Το σύνολο των αλλαγών που προωθούνται με τον νέο ασφαλιστικό
νόμο για τους ελεύθερους επαγγελματίες, τέθηκε χθες επί τάπητος κατά τη διάρκεια
του Διοικητικού Συμβουλίου του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας, παρουσία του
υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γιώργου
Κατρούγκαλου.
Ακολούθησε συζήτηση μεταξύ του υπουργού Εργασίας και των
μελών– μικρομεσαίων επιχειρηματιών του Επιμελητηρίου, οι οποίοι άσκησαν κριτική
στην ακολουθούμενη πολιτική της, ζητώντας περισσότερες πληροφορίες για το νέο
τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά και την πρόθεση της
κυβέρνησης να «παγώσει» τις ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΒΕΑ Παύλος Ραβάνης,
επισήμανε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να βρεθεί λύση για τους χιλιάδες
οφειλέτες προς τον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών, προκειμένου να
πληρώνουν από τη νέα χρονιά, τις τρέχουσες ασφαλιστικές τους εισφορές και να
εξασφαλίσουν ασφαλιστική ενημερότητα.
Αναλυτικότερα, ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος,
αφού υποστήριξε ότι η πλειοψηφία των ελευθέρων επαγγελματιών θα πληρώσει
μικρότερες ασφαλιστικές εισφορές, στη συνέχεια ανέλυσε τα διαφορετικά σενάρια
που εξετάζουν οι αρμόδιες υπηρεσίες, σχετικά με τις εισφορές. Επικρατέστερο,
σύμφωνα με τον υπουργό, είναι ο υπολογισμός των εισφορών για το Α’ εξάμηνου του
2017 με βάση τα εισοδήματα που δηλώθηκαν το 2015 και το Β’ εξάμηνο του 2017 θα
γίνεται συμψηφισμός με βάση τα εισοδήματα που δηλώθηκαν το 2016, όπως αυτά
προέκυψαν μετά την εκκαθάριση των φορολογικών τους δηλώσεων.
Όσον αφορά το «πάγωμα» των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών
εισφορών, ο κ. Κατρούγκαλος υποστήριξε ότι η κυβέρνηση συνεχίζει τη
διαπραγμάτευση με τους θεσμούς και για το θέμα αυτό, παράλληλα με τη συνολική
διαχείριση του ιδιωτικού χρέους (επιχειρήσεων και νοικοκυριών) για οφειλές σε
δημόσιο και τράπεζες.
Σχετικά με τις εργοδοτικές εισφορές, ο κ. Κατρούγκαλος
παραδέχθηκε ότι οι εισφορές είναι πράγματι πολύ υψηλές, «από τις υψηλότερες
στην Ευρώπη», επισημαίνοντας, ωστόσο, ότι δεν είναι δυνατόν να μειωθούν αυτή τη
στιγμή, γιατί θα είναι αδύνατη η καταβολή ακόμη και των σημερινών χαμηλών
συντάξεων.