Υψηλοί τόνοι στη Βουλή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για τις συγκεντρώσεις. Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας διασταύρωσαν τα ξίφη τους τόσο για το επίμαχο νομοσχέδιο όσο και για όλες τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις, ενώ κόντρα ξέσπασε και μεταξύ του Αλέξη Τσίπρα και της Φώφης Γεννηματά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από το βήμα της Βουλής, υπερασπίστηκε το νομοσχέδιο σημειώνοντας πως «θωρακίζει την ελευθερία της έκφρασης των πολιτών» και διαβεβαιώνοντας ότι «το δικαίωμα του συνέρχεσθαι είναι απόλυτα προστατευμένο». Στην αρχή της τοποθέτησής του, ο Πρωθυπουργός είπε πως «είχα σχεδιάσει έναν διαφορετικό πρόλογο για τη σημερινή μου τοποθέτηση σχετικά με το νομοσχέδιο για τις δημόσιες συναθροίσεις, όμως ένα εξαιρετικά δυσάρεστο γεγονός με υποχρεώνει να ξεκινήσω αλλιώς». Όπως είπε, «προχθές κάποιοι βανδάλισαν σημεία της Αθήνας, μάλιστα, βανδάλισαν και το μνημείο για τους συμπολίτες μας που έχασαν τη ζωή τους στη Marfin, αφαιρώντας μάλιστα από τη λιτή πλάκα και τον θυρεό της Ελληνικής Δημοκρατίας» και τόνισε: «Νομίζω ότι τα λόγια περιττεύουν. Όχι γιατί κάποιοι λίγοι επιμένουν να μισούν την οργανωμένη Πολιτεία όσο γιατί ουσιαστικά μισούν τους ίδιους τους συμπολίτες τους, τη μνήμη εκείνων που χάθηκαν, αλλά και όσους την τιμούν και μαζί τους όλους όσοι διεκδικούν το δικαίωμα να κυκλοφορούν ελεύθερα στο δημόσιο χώρο. Με άλλα λόγια μισούν την ίδια την κοινωνία και περιφρονούν προκλητικά τους κανόνες που διέπουν την οργάνωσή της». Σε αυτό το σημείο υπογράμμισε: «Ας μη φοβόμαστε τις λέξεις. Αυτή η πρακτική της τυφλής βίας, της άκριτης έχθρας, της άκρατης καταστροφής λέγεται φασισμός. Και, όμως, τέτοια φαινόμενα εκδηλώνονται, δυστυχώς, κάθε τόσο στο όνομα του δημοκρατικού δικαιώματος στη διαδήλωση», προσέθεσε.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Πρωθυπουργός διαμήνυσε ότι το νομοσχέδιο «έρχεται ακριβώς να θωρακίσει την ελευθερία της δημόσιας έκφρασης των πολιτών. Να την θωρακίσει τόσο από τον κίνδυνο της κρατικής αυθαιρεσίας όσο και από την απειλή του σφετερισμού του δικαιώματος αυτού από κάποιους αντίπαλους της ομαλότητας» για να συμπληρώσει πως το δικαίωμα του συνέρχεσθαι είναι απόλυτα προστατευμένο και «το αναγνωρίζουν και το κατοχυρώνουν τα Συντάγματά μας εδώ και 1,5 αιώνα, από το 1864. Και μάλιστα σχεδόν με την ίδια διατύπωση, σε όλες τις αναθεωρήσεις που έχουν μεσολαβήσει μέχρι τώρα».
Αναφέρθηκε στο άρθρο 11 του Συντάγματος και μίλησε για ουσιαστική αποσαφήνιση και ρεαλιστική εφαρμογή του, ώστε να οριστεί ακριβέστερα το περιεχόμενο του όρου υπαίθρια δημόσια συνάθροιση και να θεσπιστούν κανόνες για την ανεμπόδιστη διεξαγωγή τους. «Με τρόπο όμως που δεν θα εμποδίζει την μετακίνηση και την εργασία των πολιτών και τη ζωή μια ολόκληρης πόλης. Γιατί όσο ιερή είναι η πρώτη εξίσου ιερές είναι και οι δεύτερες» είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό «η Δημοκρατία δεν γνωρίζει στεγανά. Ούτε αναγνωρίζει προνομιακές ομάδες οι οποίες θα κατοχυρώνουν ένα συνταγματικό δικαίωμα σε βάρος των περισσότερων. Η Δημοκρατία μας αναγνωρίζει ισότιμους πολίτες. Όπως και το Σύνταγμά μας δεν ιεραρχεί τα δικαιώματα τα οποία κατοχυρώνει αλλά προσβλέπει στην άσκησή τους απ’ όλους, χωρίς η ισχύς του ενός να θίγει το άλλο». Και τόνισε πως «το πλαίσιο των δημοσίων συναθροίσεων πρέπει επιτέλους ν’ αλλάξει».
