Τι κερδίζουν και τι χάνουν οι επαγγελματίες από φόρους και εισφορές - Αναλυτικός οδηγός - enikonomia.gr

Τι κερδίζουν και τι χάνουν οι επαγγελματίες από φόρους και εισφορές – Αναλυτικός οδηγός

επαγγελματίες

Πόσο θα επιβαρυνθούν 1,8 εκατ. ασφαλισμένοι της κατηγορίας από τη νέα αύξηση των ασφαλιστικών τους υποχρεώσεων, η οποία ξεκινά από τις αρχές του 2026. Αντιμέτωποι με αυξημένες φορολογικές και ασφαλιστικές επιβαρύνσεις θα βρεθούν εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες το 2026, για τα εισοδήματα που απέκτησαν το 2025, ενώ οι φοροελαφρύνσεις θα αρχίσουν να τρέχουν για το εισόδημα που θα παραγάγουν καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής χρήσης του 2026 και θα φανούν στην τσέπη τους στο εκκαθαριστικό της φορολογικής δήλωσης που θα υποβάλουν την άνοιξη του 2027.

Των Σ. ΣΤΑΥΡΟΠΙΕΡΡΑΚΟΥ, Α. ΜΑΥΡΟΥΛΗ – ΠΗΓΗ: Realnews

Η άνοδος του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ αυξάνει το τεκμαρτό εισόδημα στα 12.320 ευρώ, ανεβάζοντας τον ελάχιστο φόρο από 1.256 σε 1.410 ευρώ. Παράλληλα, οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται με βάση τα νέα, υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια που προκύπτουν από την εφαρμογή του νέου τρόπου αναπροσαρμογής με βάση την εξέλιξη των μισθών. Αυτό σημαίνει ότι η συνολική φορολογική και ασφαλιστική πίεση το επόμενο έτος θα αυξηθεί αισθητά, ενώ οι επαγγελματίες θα πρέπει να κάνουν υπομονή αφού το 2027 θα δουν στην πράξη την εφαρμογή των μειώσεων που ανακοινώθηκαν στη φορολογία. Τότε στην εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων για τα εισοδήματα που απέκτησαν το 2026 θα αποτυπωθούν οι μειώσεις φόρων οι οποίες θα προκύψουν με την εφαρμογή της νέας φορολογικής κλίμακας.

Τεκμαρτό

Από το 2026 οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα έχουν αυξημένες φορολογικές επιβαρύνσεις, καθώς το τεκμαρτό εισόδημα -δηλαδή το ελάχιστο ποσό που θεωρείται από το κράτος ως εισόδημα ενός επαγγελματία, ανεξάρτητα από τα πραγματικά του κέρδη θα υπολογίζεται σε υψηλότερα επίπεδα. Η μεταβολή αυτή θα οδηγήσει σε «φουσκωμένα» εκκαθαριστικά σημειώματα για περίπου 400.000 επαγγελματίες, κυρίως εκείνους που δηλώνουν χαμηλότερα εισοδήματα από το τεκμαρτό.

Η αιτία της αύξησης αυτής εντοπίζεται στην άνοδο του κατώτατου μισθού, που από 1 Απριλίου 2025 διαμορφώθηκε στα 880 ευρώ. Η εξέλιξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα για το 2025 να ανέλθει στα 12.320 ευρώ, από 11.620 ευρώ που ίσχυε το 2024. Με βάση τη νέα αυτή βάση υπολογισμού, ο κατώτατος φόρος για τους ελεύθερους επαγγελματίες αυξάνεται από τα 1.256 στα 1.410 ευρώ. Έτσι, όσοι εμφανίζουν στη φορολογική τους δήλωση εισοδήματα χαμηλότερα από το τεκμαρτό θα επιβαρυνθούν με μεγαλύτερο φόρο, ανεξάρτητα από τα πραγματικά τους κέρδη.

Εξαιρέσεις

Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις και ελαφρύνσεις που στοχεύουν στη μείωση της επιβάρυνσης για συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελματιών. Για παράδειγμα, όσοι διατηρούν την επαγγελματική τους έδρα και κατοικούν σε μικρούς οικισμούς εκτός Αττικής, με πληθυσμό έως 1.500 κατοίκους, θα βλέπουν το τεκμαρτό εισόδημά τους να μειώνεται κατά 50%.

