Ηλεκτρονικά ίχνη αφήνουν οι φοροφυγάδες, με αποτέλεσμα να πέφτουν στην τσιμπίδα της ΑΑΔΕ. Πώς;
Η ΑΑΔΕ λαμβάνει συνεχώς πληροφορίες από τις πλατφόρμες παραγγελιών, οι οποίες συγκρίνονται με τις αποδείξεις λιανικής που έχουν εκδοθεί για τις συγκεκριμένες παραγγελίες και έτσι είναι εφικτό να εντοπίσει τις επιχειρήσεις που φοροδιαφεύγουν.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, ο εσωτερικό της χώρας η ΑΑΔΕ δεν χρειάζεται να συνάψει συμφωνίες με τις εταιρείες παραγγελιών, απλά ζητάει τα στοιχεία και τα λαμβάνει άμεσα, ενώ όταν πρόκειται για το εξωτερικό η εφορία συνάπτει συμφωνίες, όπως ήδη έχει πράξει με τις πλατφόρμες τύπου Airbnb. Οι έλεγχοι όμως επεκτείνονται και στις πωλήσεις μέσω Διαδικτύου. Συγκεκριμένα, την περασμένη εβδομάδα οι ελεγκτές εντόπισαν επιχείρηση που πουλάει υποδήματα μέσω Διαδικτύου. Ζήτησαν και έλαβαν στοιχεία από δύο μεγάλες εταιρείες κούριερ και από γνωστή ψηφιακή πλατφόρμα. Εξέτασαν τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών και των βιβλίων της επιχείρησης και διαπιστώθηκε ότι δεν είχαν εκδοθεί αποδείξεις 2,8 εκατ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι το Δημόσιο έχασε ΦΠΑ 542.000 ευρώ, πλέον του φόρου εισοδήματος, που δεν πλήρωσε ποτέ για αυτόν τον τζίρο.
Τις προηγούμενες μέρες ο ειδικός αλγόριθμος της ΑΑΔΕ ξαναχτύπησε και «έδωσε» εντολή για τον έλεγχο 14 επιχειρήσεων εστίασης οι οποίες από τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι δεν εξέδωσαν αποδείξεις συνολικού ύψους 5,15 εκατ. ευρώ. Οι έλεγχοι είναι στοχευμένοι, δηλαδή οι επιχειρήσεις που ελέγχονται έχουν επιλεχθεί μέσω του ειδικού αλγορίθμου ανάλυσης κινδύνου. Με βάση λοιπόν τα δεδομένα που έλαβε η ΑΑΔΕ από τις πλατφόρμες delivery, διαπιστώθηκε ότι οι 14 επιχειρήσεις εστίασης δεν έκοψαν 449.000 αποδείξεις για παραγγελίες συνολικής αξίας 5,15 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, οι επιχειρήσεις αυτές εισέπραξαν από τους πελάτες τους, αλλά δεν απέδωσαν στην εφορία ΦΠΑ 592.000 ευρώ!
Οι σημαντικότερες περιπτώσεις φοροδιαφυγής:
• Καφετέρια στην Κρήτη, για τις χρήσεις 2019 έως 2020, δεν υπέβαλε δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ, αποκρύπτοντας έσοδα συνολικής αξίας 1.440.000 ευρώ.
• Σε εστιατόριο στον κεντρικό τομέα Αθηνών, για τις χρήσεις 2019 έως 2021, διαπιστώθηκε η μη έκδοση 91.300 φορολογικών στοιχείων συνολικής καθαρής αξίας 685.000 ευρώ.
• Σε κρεπερί στην Ηπειρο, για τις χρήσεις 2017 έως 2019, διαπιστώθηκε η μη έκδοση 92.800 φορολογικών στοιχείων, αποκρύπτοντας φορολογητέα ύλη 400.000 ευρώ.
• Σε κρεπερί στη Θεσσαλία, για τις χρήσεις 2018 έως 2020, διαπιστώθηκε η μη έκδοση 40.400 φορολογικών στοιχείων, αποκρύπτοντας φορολογητέα ύλη 285.000 ευρώ.
• Σε αναψυκτήριο στη Θεσσαλονίκη, για τις χρήσεις 2018 έως 2020, διαπιστώθηκε η μη έκδοση 42.530 φορολογικών στοιχείων, με συνολικό ύψος αποκρυβείσας ύλης 270.000 ευρώ.
Μισθώσεις Airbnb
Οπως προαναφέρθηκε, η συνεργασία της εφορίας με πλατφόρμες είναι συνεχής και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν και συμφωνίες. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με την Καθημερινή, πρωταρχικός στόχος της ΑΑΔΕ είναι ο εντοπισμός αδήλωτων εισοδημάτων από βραχυχρόνιες μισθώσεις, καθώς διακινούνται τεράστια ποσά και ήδη έπειτα από έναν χρόνο στασιμότητας οι βραχυχρόνιες μισθώσεις καταγράφουν θεαματική αύξηση.
Οσα αναγράφονται στο έντυπο Ε2 θα διασταυρωθούν με τα στοιχεία που έχουν ληφθεί από τις πλατφόρμες Airbnb, Booking.com και VRBO, όπως προβλέπεται στο πρωτόκολλο συνεργασίας που έχουν υπογράψει. Στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί ότι ακίνητα δεν έχουν δηλωθεί στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής είτε αναρτήθηκαν σε ψηφιακές πλατφόρμες χωρίς εμφανή αναγραφή του Αριθμού Μητρώου Ακινήτου (ΑΜΑ) Βραχυχρόνιας Διαμονής ή του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας (ΕΣΛ) ή του Μοναδικού Αριθμού Γνωστοποίησης (ΜΑΓ), τότε αποστέλλονται στις ΔΟΥ τα στοιχεία των ακινήτων και των διαχειριστών και οι ιδιοκτήτες καλούνται στην εφορία προκειμένου να δώσουν εξηγήσεις.
Η συμφωνία είναι του 2021 και προβλέπει ότι για να μπορέσει ιδιοκτήτης ή διαχειριστής ακινήτου να καταχωρίσει το ακίνητό του στις ανωτέρω πλατφόρμες θα πρέπει να συμπληρώνει υποχρεωτικά τον αριθμό καταχώρισης του ακινήτου που τηρείται στο μητρώο βραχυχρόνιας μίσθωσης της ΑΑΔΕ. Ακίνητα που θα «ανεβαίνουν» στην πλατφόρμα χωρίς τον σχετικό αριθμό θα απορρίπτονται από το σύστημα αυτόματα. Με τον τρόπο αυτό η εφορία θα γνωρίζει επ’ ακριβώς τον αριθμό των ακινήτων που μισθώνονται αλλά και τα εισοδήματα που εισπράττει ο ιδιοκτήτης – διαχειριστής.