Στην παρένθεση που άνοιξε για να αποσαφηνίσει τα περί του άρθρου 11 τόνισε:
«Το άρθρο 11 λέει επί λέξει: “Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα. Μόνο στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις μπορεί να παρίσταται η Αστυνομία. Οι υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευθούν με αιτιολογημένη απόφαση της Αστυνομικής Αρχής γενικά αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή αν απειλείται σοβαρά η διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής όπως ο νόμος ορίζει”. Αυτό, λοιπόν, το άρθρο 11 του καταστατικού μας χάρτη πρέπει, επιτέλους, να γνωρίσει ουσιαστική αποσαφήνιση και ρεαλιστική εφαρμογή, ώστε να οριστεί ακριβέστερα, όπως επιτάσσει το ίδιο το Σύνταγμα, το περιεχόμενο του όρου “υπαίθρια δημόσια συνάθροιση”. Και να θεσπιστούν κανόνες για την ανεμπόδιστη διεξαγωγή της με τρόπο όμως που δεν θα εμποδίζει τη μετακίνηση και την εργασία των πολιτών και τη ζωή μιας ολόκληρης πόλης. Γιατί όσο ιερή είναι η πρώτη, εξίσου ιερές είναι και οι δεύτερες.
Αγαπητοί συνάδελφοι, μοιάζει οξύμωρο, είναι ένα θέμα το οποίο αναδείχθηκε και από αρκετούς συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας, αξίζει όμως να επισημανθεί το καθεστώς των συγκεντρώσεων, των πορειών και των διαδηλώσεων ακόμα και τώρα διέπεται από 3 νομοθετήματα της Δικτατορίας. Το Νομοθετικό Διάταγμα 794/1971, τα Βασιλικά Διατάγματα 269 και 168/1972. Ξύλινα κείμενα, γύψινα για την ακρίβεια, τα οποία αργότερα αδρανοποιήθηκαν. Ουδέποτε, όμως, τόλμησε κανείς να τα καταργήσει.
Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, εύλογα οι προτεραιότητες του Νομοθέτη ήταν διαφορετικές. Με τον καιρό, όμως, αυτό το κενό μετατράπηκε σε ένα άρρηκτο ταμπού, το οποίο βεβαίως κάποιοι έσπευσαν να καλύπτουν πάντα κατά το δοκούν. Γιατί, πράγματι, πολλοί έδειχναν επί χρόνια βολεμένοι με αυτήν την αντίφαση, να διαδηλώνουν δηλαδή δημοκρατικά αλλά υπό την τυπική ισχύ χουντικών διαταγμάτων. Φτάσαμε έτσι στην κατάσταση που όλοι σήμερα ξέρετε. Πρωτίστως στην Αθήνα, στην πρωτεύουσα, αλλά και σε πολλά αστικά κέντρα, πορείες με ελάχιστους συμμετέχοντες αποτελούν ένα καθημερινό φαινόμενο. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Απροσπέλαστο το κέντρο, ακινητοποιημένα οχήματα στους δρόμους, πολιορκημένοι πολίτες οι οποίοι θέλουν να πάνε στις δουλειές τους και άδεια από πελάτες τα καταστήματα εμπορικών δρόμων. Μοναδικοί ψύχραιμοι κάποιοι τουρίστες που βλέπουν απορημένοι αυτό το άγνωστο στις χώρες τους θέαμα.
Ζημιωμένοι όμως, βγαίνουν και οι ίδιοι οι διαμαρτυρόμενοι. Σπάνια γίνονται γνωστά τα αιτήματά τους. Διότι πολύ απλά, όταν κλείνει το κέντρο της πόλης, κανείς δεν βλέπει τον διαμαρτυρόμενο ο οποίος περπατάει σε έναν κλειστό δρόμο. Και σχεδόν πάντα το τελικό αποτέλεσμα ποιο είναι; Αντί για συμπαράσταση και αποδοχή που θα έπρεπε να είναι το βασικό ζητούμενο οποιουδήποτε επιδιώκει να διαδηλώνει, συγκεντρώνουν τελικά οι διαδηλωτές την οργή των υπολοίπων πολιτών. Όλοι χάνουν από αυτήν την κατάσταση. Για να μην αναφερθώ βεβαίως και στις αρκετές, δυστυχώς, περιπτώσεις όπου οι εκδηλώσεις γίνονται άλλοθι και μετεξελίσσονται σε επιθέσεις βανδαλισμών».
Απευθυνόμενος στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε την αναγκαιότητα αλλαγής του πλαισίου γα τις δημόσιες συναθροίσεις: «Εσείς βέβαια στον ΣΥΡΙΖΑ ξεχνάτε ότι ενίοτε επικαλεστήκατε το υφιστάμενο και εν ενεργεία χουντικό πλαίσιο για να απαγορεύσετε διαδηλώσεις κατά τη διάρκεια της δικής σας θητείας. Ίσως μπορεί να σας ενημερώσει ο εισηγητής σας ότι το κάνατε σε διαμαρτυρία αστυνομικών το 2017 στα Εξάρχεια, την ίδια χρονιά σε συγκέντρωση Κούρδων και τον Ιανουάριο του 2019 σε προγραμματισμένη διαδήλωση στο Σύνταγμα. Εσείς απαγορεύσατε αυτές τις συγκεντρώσεις, πατώντας πάνω σε χουντικά νομοθετήματα».
Όπως είπε στη συνέχεια, «αυτό σημαίνει όμως ότι το υφιστάμενο πλαίσιο δεν μπορεί να διατηρηθεί άλλο και η σύγχρονη δημοκρατική Ελλάδα έχει ανάγκη από σύγχρονους δημοκρατικούς κανόνες δικαιοσύνης και λογικής, που θα κατοχυρώνουν το δικαίωμα των πολιτών να συνέρχονται, αλλά ταυτόχρονα θα εξασφαλίζουν και το ισότιμο δικαίωμα στην ελεύθερη κυκλοφορία στο δημόσιο χώρο. Γιατί όσο πολύτιμη είναι η ελευθερία κάποιου να διαμαρτύρεται, το ίδιο πολύτιμη είναι η ελευθερία κάποιου άλλου να φτάσει στο νοσοκομείο, στη δουλειά του, στο σπίτι του ή απλά να επιλέξει να βγάλει βόλτα τα παιδιά του. Δεν υπερισχύει σε μία Δημοκρατία το ένα δικαίωμα, έναντι των υπολοίπων».
Απευθυνόμενος στους βουλευτές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε πως ο νέος νόμος ασφαλώς και δεν αφορά τις καθιερωμένες μεγάλες συγκεντρώσεις ή πορείες, όπως αυτή της Πρωτομαγιάς, αυτή του Πολυτεχνείου. «Θέτει, ωστόσο, ένα πλαίσιο για το πως θα προγραμματίζονται και θα πραγματοποιούνται οι δεκάδες μικρές διαδηλώσεις που απασχολούν καθημερινά τις πόλεις μας. Και συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο κινείται σε πέντε κατευθύνσεις. Πρώτον, προσδιορίζει με σαφήνεια τι σημαίνει η διατύπωση δημόσια υπαίθρια συνάθροιση. Τη διαχωρίζει από τυχαίες συγκεντρώσεις που μπορεί να προκύψουν στη λειτουργία μιας πόλης. Και από την άλλη πλευρά, προβλέπει κανόνες προστασίας της ομαλής κοινωνικής, οικονομικής ζωής, όπως επαναλαμβάνω επιτάσσει το άρθρο 11 του Συντάγματος, για το χρόνο και τη διαδρομή μιας πορείας ή πότε θα απλώνεται σε μέρος μόνο του οδοστρώματος. Εισάγεται έτσι μια βασική αρχή. Η αρχή της αναλογικότητας. Με βάση την έκταση μίας διαδήλωσης σε σχέση με το αποτύπωμά της στην καθημερινότητα. Μία ανοιχτή συνάθροιση μπορεί να διεξαχθεί χωρίς να αναστατώνει τους ρυθμούς στη γύρω περιοχή», εξήγησε.
Εξέφρασε δε την απορία του: «Ζημιώνεται ή όχι ο διαδηλωτής αν περιοριστεί η διαδήλωση σε μία λωρίδα από τις τρεις που μπορεί να έχει στη διάθεσή του; Θα ήθελα να μου απαντήσετε με ένα ναι ή με ένα όχι. Εάν δηλαδή δεν μπορούμε, επιτέλους, να βρούμε μία χρυσή τομή, μεταξύ του δικαιώματος της συνάθροισης και της διαδήλωσης και του αναφαίρετου δικαιώματος που έχει η πόλη στο να εξακολουθεί να λειτουργεί. Η πραγματικότητα είναι άλλη. Η πραγματικότητα είναι ότι μικρές πορείες γίνονται καταχρηστικές όταν επί ώρες περιδιαβαίνουν σε κεντρικούς δρόμους διακόπτοντας την κυκλοφορία σε ολόκληρη την πόλη. Δεύτερον, η ίδια αρχή της αναλογικότητας ισχύει και στην αντιμετώπιση μιας πορείας ή μιας διαδήλωσης που κινδυνεύει να εκτραπεί από το στόχο της. Έτσι δεν διαλύεται μία συγκέντρωση αν αυτή μπορεί να περιοριστεί. Και στην εξαιρετική περίπτωση που θα χρειαστεί να διαλυθεί θα πρέπει να συμφωνεί και να παρίσταται ο αρμόδιος εισαγγελέας Πρωτοδικών. Αυτή είναι μία βελτίωση η οποία προέκυψε κατά την κοινοβουλευτική συζήτηση μετά από προτάσεις που έκανε το Κίνημα Αλλαγής. Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, η διάλυση μιας συγκέντρωσης αποτελεί πάντα το έσχατο μέτρο και θα αποφασίζεται μόνο αν εκεί τελούνται αξιόποινες πράξεις ή απειλείται η ζωή ή η σωματική ακεραιότητα κάποιου. Και πάλι, όμως, είναι κάτι το οποίο το αναγνώρισε και ο Υπουργός στην τοποθέτησή του. Οι δυνάμεις της τάξης θα πρέπει να εξαντλούν κάθε περιθώριο για την οικειοθελή αποχώρηση των διαδηλωτών. Και ασφαλώς να μην καταφεύγουν σε δυσανάλογα μέσα».
Μίλησε δε και για μία τρίτη καινοτομία, που εισάγει το νομοσχέδιο: Τον οργανωτή μιας συνάθροισης, γιατί, όπως είπε, «δεν υπάρχει δικαίωμα χωρίς ανάληψη ευθύνης. Ο οργανωτής, λοιπόν, θα είναι ο κύριος εκπρόσωπος των διαδηλωτών και ο κύριος συνομιλητής του ειδικού διαμεσολαβητή από πλευράς της Πολιτείας. Είναι κάτι το οποίο προβλέπεται, το γνωρίζετε φαντάζομαι, παντού στην Ευρώπη. Και αυτός θα μεριμνά για την ομαλή διεξαγωγή της συγκέντρωσης, ενημερώνοντας τα μέλη της, παραδείγματος χάριν, να μην κρατούν αντικείμενα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την άσκηση βίας. Και θα φροντίζει βέβαια και για την περιφρούρησή της από τη δράση των γνωστών-αγνώστων γιατί θα φέρει ο ίδιος αστική ευθύνη για τυχόν ζημιές που θα προκληθούν αν εγκαίρως δεν έχει κινηθεί να τις αποτρέψει».
Στάθηκε ιδιαίτερα στο εν λόγω άρθρο, για το οποίο όπως τόνισε έγινε μεγάλη συζήτηση. «Διάβασα πολύ προσεκτικά την Έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής, ότι ενσωματώσαμε αυτούσια τη διάταξη την οποία πρότεινε η Επιστημονική Επιτροπή για το ζήτημα της αστικής ευθύνης. Όπως βέβαια και στο άρθρο αυτό ενσωματώσαμε βελτιωτικές προτάσεις που κατέθεσε το Κίνημα Αλλαγής. Πρέπει να αναγνωρίσω ότι προσήλθε σε αυτήν τη συζήτηση δημιουργικά, με προτάσεις και όχι απορρίπτοντας επί της αρχής και χρησιμοποιώντας, κατά την άποψή μου, απαράδεκτη φρασεολογία το νομοσχέδιο το οποίο προτείνουμε. Νομίζω ότι οι παρεμβάσεις αυτές συνολικά απέδειξαν ότι η Βουλή έχει τη δυνατότητα μέσα από την κοινοβουλευτική διαδικασία των Επιτροπών και της Ολομέλειας να βελτιώνει τα νομοθετήματα, χωρίς όμως εν προκειμένω να αλλάξει τον κεντρικό στόχο που είναι η νέα κοινωνική ταυτότητα των συναθροίσεων στις πόλεις. Διαδηλώνω σημαίνει πρώτα απ’ όλα δηλώνω, είμαι δηλαδή εμφανώς και ειλικρινά παρών και βέβαια υπεύθυνος για τις επιλογές μου», είπε ο Πρωθυπουργός.
Όπως εξήγησε στη συνέχεια, τέταρτη ρύθμιση που εισάγεται με το νομοσχέδιο αποτελούν οι προϋποθέσεις για την απαγόρευση μιας συγκέντρωσης που προγραμματίζεται. Διευκρίνισε ότι αυτή η ρύθμιση «προφανώς θα εφαρμόζεται λελογισμένα», γι’ αυτό -τόνισε- «και θα διατάσσεται μεν από την Αστυνομική Αρχή, θα μπορεί όμως αμέσως αυτή η απόφαση να προσβληθεί στην Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας. Και αυτό μόνο αν απειλείται η δημόσια ασφάλεια ή αν μία συνάθροιση αντιτίθεται στο σκοπό μιας άλλης, που επίσης θα έχει γνωστοποιηθεί. Ρύθμιση που προφανώς θα εφαρμόζεται λελογισμένα. Για αυτό και θα διατάσσεται μεν από την Αστυνομική Αρχή, θα μπορεί όμως αμέσως αυτή η απόφαση να προσβληθεί στην Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας. Και αυτό μόνο αν απειλείται η δημόσια ασφάλεια ή αν μία συνάθροιση αντιτίθεται στο σκοπό μιας άλλης, που επίσης θα έχει γνωστοποιηθεί. Θα αποφεύγονται έτσι οι αντισυγκεντρώσεις οι οποίες το ξέρουμε καλά οδηγούν συχνά σε συγκρούσεις. Οι Αρχές τότε θα μπορούν να υποδεικνύουν στον οργανωτή κάποιον άλλο χώρο».
«Κάθε δημόσια μαζική διαμαρτυρία θα πρέπει να είναι δημόσια και γνωστή σε όλους. Θα πρέπει να ανακοινώνεται εγκαίρως και μαζί με τον τόπο της, ώστε να ρυθμίζεται η κυκλοφορία και η συγκοινωνία στην περιοχή, να μην εμποδίζονται οι υπόλοιπες δραστηριότητες γύρω της. Είναι όμως και ένας νόμος -που εισηγούμαστε σήμερα προς ψήφιση από την εθνική αντιπροσωπεία- ο οποίος προσαρμόζεται σε ιδιαίτερες συνθήκες. Ακόμα και αν μια διαδήλωση δεν γνωστοποιείται εγκαίρως δεν θα είναι παράνομη εάν τηρεί τις προδιαγραφές που ορίζει ο νόμος. Απαλείφεται έτσι μια από τις ισχύουσες ρυθμίσεις σύμφωνα με την οποία κάθε μη ανακοινωμένη συγκέντρωση ήταν τυπικά και απαγορευμένη. Σύντομα μάλιστα θα υπάρχει και ειδική ιστοσελίδα που θα ενημερώνει καθημερινά το κοινό για όλες τις εκδηλώσεις ή τις πορείες και τις ανάλογες κυκλοφοριακές ρυθμίσεις στην πόλη», είπε στη συνέχεια ο Πρωθυπουργός.
Ακολούθως ανέτρεξε σε δύο κείμενα που όπως είπε «γράφτηκαν από δύο εξαιρετικά έγκριτους και αναγνωρισμένους συνταγματολόγους οι οποίοι δεν πρόσκεινται στην Παράταξη της Νέας Δημοκρατίας».
