του Lawrence Summers *
Όταν μπερδεύεις τους καλούς τρόπους με τον αμοιβαίο σεβασμό, κάνεις ένα σοβαρό λάθος στις ανθρώπινες ή τις διεθνείς σχέσεις. Ναι, η σύνοδος της G20 πράγματι συμφώνησε σε ένα κοινό ανακοινωθέν, μετά τη συνάντηση των ηγετών.
Κάποιοι το βλέπουν αυτό ως κατόρθωμα ή ως μια ένδειξη ότι αποκαθίσταται ένα μέρος της ομαλότητας στις διεθνείς σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των άλλων χωρών. Η αλήθεια είναι ότι σε καμία προηγούμενη συνάντηση της G20 δεν πέρασε από το μυαλό κανενός η πιθανότητα να μην υπάρξει συμφωνία σε μια κοινή ανακοίνωση, από όλους τους συμμετέχοντες.
Αντί να βλέπουμε τη συμφωνία ως κατόρθωμα, είναι πιο ακριβές να δούμε το περιεχόμενου του ανακοινωθέντος ως επιβεβαίωση της κατάρρευσης της διεθνούς τάξης, που πολλοί φοβούνταν από τη στιγμή που εκλέχθηκε ο Ντόναλντ Τραμπ. Η συμπεριφορά του προέδρου κατά τη διάρκεια και στο περιθώριο της συνόδου ήταν ανησυχητική για τους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών και επιβεβαίωσε τους φόβους εκείνων που πιστεύουν ότι η διαγωγή του αποτελεί την μεγαλύτερη απειλή για την αμερικανική ασφάλεια.
Η ύπαρξη της G20 ως ετήσιου φόρουμ, ανέκυψε από την κοινή πεποίθηση των μεγάλων κρατών ότι υπάρχει μια παγκόσμια κοινότητα με κοινά συμφέροντα στην ειρήνη, την κοινή ασφάλεια, την ευημερία, την οικονομική ολοκλήρωση και την αναχαίτιση των απειλών, παρότι υπάρχει ταυτόχρονα και ανταγωνισμός μεταξύ των χωρών στα μέτωπα της ασφάλειας και της οικονομίας.
Η ιδέα ότι οι ΗΠΑ θα ήταν η ηγέτιδα χώρα στην ανάπτυξη της διεθνούς κοινότητας έχει σταθεί κεντρική αρχή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και μετά. Μετά την εκλογή του, η ρητορική του κ. Τραμπ έχει απορρίψει την αντίληψη μιας παγκόσμιας κοινότητας και έχει εκφράσει μια ισχυρή άποψη ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιδιώξουν καλύτερα ντιλ αντί για πιο ισχυρούς θεσμούς και συστήματα. Κατά τους τελευταίους λίγους μήνες και ιδιαίτερα μετά την G20, έχει γίνει σαφές ότι οι ενέργειες του κ. Τραμπ θα ταιριάξουν με τη ρητορική του.
Οι ΗΠΑ είναι πλέον απομονωμένες στο θέμα της αντιμετώπισης της μακροπρόθεσμης απειλής της κλιματικής αλλαγής στην ασφάλεια. Έχουν εξαναγκάσει τη G20 να κάνει πίσω σε προηγούμενες δεσμεύσεις για απόρριψη του προστατευτισμού. Και εν μέρει εξαιτίας της στάσης των Αμερικανών, η G20 έμεινε σιωπηλή στο θέμα της διεθνούς μετανάστευσης, σε μια περίοδο κατά την οποία το ζήτημα των προσφύγων είναι πιο σοβαρό από οποιαδήποτε άλλη εποχή τα τελευταία 50 χρόνια.
Όλα αυτά είναι ανησυχητικά από μόνα τους. Αυτό που πολλοί φοβούνται αλλά ελάχιστοι αναφέρουν, είναι ότι κατά τις δύσκολες περιόδους που προκύπτουν στη διάρκεια οποιαδήποτε θητείας, ο χαρακτήρας του προέδρου θα τον κάνει να ενεργήσει επικίνδυνα. Όπως έχει παρατηρήσει ο βιογράφος Robert Caro, η δύναμη μπορεί να διαφθείρει, μπορεί και όχι, αλλά πάντα αποκαλύπτει. Ο κ. Τραμπ δεν έχει βιώσει ακόμη κάποια περίοδο οικονομικής δυσκολίας ή μιας οποιασδήποτε μορφής διεθνή οικονομική κρίση.
