Αυξημένο σχεδόν κατά 24% ήταν το καθαρό εισόδημα των Ελλήνων την τελευταία πενταετία, δηλαδή από το 2019 παρά την βαθιά ύφεση που προκάλεσε η πανδημία, σύμφωνα με την Eurostat.
Παράλληλα επισημαίνεται πως η Ελλάδα καταλαμβάνει την 16η θέση ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ ως προς αυτό ξεπερνώντας την Πορτογαλία και την ανατολική Ευρώπη, περιλαμβανομένης της Πολωνίας. Μάλιστα τα στοιχεία της Eurostat έδειξαν πως:
- Το 2024 το μέσο εισόδημα ενός άγαμου και άτεκνου εργαζόμενου, μετά την καταβολή φόρων και την κράτηση ασφαλιστικών εισφορών ανήλθε στα 18.709 ευρώ, τη στιγμή που το 2019 είχε μετρηθεί στα 15.112 ευρώ που ισοδυναμεί με αύξηση 3.596 ευρώ (23,8%).
- Το εισόδημα για τα ζευγάρια με δύο παιδιά. Ένα τετραμελές νοικοκυριό κέρδισε 41.142 ευρώ το 2024 έναντι 33.015 ευρώ που ήταν προ 5 ετών, που συνιστά αύξηση της τάξης των 8.127 ευρώ (24,6%).
Τα στοιχεία για άλλες χώρες
Στις πρώτες θέσεις της λίστας ήταν το Λουξεμβούργο και η Ολλανδία, ενώ ουραγοί ήταν η Βουλγαρία και η Ρουμανία.
Η κατάταξη αυτή έρχεται σε σύγκρουση με τις μετρήσεις του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, όπου η Ελλάδα κατέλαβε την προτελευταία θέση, πάνω από τη Βουλγαρία, κι έχουν αποτελέσει αντικείμενο έντονων πολιτικών αντιπαραθέσεων. Ωστόσο, στα οικονομικά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ συνήθως χρησιμοποιείται ως μέτρο παραγωγικότητας, κι όχι για την αξιολόγηση του εισοδήματος, που σημαίνει ότι τα καθαρά έσοδα αποτελούν σαφώς καταλληλότερο στοιχείο σε αυτό το μέτωπο.
Τι λένε παράγοντες της ιδιωτικής αγοράς
Παράγοντες της ιδιωτικής αγοράς, στην οποία έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη τόνωση των αποδοχών, ανέφεραν ότι η αύξηση στο καθαρό εισόδημα οφείλεται αφενός στις μειώσεις φόρων και εισφορών που έχουν εφαρμοστεί τα τελευταία χρόνια και αφετέρου αποδίδεται στη μείωση της ανεργίας και την ανοδική πορεία των μισθών. Σημειώνεται ότι τις μέρες του τρίτου Μνημονίου, το 2016, 2017 και 2018, το καθαρό εισόδημα για τον άγαμο χωρίς παιδιά είχε πέσει κάτι από τις 15.000 ευρώ, αντικατοπτρίζοντας τη φορολογική επιβάρυνση της εργασίας.
Οι αυξήσεις υπερκαλύπτουν τη σωρευτική άνοδο των τιμών το ίδιο διάστημα, την οποία προκάλεσε η παγκόσμια πληθωριστική κρίση. Αυτό σημαίνει ότι οι αυξήσεις δεν έχουν βελτιώσει μόνο την ονομαστική αξία των εισοδημάτων, αλλά και την πραγματική, δηλαδή τα χρήματα που μένουν στο πορτοφόλι των πολιτών αφού υπολογιστεί η επίδραση των ανατιμήσεων.