Η ρύθμιση αυτή λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες της περιφέρειας και μειώνει σημαντικά το φορολογικό βάρος για τους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Επιπλέον, από το σύστημα του τεκμαρτού εξαιρούνται οι νέες μητέρες που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα, τόσο κατά το έτος γέννησης του παιδιού όσο και για τα δύο επόμενα χρόνια. Το μέτρο αυτό αφορά περίπου 6.000 μητέρες και στοχεύει στη στήριξη της γυναικείας επιχειρηματικότητας και της οικογενειακής ζωής.

«Ανάσες»

Η φορολογική «ανάσα» για το σύνολο των επαγγελματιών αναμένεται να έρθει την άνοιξη του 2027, όταν θα εφαρμοστεί η νέα φορολογική κλίμακα. Οι αλλαγές που προβλέπονται θα φέρουν μειώσεις φόρων για όλους τους επαγγελματίες με καθαρά κέρδη άνω των 10.000 ευρώ, ακόμη και αν το εισόδημά τους προσδιορίζεται τεκμαρτά. Οι μεγαλύτερες ελαφρύνσεις θα αφορούν τους νέους έως 30 ετών, τους γονείς και όσους δηλώνουν υψηλότερα εισοδήματα, άνω των 40.000 ευρώ ετησίως.

Πιο συγκεκριμένα, για τους επαγγελματίες χωρίς παιδιά, οι ελαφρύνσεις θα ξεκινούν από 100 ευρώ για εισοδήματα 15.000 ευρώ και θα φθάνουν έως τα 1.600 ευρώ για όσους δηλώνουν πάνω από 60.000 ευρώ. Για οικογένειες με ένα παιδί, η μείωση φόρου θα κυμαίνεται από 200 έως 2.000 ευρώ, ενώ για δύο παιδιά το όφελος θα είναι από 300 έως 2.400 ευρώ. Οι τρίτεκνοι θα έχουν ακόμη μεγαλύτερη ελάφρυνση, από 650 ευρώ για εισόδημα 15.000 ευρώ έως και 3.300 ευρώ για εισόδημα 60.000 ευρώ και άνω.

Ιδιαίτερα ωφελημένοι θα είναι και οι νέοι επαγγελματίες. Όσοι είναι έως 25 ετών θα απολαμβάνουν πλήρες αφορολόγητο εισόδημα έως 20.000 ευρώ, γεγονός που σημαίνει μηδενική φορολόγηση για τα πρώτα αυτά κέρδη. Για τους αυτοαπασχολούμενους ηλικίας 26 έως 30 ετών, τα εισοδήματα έως 20.000 ευρώ θα φορολογούνται με μειωμένο συντελεστή 9%. Παράλληλα, για τους πολύτεκνους ελεύθερους επαγγελματίες θα ισχύει αφορολόγητο όριο επίσης στα 20.000 ευρώ.

Νέο σύστημα

Νέα αύξηση στις ασφαλιστικές εισφορές τους που θα κυμαίνεται από 4% έως 5% αναμένεται να δουν με την έλευση του 2026 περίπου 1,8 εκατ. ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες με την εφαρμογή του νέου τρόπου αναπροσαρμογής με βάση την εξέλιξη των μισθών και όχι τον δείκτη τιμών καταναλωτή (πληθωρισμός) που ισχύει σήμερα. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το νέο αυτό σύστημα θα οδηγήσει σε αυξημένες εισφορές ήδη από τις αρχές του επόμενου έτους, αφού οι μισθολογικές αυξήσεις του ιδιωτικού τομέα αναμένεται να κινηθούν υψηλότερα από τον πληθωρισμό. Οι πρώτες εκτιμήσεις από το πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη» δείχνουν άνοδο των αποδοχών κατά 5,5% έως 6%, ενώ η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει ότι και το 2025 οι μισθοί θα αυξηθούν κατά περίπου 5,5%, όταν ο πληθωρισμός δεν θα ξεπεράσει το 3%.