Δεν έχει αναγκαστεί ακόμη να πάρει κάποια σημαντική στρατιωτική απόφαση σε περίοδο κρίσης. Κι όμως η συμπεριφορά του έχει σταθεί απρόβλεπτη. Ο πρόεδρος επέλεξε, ώρες πριν τη συνάντησή του με το Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, να εγείρει αμφιβολίες γύρω από τις κρίσεις της αμερικανικής κοινότητας πληροφοριών, επάνω στην παρέμβαση της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές.
Λίγο πριν τις πιο σημαντικές διεθνείς συναντήσεις της προεδρίας του μέχρι στιγμής, πρότεινε την παράλογη ιδέα, κύριο θέμα συζήτησης στην G20 να αφορά στον επικεφαλής της προεκλογικής καμπάνιας της Χίλαρι Κλίντον, προχωρώντας σε ευαπόδεικτα αναληθείς ισχυρισμούς για το ρόλο του.
Είναι σπάνιο οι επικεφαλής κυβερνήσεων να απομακρύνονται από το τραπέζι στη διάρκεια μεγάλων συνόδων. Όταν αυτό είναι απαραίτητο, τη θέση τους κανονικά παίρνει ο υπουργός Εξωτερικών ή άλλος ανώτατος κυβερνητικός αξιωματούχος. Δεν υπάρχει προηγούμενο κατά το οποίο το ενήλικο παιδί ενός κυβερνητικού ηγέτη να παίρνει τη θέση του, όπως συνέβη όταν η Ιβάνκα Τραμπ πήρε τη θέση του πατέρα της στην G20. Δεν υπάρχει προηγούμενο για συγκεκριμένο λόγο. Είναι προσβλητικό προς τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους και στέλνει το μήνυμα υποτίμησης της ισχύος των ανώτατων αξιωματούχων.
Η ομιλία που απηύθυνε ο κ. Τραμπ πριν τη σύνοδο, στην Πολωνία, εξέφρασε την αίσθηση ότι το κύριο θέμα του καιρού μας είναι η θέληση της Δύσης για επιβίωση. Μια τέτοια αντίληψη αναπόφευκτα απομονώνει τη μεγάλη πλειονότητα της ανθρωπότητας που δεν ζει σε αυτό που θεωρεί ο πρόεδρος «Δύση». Μια μανιχαϊστική ρητορική από την πλευρά των προέδρων σπάνια είναι συνετή.
Η αναφορά του Τζορτζ Μπους του νεότερου σε έναν «άξονα του κακού», σε γενικές γραμμές θεωρείται σοβαρό λάθος, όχι επειδή τα κράτη στα οποία αναφέρθηκε δεν ήταν κακά, αλλά διότι η ρητορική τους ένωσε αυτούς τους εχθρούς. Η επίκληση της ιδέας της Δύσης ενάντια στους υπόλοιπους, όπως έκανε ο πρόεδρος, είναι ακόμα πιο σημαντικό παραστράτημα.
Ένας διευθύνων σύμβουλος στον εταιρικό κόσμο, του οποίου η συμπεριφορά δημοσίως θα ήταν τόσο απρόβλεπτη όσο αυτή του κ. Τραμπ, θα είχε ήδη αντικατασταθεί. Η καθιερωμένη διαδικασία για δημοκρατικά εκλεγμένους αξιωματούχους είναι διαφορετική, όπως και θα έπρεπε. Αλλά δεν μπορεί κανείς να κοιτάξει τους τελευταίους μήνες και να αποκλείσει την πιθανότητα μιας ακόμη πιο αποκλίνουσας συμπεριφοράς στο μέλλον.
Το υπουργικό συμβούλιο και οι πολιτικοί σύμμαχοι του προέδρου στο Κογκρέσο δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχάσουν πως τους όρκους που πήραν, δεν τους πήραν για την άμυνα του προέδρου, αλλά για την άμυνα του Συντάγματος.
* Ο Lawrence Summers είναι καθηγητής της σχολής Charles W Eliot του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και πρώην υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr