Για τις αλλαγές που θα γίνουν στο πλαίσιο της θητείας μίλησε μεταξύ άλλων ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας στη «Ναυτεμπορική».
«Υλοποιούνται δράσεις που αφορούν την εκπαίδευση στην αντιμετώπιση UAV’s. Aξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων θα συμμετέχουν σε προγράμματα εκπαίδευσης στο Fort Sill της Οκλαχόμα, στο πλαίσιο του Joint Counter-small Unmanned Aircraft Systems University, αποκτώντας εξειδικευμένες γνώσεις, στα πρότυπα της οποίας σχεδιάζεται η δημιουργία αντίστοιχου κέντρου εκπαίδευσης στην Ελλάδα.
Τέλος, σενάρια αντιμετώπισης μη επανδρωμένων συστημάτων ενσωματώνονται σε όλες τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες των Ενόπλων Δυνάμεων, ενισχύοντας την επιχειρησιακή ετοιμότητα και την προσαρμοστικότητα των Μονάδων μας σε σύγχρονες απειλές. Στο πλαίσιο των αλλαγών που σχεδιάζονται στη θητεία όλοι οι στρατεύσιμοι θα γνωρίζουν να χειρίζονται συστήματα drone και αντί – drone» είπε.
«Mπορούμε σταδιακά να καλύψουμε το χάσμα στην ποσότητα και να αποκτήσουμε ποιοτικό πλεονέκτημα. Διαθέτουμε εξαιρετικά καταρτισμένο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, υψηλής στάθμης ερευνητικά κέντρα στα Πανεπιστήμια και μία αναδυόμενη τεχνολογική επιχειρηματικότητα. Θέλουμε και μπορούμε να αξιοποιήσουμε αυτό το οικοσύστημα για να παραγάγουμε εντός της χώρας τεχνολογίες που θα ενισχύσουν τη στρατηγική μας αυτονομία» συμπλήρωσε.
Για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία
Στη συνέχεια ρωτήθηκε για το εάν η εγχώρια αμυντική βιομηχανία μπορεί να συνεισφέρει στο να μεγαλώσει το ΑΕΠ; ή για το εάν η χώρα θα συνεχίσει να ψωνίζει όπλα από το «παγκόσμιο αμυντικό σουπερ μάρκετ».
«Η χώρα μας, για δεκαετίες, είχε υιοθετήσει ένα αμυντικό μοντέλο βασισμένο στην εισαγωγή ολοκληρωμένων συστημάτων και τελικών προϊόντων, χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερη μέριμνα για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγικής βάσης ή για την τεχνολογική ενσωμάτωση. Το αποτέλεσμα ήταν διπλά αρνητικό: Υψηλό δημοσιονομικό κόστος χωρίς πολλαπλασιαστικά οφέλη και ταυτόχρονα, στρατηγική εξάρτηση από τρίτους, ακόμα και για στοιχειώδη συντήρηση » απάντησε.
«Αυτή η λογική δεν μπορεί να συνεχιστεί. Δεν ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Επομένως, η απάντηση στο ερώτημα είναι ξεκάθαρη: Ναι, η εγχώρια αμυντική βιομηχανία μπορεί και πρέπει να συμβάλει ουσιαστικά στην οικονομική ανάπτυξη, την αύξηση του ΑΕΠ και τη μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών, το οποίο είναι καίριας σημασίας για να μην βιώσει εκ νέου η χώρα μας οικονομική κρίση.
Αναλογιστείτε το εξής: Η Ελλάδα δαπανά σταθερά άνω του 3% του ΑΕΠ της για αμυντικές ανάγκες – το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από τα υψηλότερα στο ΝΑΤΟ. Από αυτές τις δαπάνες, μέχρι πρότινος, μόλις το 0,7% αφορούσε προϊόντα, υπηρεσίες ή τεχνολογίες εγχώριας προέλευσης. Η «Ατζέντα 2030» προβλέπει – και εφαρμόζει ήδη – την ανατροπή αυτής της δυσαναλογίας.
Ο στόχος μας είναι η συμμετοχή της ελληνικής βιομηχανίας να φτάσει το 25% μεσοσταθμικά στην αλυσίδα αξίας των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Ήδη, όπως είχα τη χαρά και την τιμή να ανακοινώσω πριν λίγες μέρες, κατά την καθέλκυση της Φρεγάτας «Φορμίων» στη Γαλλία, έχουμε εξασφαλίσει έγγραφη διαβεβαίωση της Naval, για τη συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στην τέταρτη φρεγάτα FDI με το παραπάνω ποσοστό.
Αυτό σημαίνει όχι μόνο δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, αλλά και σημαντική αύξηση των εξαγωγών, επιστροφή του επιστημονικού δυναμικού που εγκατέλειψε τη χώρα (brain regain) και συγκρότηση ενός βιώσιμου παραγωγικού οικοσυστήματος.
Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα «Σύγχρονος Μαχητής», αξίας 300 εκατομμυρίων ευρώ. Στόχος μας είναι να υλοποιηθεί εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα: Από την κατασκευή κρανών, στολών και εξαρτημάτων, έως τις οπτικές και ηλεκτρονικές συσκευές και τα δίκτυα επικοινωνίας. Ήδη ελληνικές εταιρείες συμμετέχουν στην παραγωγή πυρομαχικών, στην αναβάθμιση ναυτικών μονάδων, σε λογισμικά Command, Control, Communications, Computers, Intelligence, Surveillance and Reconnaissance (C4ISR) και σε τεχνολογίες κυβερνοάμυνας.
Η εγχώρια συμμετοχή δεν είναι πλέον μια ευχή. Είναι υποχρέωση.
Ταυτόχρονα, η εγχώρια αμυντική βιομηχανία αναδεικνύεται σε μοχλό αναπτυξιακής ώθησης της εθνικής οικονομίας, εκτός από πυλώνας της εθνικής κυριαρχίας. Από «δημοσιονομικό βάρος» μετατρέπεται σε επένδυση – οικονομική, τεχνολογική και διπλωματική. Κάθε ευρώ που επενδύεται εντός συνόρων επιστρέφει πολλαπλάσια: σε απασχόληση, σε γνώση, σε κύρος.
Επομένως, δεν θα συνεχίσουμε να είμαστε απλοί πελάτες. Στο εξής, θα είμαστε ισότιμοι εταίροι και συμπαραγωγοί, με λόγο και ρόλο στο ευρωπαϊκό και διεθνές αμυντικό περιβάλλον » τόνισε.