«Οι φορολογικές, ασφαλιστικές και λοιπές οικονομικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων, καθώς και οι λογαριασμοί των νοικοκυριών, δεν κάνουν ποτέ διακοπές τον Αύγουστο »
τονίζει σε άρθρο του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης.
«Σημαντικές δαπάνες με καταληκτικές ημερομηνίες τον Αύγουστο για τις επιχειρήσεις, είναι η καταβολή μισθών και επιδόματος αδείας, η καταβολή της 2ης μηνιαίας δόσης του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών μισθωτών και εργοδοτών, η δήλωση και καταβολή ΦΠΑ για τον Ιούλιο των υπόχρεων σε μηνιαία υποβολή, η καταβολή παρακρατούμενων φόρων, μισθωτών υπηρεσιών, ελευθέρων επαγγελματιών, φόροι από μερίσματα και δικαιώματα που παρακρατήθηκαν τον Ιούνιο. Επίσης η καταβολή τυχόν μηνιαίας δόσης πάγιας ρύθμισης οφειλών, η απόδοση ειδικού φόρου πολυτελείας και ειδικής εισφοράς 2% επί τηλεοπτικών διαφημίσεων, ή στο διαδίκτυο για τον Ιούλιο, όπου ισχύει. Στις υπόλοιπες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων συμπεριλαμβάνονται η δήλωση Intrastat για ενδοκοινοτικές παραδόσεις και παραλαβές τον Ιούλιο, η δήλωση στοιχείων ασφαλισμένων στο e-ΕΦΚΑ για προσλήψεις, η δήλωση μεταβολών POS, η αποστολή στοιχείων στην Α.Α.Δ.Ε., η συγκεντρωτική δήλωση Ε.Φ.Κ., η ψηφιακή υποβολή στο Εργάνη ΙΙ υπεύθυνων δηλώσεων για καταγραφή ωραρίου, υπερωριών και αδειών. Σε όλα τα παραπάνω βεβαίως προστίθενται οι μηνιαίοι ενεργειακοί λογαριασμοί, ενοίκια και οι πάγιες λειτουργικές δαπάνες ανάλογα με την επιχειρηματική δραστηριότητα» συμπληρώνει.
Οι βασικές μηνιαίες δαπάνες των νοικοκυριών
Και αναφέρεται στις βασικές μηνιαίες δαπάνες των νοικοκυριών.
«Οι βασικές μηνιαίες δαπάνες των νοικοκυριών επίσης, ακολουθούν ένα σταθερό πρότυπο, το οποίο όμως διαφοροποιείται ανάλογα με εποχικές ανάγκες. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, οι βασικές κατηγορίες και τα μερίδιά τους στον συνολικό προϋπολογισμό, είναι για μετακινήσεις 14%, για τρόφιμα 25% και για στέγαση με όλα τα έξοδα κατοικίας 37%. Η μέση μηνιαία δαπάνη ενός νοικοκυριού ήταν πέρυσι περίπου 1.685 ευρώ, ενώ το 50% των νοικοκυριών ξόδεψε περισσότερα από 1.315 ευρώ το μήνα. Τον Αύγουστο, όμως, οι δαπάνες των νοικοκυριών στην Ελλάδα διαφοροποιούνται λόγω εποχικότητας και καλοκαιρινών διακοπών. Με βάση τις παρατηρήσεις αγοράς, μπορούμε να ξεχωρίσουμε σε σχέση με άλλες εποχικές περιόδους, τις επιπλέον δαπάνες σε πέντε βασικές κατηγορίες με έντονη καλοκαιρινή επίδραση.
- Πρώτον, η αύξηση εξόδων κατά 25% για καύσιμα και ακτοπλοϊκά ή αεροπορικά εισιτήρια, λόγω μετακινήσεων στα εξοχικά και ταξιδιών στους προορισμούς διακοπών.
- Δεύτερον, οι δαπάνες για διαμονή σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, τα έξοδα παραθεριστικής κατοικίας στο χωριό αυξάνουν το μερίδιο της μηνιαίας καλοκαιρινής στέγασης από 14% σε 22%.
- Τρίτον η διατροφή και η εστίαση, έχει αυξημένες δαπάνες για φαγητό εκτός σπιτιού, καθώς και για τα καλοκαιρινά προϊόντα με εκτιμώμενη μηνιαία αύξηση 30%.
- Τέταρτον, οι θερινές ψυχαγωγικές δραστηριότητες με εξόδους και μικρές εκδρομές, δημιουργούν μια επιπλέον επιβάρυνση 10%.
- Και πέμπτον, οι λοιπές μη σταθερές καταναλωτικές δαπάνες για καλοκαιρινές αγορές, είναι τον Αύγουστο 15% υψηλότερες από τον μέσο μήνα.
Σημαντική βοήθεια στα εισοδήματα των καλοκαιρινών μηνών και κυρίως του Αυγούστου, είναι το επίδομα αδείας που αντιστοιχεί στο 50% του μηνιαίου μισθού για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, που φέτος είναι αυξημένο και υπολογίζεται να ξεπεράσει τα 1,6 δις ευρώ μετά την αύξηση στον κατώτατο και μέσο μισθό, αλλά και την αύξηση της απασχόλησης. Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από την υψηλότερη εξάρτηση του ΑΕΠ, με 69% από την ιδιωτική κατανάλωση, λόγω υψηλού κόστους διαβίωσης, σε συνδυασμό με χαμηλή αποταμίευση και παραγωγικότητα. Το τραπεζικό σύστημα πρέπει να ενθαρρύνει την αποταμίευση και να παρέχει κίνητρα για επενδύσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας. Στα μέτρα ενίσχυσης του διαθεσίμου εισοδήματος, που περιλαμβάνει τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα, τη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και την αύξηση μισθών και συντάξεων με βάση τον ρυθμό μεταβολής του πληθωρισμού και του ΑΕΠ, εάν προστεθεί και η παροχή φορολογικών ελαφρύνσεων στα μεσαία εισοδήματα, μέσω ενός μόνιμου πλαισίου τιμαριθμοποίησης, τότε θα ενισχυθούν οι προβλέψεις που δείχνουν βελτιωμένη την οικονομική κατάσταση. Το ζητούμενο για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, είναι να μπορούν να ανταποκρίνονται με συνέπεια στις πάγιες οικονομικές τους υποχρεώσεις» υπογραμμίζει.