«Θα διαβάσω δυο αποσπάσματα τα οποία θα ήθελα να κατατεθούν στα πρακτικά διότι θεωρώ ότι περιγράφουν με ακρίβεια το γενικό πλαίσιο και τη φιλοσοφία της νομοθετικής παρέμβασης αυτής της κυβέρνησης. Ξεκινώ από άρθρο του καθηγητή Νίκου Αλιβιζάτου σε κυριακάτικη εφημερίδα πριν από λίγες μέρες. Προφανώς το άρθρο αυτό είναι και μια έμμεση απάντηση σε απαράδεκτους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν σε αυτήν την αίθουσα, αλλά και στο δημόσιο λόγο συνολικά. Διαβάζω: “Όσο για τον ισχυρισμό ότι το νομοσχέδιο της κυβέρνησης είναι το ίδιο και χειρότερο από το νόμο της χούντας, είναι νομικά τόσο ασύστατος και πολιτικά τόσο αυθαίρετος που θα μπορούσε κανείς να τον χαρακτηρίσει αγυρτεία. Διότι το νομοσχέδιο αυτό, όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει ο στοιχειωδώς ενημερωμένος νομικός” -φαντάζομαι διαθέτετε τέτοιους στην Παράταξή σας- “με λίγες βελτιώσεις, τις οποίες ο κ. Χρυσοχοΐδης θα μπορούσε εύκολα να επιφέρει” και θα προσέθετα εγώ, πολλές από αυτές τις οποίες έχουν ήδη ενσωματωθεί στο τελικό σώμα του νομοσχεδίου, “χωρίς να αλλοιωθεί η ουσία του εναρμονίζεται πλήρως προς τα ισχύοντα στις πιο προηγμένες χώρες:. Δεν τα λέω εγώ. Τα λέει ο καθηγητής κ. Αλιβιζάτος. Συνεργάτης είπατε, έτσι δεν είναι;» ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Και συνέχισε: «Πάμε, λοιπόν, σε έναν άλλον καθηγητή, ο οποίος προέρχεται ακόμα αριστερότητα του πολιτικού φάσματος. Τον κ. Μανιτάκη. Και αυτόν να τον απαξιώσουμε έτσι αβίαστα. “Η παρούσα κυβέρνηση το τόλμησε. Καιρός ήταν. Δεν πήγαινε άλλο με αυτήν τη θεοποιημένη πρωτοκαθεδρία του δικαιώματος της συνάθροισης, όπου κάθε ομάδα διαδήλωνε όποτε ήθελε, όπου ήθελε και όπως ήθελε, προβάλλοντας αιτήματα και διαδίδοντας ιδέες, που η ίδια ενέκρινε ότι είναι άξια προσοχής του κοινού. Και όλα αυτά αγνοώντας παντελώς και παρεμποδίζοντας ανενδοίαστα την ταυτόχρονη άσκηση των δικαιωμάτων των άλλων, των τρίτων, όπως του δικαιώματος της ελεύθερης διακίνησης και επικοινωνίας, εργασίας και απασχόλησης, ελεύθερης άσκησης του επαγγέλματος”. Ομότιμος καθηγητής Αντώνης Μανιτάκης».
Κάνοντας μία πιο ειδική αναφορά στο πνεύμα του νόμου, σημείωσε:
«Έχω παρακολουθήσει με μεγάλη προσοχή τις συζητήσεις στη Βουλή, αλλά και τον ευρύτερο δημόσιο διάλογο. Νομίζω ότι αν απομόνωνε κανείς κάποια στιγμιότυπα, από αυτά τα οποία έγιναν, εκτιμώ ενδεχομένως και από αυτά τα οποία θα γίνουν σε λίγη ώρα σε αυτήν την αίθουσα, θα έμενε κανείς με την εντύπωση ότι στην Ελλάδα ζούμε τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Εμφύλιο ή τα χρόνια αμέσως μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, ότι δηλαδή υπήρχαν ακόμα ανοιχτές, νωπές, εθνικές, κοινωνικές πληγές όταν η δημόσια διαμαρτυρία αποτελούσε πράγματι το καταφύγιο, το μόνο καταφύγιο ίσως, για την έκφραση πολιτών που δικαιολογημένα αισθάνονταν κατατρεγμένοι. Η σημερινή Ελλάδα, όμως, έχει αφήσει πίσω της εκείνες τις εποχές και δεν σκοπεύω να μπω σε μία άγονη αντιδικία με εκείνους που θεωρούν ότι τους ανήκουν ιδιοκτησιακά, όχι μόνο τα δημοκρατικά δικαιώματα, αλλά και οι δρόμοι και οι πλατείες της χώρας για να πραγματοποιούνται κατά βούληση πορείες και διαμαρτυρίες. Θα περιοριστώ απλώς σε ένα μόνο σχόλιο. Είτε από ιδεολογική ραθυμία είτε από μικροπολιτικό υπολογισμό αρνούνται να κατανοήσουν ότι η Πατρίδα έχει προχωρήσει μπροστά. Είναι μία σύγχρονη ευρωπαϊκή και δημοκρατική χώρα με μία Κυβέρνηση που σέβεται τους πολίτες της, όπως νομίζω ότι τη σέβονται και αυτοί. Γι’ αυτό και επιστρέφω την θρασύτατη κριτική περί αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων από εκείνους που συστηματικά αποδόμησαν τους θεσμούς. Ας μην μιλούν, λοιπόν, για σχέδια καταστολής στους δρόμους και στις πλατείες όσοι έχει αποδειχθεί πια ότι εξύφαιναν μηχανορραφίες στα υπόγεια των “μαγαζιών” τους όπως οι ίδιοι έλεγαν.
