«Χωρίς ταχύτερη ανάπτυξη, η Ευρώπη δεν θα είναι σε θέση να υλοποιήσει τους στόχους της για το κλίμα, την ψηφιακή τεχνολογία και την ασφάλεια. Nα μην αναφερθώ στη χρηματοδότηση για τον γηρασμένο πληθυσμό της» προειδοποίησε ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ και πρώην Πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους από τη δημοσίευση της έκθεσής του.
«Έναν χρόνο αργότερα, η Ευρώπη βρίσκεται σε πιο δύσκολη θέση». Εξήγησε ότι «το μοντέλο της ανάπτυξής μας εξασθενεί, οι ευπάθειες αυξάνονται και δεν υπάρχει σαφής πορεία για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων που χρειαζόμαστε». Κατά τον Μάριο Ντράγκι, η εμπορική αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το χρέος των ευρωπαϊκών χωρών «μας υπενθύμισαν με σκληρό τρόπο ότι η αδράνεια απειλεί όχι μόνο την ανταγωνιστικότητά μας, αλλά και την κυριαρχία μας» συμπλήρωσε μιλώντας σε συνέδριο υψηλού επιπέδου για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ που έγινε στις Βρυξέλλες.
Ο κ. Ντράγκι τόνισε ότι είναι απαραίτητο να «δράσουμε από κοινού και χρειαζόμαστε περισσότερη ταχύτητα», ενώ υπογράμμισε την ανάγκη για «μια διαφορετική πορεία που απαιτεί νέα ταχύτητα, κλίμακα και ένταση». Αυτό, εξήγησε, σημαίνει ότι «πρέπει να δρούμε από κοινού, όχι να κατακερματίζουμε τις προσπάθειές μας» και σημαίνει «να παράγουμε αποτελέσματα μέσα σε μήνες, όχι χρόνια».
Για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Κληθείς από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παράσχει μια αρχική αξιολόγηση, 12 μήνες μετά τη δημοσίευση της έκθεσής του για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, ο κ. Ντράγκι υπενθύμισε ότι έχει παρουσιάσει συστάσεις σε τρεις τομείς προτεραιότητας: στη γεφύρωση του χάσματος στην καινοτομία και στις προηγμένες τεχνολογίες, στη χάραξη μιας πορείας απαλλαγής από τον άνθρακα και στην ενίσχυση της οικονομικής ασφάλειας. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι αυτές οι συστάσεις βρίσκονται στο επίκεντρο της ατζέντας της Επιτροπής και χαιρέτισε τις ενέργειες που έχουν ήδη αναληφθεί. Ωστόσο εξέφρασε τη λύπη του που «οι κυβερνήσεις δεν γνωρίζουν τη σοβαρότητα της κατάστασης», επισημαίνοντας ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες και οι επιχειρήσεις εκτιμούν τη διάγνωση, τις σαφείς προτεραιότητες και τα σχέδια δράσης, αλλά εκφράζουν επίσης αυξανόμενη απογοήτευση από τους αργούς ρυθμούς της ΕΕ και την αδυναμία της να κινηθεί τόσο γρήγορα όσο οι ΗΠΑ και η Κίνα.
«Πολύ συχνά προβάλλονται δικαιολογίες για τη βραδύτητά μας», συνέχισε ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, επισημαίνοντας ότι «μερικές φορές η αδράνεια παρουσιάζεται ακόμη και ως σεβασμός του κράτους δικαίου» – κάτι το οποίο χαρακτήρισε ως «εφησυχασμό». Εξήγησε ότι «οι ανταγωνιστές στις ΗΠΑ και την Κίνα είναι πολύ λιγότερο περιορισμένοι, ακόμη και όταν ενεργούν εντός του νόμου». Ως εκ τούτου, τόνισε ότι «το να συνεχίσουμε ως συνήθως σημαίνει να αποδεχτούμε ότι μένουμε πίσω», όμως «δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο» και το πραγματικό ερώτημα που χρειάζεται απάντηση είναι «πώς να αυξηθεί η ταχύτητα της ευρωπαϊκής δράσης για την ανταγωνιστικότητα, την οικονομική ασφάλεια και την ανεξαρτησία».
Σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ, οι τομείς που απαιτούν επείγουσα δράση είναι:
- Πρώτον είναι η άρση των εμποδίων στην εξάπλωση των νέων τεχνολογιών. Όπως είπε, ένα «28ο καθεστώς» για την ίδρυση μιας νέας νομικής οντότητας πρέπει να γίνει πραγματικότητα. Αυτό θα επιτρέψει στις καινοτόμες εταιρείες να λειτουργούν, να εμπορεύονται και να αντλούν χρηματοδότηση χωρίς εμπόδια και στα 27 κράτη μέλη, όπως ακριβώς μπορούν να κάνουν οι ανταγωνιστές σε άλλες μεγάλες οικονομίες.
- Ο δεύτερος τομέας είναι η ρύθμιση. Ένα από τα βασικά αιτήματα των ευρωπαϊκών εταιρειών, κατά το Μ. Ντράγκι, είναι η ριζική απλοποίηση του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων. Όπως εξήγησε, τα μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης απαιτούν τεράστιες ποσότητες δημόσιων δεδομένων να είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο. Ωστόσο, η νομική αβεβαιότητα σχετικά με τη χρήση τους δημιουργεί δαπανηρές καθυστερήσεις, επιβραδύνοντας την ανάπτυξή τους στην Ευρώπη.
Ο τρίτος τομέας είναι «η κάθετη ενσωμάτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης στη βιομηχανία». Σε αυτόν τον τομέα, η Ευρώπη έχει ένα πραγματικό πλεονέκτημα, κατά το Μ. Ντράγκι, ωστόσο μόνο περίπου το 10% των κατασκευαστικών εταιρειών χρησιμοποίησαν την Τεχνητή Νοημοσύνη πέρυσι. Η βιομηχανία και οι κυβερνήσεις πρέπει να συνεργαστούν για να μετατρέψουν αυτό το αρχικό πλεονέκτημα σε ιδιόκτητες ευρωπαϊκές λύσεις. Η στρατηγική «Εφαρμογή της Τεχνητής Νοημοσύνης» της Επιτροπής αυτό το φθινόπωρο θα είναι μια κρίσιμη δοκιμασία», τόνισε.