Αν ο νέος δείκτης κλείσει στο 4%, οι κατώτατες εισφορές της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας -την οποία επιλέγουν σχεδόν οκτώ στους δέκα μη μισθωτούς θα αυξηθούν από τα 180,6 ευρώ σήμερα στα 187,8 ευρώ. Με αύξηση 5%, το ποσό θα ανέλθει στα 189,6 ευρώ. Για όσους καταβάλλουν και εισφορές υγείας και επικούρησης, το συνολικό ποσό για την πρώτη κατηγορία θα διαμορφωθεί στα 254,4 ευρώ (με αύξηση 4%) ή στα 256,9 ευρώ (με αύξηση 5%), έναντι 244,6 ευρώ σήμερα. Στην τρίτη κατηγορία, οι εισφορές θα κινηθούν από 351,8 ευρώ στα 365,9 – 369,4 ευρώ, ενώ στην έκτη, όπου οι εισφορές είναι ήδη υψηλές, θα ξεπεράσουν τα 690 ευρώ, έναντι 659 ευρώ σήμερα.

Ο δείκτης εξέλιξης μισθών καταρτίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή σε συνεργασία με το υπουργείο Εργασίας και αποτυπώνει την ετήσια ποσοστιαία μεταβολή των μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Επρόκειτο να εφαρμοστεί ήδη από φέτος, ωστόσο η έναρξή του μετατέθηκε για το 2026, ύστερα από αίτημα των επαγγελματικών ενώσεων να εξαιρεθούν οι αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων από τον υπολογισμό, ώστε ο δείκτης να αντανακλά πιο ρεαλιστικά την εικόνα της αγοράς εργασίας. Με τον νέο μηχανισμό, η αναπροσαρμογή των ασφαλιστικών κατηγοριών θα βασίζεται αποκλειστικά στην πραγματική αύξηση των μισθών και όχι στις τιμές των αγαθών και υπηρεσιών, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα. Παράλληλα, ο ίδιος δείκτης θα χρησιμοποιείται και για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών όσων πρόκειται να αποχωρήσουν από την εργασία, επηρεάζοντας έτσι και το ύψος των μελλοντικών συντάξεων.

Ο αντίκτυπος

Η επιλογή ασφαλιστικής κατηγορίας είναι κρίσιμη όχι μόνο για το σημερινό κόστος, αλλά και για το ύψος της μελλοντικής σύνταξης. Οπως επισημαίνουν ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης, όποιος παραμένει στην πρώτη, χαμηλή κατηγορία για 40 χρόνια, δύσκολα θα λάβει σύνταξη άνω των 860 ευρώ. Αντίθετα, οι μεσαίες κατηγορίες αποδίδουν σαφώς καλύτερες προοπτικές. H τρίτη και η τέταρτη κατηγορία οδηγούν σε συντάξεις πάνω από 1.000 ευρώ, ενώ η έκτη σε παροχές που φτάνουν ακόμη και τα 1.850 ευρώ ύστερα από τέσσερις δεκαετίες ασφάλισης.

Ωστόσο, η πλειονότητα των επαγγελματιών επιλέγει σταθερά την πρώτη κατηγορία, επιδιώκοντας να μειώσει τη μηνιαία επιβάρυνση. «Η επιλογή αυτή λειτουργεί ανακουφιστικά βραχυπρόθεσμα, αλλά εγκυμονεί κινδύνους για το μέλλον», τονίζουν ασφαλιστικοί παράγοντες, προειδοποιώντας για τον σχηματισμό μιας νέας γενιάς χαμηλοσυνταξιούχων, οι οποίοι θα χρειάζονται κρατική στήριξη για να συμπληρώνουν το εισόδημά τους. Συνολικά, η μετάβαση στον δείκτη μισθών σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή στη φιλοσοφία του ασφαλιστικού συστήματος. Από τη μία πλευρά, ευθυγραμμίζει τις συντάξεις με την πραγματική εξέλιξη των μισθών και όχι απλώς με την πορεία των τιμών.

Από την άλλη, συνεπάγεται αυξημένο κόστος για τους επαγγελματίες και περιορισμένες βελτιώσεις για τους νέους συνταξιούχους, καθώς οι αυξήσεις δύσκολα θα καλύψουν τις ανάγκες που δημιουργεί το αυξημένο κόστος ζωής. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι το νέο πλαίσιο θα συνδέσει πιο ορθολογικά τις εισφορές με την πραγματική οικονομία, ωστόσο οι επαγγελματίες φοβούνται πως θα βρεθούν αντιμέτωποι με ένα ακόμη κύμα επιβαρύνσεων, τη στιγμή που πλήττονται από τον πληθωρισμό και την ενεργειακή κρίση.

Exit mobile version