Η Ελλάδα μετράει, ήδη, σχεδόν μισό αιώνα ομαλού κοινοβουλευτικού βίου. Διαθέτει και την πολιτική πείρα, αλλά και την κοινωνική ωριμότητα ώστε να προστατεύει και να διευρύνει τις συνταγματικές ελευθερίες, να διασφαλίζει τα δικαιώματα αλλά και να αποτρέπει την κατάχρησή τους. Το νέο νομοσχέδιο έρχεται να υπηρετήσει μία αναγκαιότητα που υπέδειξε, που ανέδειξε η ίδια η πραγματικότητα. Και ναι αποτελεί υλοποίηση μίας κεντρικής προεκλογικής δέσμευσης της Νέας Δημοκρατίας. Κανέναν δεν αιφνιδιάζουμε με το να φέρουμε αυτό το νομοσχέδιο. Είχαμε μιλήσει επανειλημμένως για το ζήτημα αυτό, το είπαμε, έχουμε πάρει πολιτική νομιμοποίηση να εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας και το κάνουμε πράξη. Πρέπει, λοιπόν, επιτέλους να πάρουμε τα δικαιώματα στα σοβαρά. Θα δανειστώ τον τίτλο ενός εμβληματικού βιβλίου, ενός μεγάλου Αμερικάνου νομικού στοχαστή, του Ronald Dworkin. Ένας στοχαστής ο οποίος απέρριπτε το ασυμβίβαστο μεταξύ ελευθερίας και ισότητας. Αυτό ακριβώς επιχειρούμε να κάνουμε σήμερα, να εναρμονίσουμε την ελευθερία όπως αυτή αποτυπώνεται συνταγματικά με την ισότητα των δικαιωμάτων, ώστε να πάψουν κάποτε οι αυτόκλητοι υπερασπιστές των συνταγματικών ελευθεριών να τις καταχρώνται εις βάρος των υπολοίπων.
Το 1916 ένας νεαρός νομικός και μετέπειτα επιφανής συνταγματολόγος εξέδιδε το δεύτερο βιβλίο του. Τίτλος: “Αι εν υπαιθρίω συναθροίσεις κατά το δημόσιον ημών δίκαιον”. Η πρώτη ελληνική πραγματεία για το δικαίωμα του συνέρχεσθαι. Και ο συγγραφέας θεωρούσε την ελευθερία της δημόσιας συνάθροισης κομβικό δίαυλο δημοκρατικής έκφρασης. Εντόπιζε, όμως, το 1911 μια θεμελιώδη επί του θέματος ατέλεια. Την έλλειψη ειδικού νόμου για την επιβολή όρων τους οποίους συνοπτικά προέβλεπε το Σύνταγμα του 1911. Γιατί άνευ του κανονισμού τούτου έγραφε, κατ΄ ουσίαν δεν υπάρχουν ατομικαί ελευθερίαι. Γιατί αυτό αρμόζει, κατέληγε, σε κάθε φιλελεύθερη Πολιτεία. Και μάλιστα όταν πραγματεύεται τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να απαγορευθεί μια δημόσια συνάθροιση λέει επί λέξει: “ιδίως δεν αμφισβητείται ότι δικαιούται ο νόμος να απαγορεύσει συναθροίσεις εντός των δημοσίων οδών” το 1911 αυτό, “διότι αλλιώς θα παρεκωλύετο η ελευθέρα συγκοινωνία εν αυταίς επί βλάβει του κοινωνικού συνόλου”», είπε ο Πρωθυπουργός.
