθεσε, όχι μόνο εμπόδισαν το υπουργείο Οικονομικών να συγκεντρώσει στοιχεία για τον εντοπισμό των φοροφυγάδων, αλλά – «κάτι πολύ χειρότερο» – διέλυσαν τον ΣΔΟΕ.
Απορρίπτοντας κατηγορίες ότι δεν είχε προτείνει ποτέ κάτι συγκεκριμένο στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και τονίζοντας πως «βεβαίως και είχα καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις στις 11 Μαΐου, αλλά κανείς δεν ήθελε να τις συζητήσει», ο Γιάνης Βαρουφάκης διευκρινίζει ότι τους όρους δεν τους έθεταν οι υπουργοί Οικονομικών, και πως αυτοί δεν παίζουν κάποιο ιδιαίτερα μεγάλο ρόλο στην Ευρωζώνη.
Ο ίδιος ποτέ δεν είχε διαπραγματεύσεις με κάποιον από αυτούς, αλλά οι συζητήσεις γίνονταν πάντα ανάμεσα στους δικούς του εκπροσώπους και εκείνους του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και, εν μέρει, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης του, ο πρώην υπουργός Οικονομικών, καταγγέλλοντας ως “μεγάλο ψεύδος” των Ελβετών τον ισχυρισμό ότι ο ίδιος απέρριψε συμφωνία που του είχαν προτείνει, τονίζει ότι δεν ήθελε τίποτε τόσο πολύ όσο αυτή τη συμφωνία, ωστόσο οι Ελβετοί αρνήθηκαν να δώσουν στοιχεία για το ύψος των καταθέσεων Ελλήνων σε ελβετικές τράπεζες.
Αντιπρότειναν, όπως προσθέτει, τη διαδικασία εθελοντικής αποκάλυψης των καταθέσεων και φορολόγησης τους σε ποσοστό μέχρι 15% για την αποφυγή δίωξης, τη στιγμή που στην Ελλάδα από ένα συγκεκριμένο ποσό και πάνω η φορολογική κλίμακα βρίσκεται στο 40%, όμως μια τέτοια φοροελάφρυνση για μεγάλους φοροφυγάδες κανένας στην Αθήνα δεν θα την αποδεχόταν.