Καταλήγοντας, στην πρώτη τοποθέτησή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απηύθυνε κάλεσμα σε «όλους τους συναδέλφους της αντιπολίτευσης να ξαναδιαβάσουν το νομοσχέδιο στο φως των λόγων του Αλέξανδρου Σβώλου, του έγκυρου θεωρητικού, ηγετικής μορφής της εθνικής Αντίστασης και της Κεντροαριστεράς, του ίδιου του προέδρου της Κυβέρνησης του Βουνού. Το λέω αυτό διότι δεν υπάρχει κανένα ουσιαστικό αντεπιχείρημα από κανένα ιδεολογικό ρεύμα το οποίο να αμφισβητεί τον πυρήνα της θεσμικής τομής που φέρνει η κυβέρνηση. Την επί της αρχής ανάγκη να ρυθμιστεί όπως επιτάσσει το Σύνταγμα το δικαίωμα της δημόσιας συνάθροισης. Μπορούμε να διαφωνήσουμε επί των συγκεκριμένων προβλέψεων του νόμου και να επιχειρήσουμε, όπως το κάναμε, να τον κάνουμε καλύτερο. Η επί της αρχής απόρριψη όμως, όπως διατυπώθηκε τουλάχιστον από δύο κόμματα της Εθνικής Αντιπροσωπείας του νομοθετήματος με απαράδεκτους χαρακτηρισμούς, συνιστά η ίδια παραβίαση του Συντάγματος. Διότι δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να φέρνουμε με πολύ μεγάλη καθυστέρηση τον εφαρμοστικό νόμο του άρθρου 11, όπως το Σύνταγμα επιτάσσει».
Τσίπρας: Φοβάστε τη διαφωνία, την αντίδραση, την οργή της κοινωνίας
Δριμεία επίθεση στην κυβέρνηση για το επίμαχο νομοσχέδιο εξαπέλυσε ο Αλέξης Τσίπρας, παίρνοντας τον λόγο στη Βουλή, καταλογίζοντάς της για επαναφορά «διαταγμάτων της Χούντας» λόγω φόβου απέναντι στις επικείμενες αντιδράσεις της κοινωνίας. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έστρεψε τα βέλη του και κατά του Κινήματος Αλλαγής, για τη στήριξη που προσφέρει στο εν λόγω νομοσχέδιο, όπως είπε. Ξεκινώντας την τοποθέτησή του, ο Αλέξης Τσίπρας είπε πως «σήμερα επιχειρείτε μια αντιδραστική τομή, με στόχο την ίδια τη δημοκρατία, το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στη διαδήλωση, στη συγκέντρωση, στη διαμαρτυρία»” και πρόσθεσε ότι πρόκειται για «μια αντιδραστική τομή που καμία κυβέρνηση δε διανοήθηκε από τη μεταπολίτευση».
Απαντώντας στα επιχειρήματα του Πρωθυπουργού σχετικά με την ανάγκη να περιοριστούν οι διαδηλώσεις με μικρό αριθμό συμμετεχόντων λόγω παρεμπόδισης της κυκλοφορίας, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης υποστήριξε ότι ήδη η νομοθεσία προβλέπει τον περιορισμό τους σε μία λωρίδα κυκλοφορίας ή και στο πεζοδρόμιο. Επιπλέον, απάντησε στην επισήμανση του Πρωθυπουργού ότι και επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ είχαν απαγορευτεί διαδηλώσεις, πως έγιναν για λόγους «εθνικής ασφάλειας» σε περίπτωση επίσκεψης ξένου ηγέτη.
«Και το ερώτημα είναι γιατί το επιχειρείτε αυτό τώρα; Πρόκειται απλά για τη συνάντηση του ακροδεξιού δόγματος Βορίδη με τη νεοδεξιά εμμονή Χρυσοχοΐδη;», διερωτήθηκε από το βήμα της Βουλής ο Αλέξης Τσίπρας. «Ή μήπως αυτή η σπουδή σας -και μάλιστα να το φέρετε κατακαλόκαιρο- καλύπτει κάποιο φόβο για τις εξελίξεις και για τις κοινωνικές αντιδράσεις που έρχονται από το φθινόπωρο;», συνέχισε.
Εξέφρασε την εκτίμησή του ότι η χώρα μπαίνει σε μια περίοδο «πολύ βαθιάς ύφεσης, μεγαλύτερης από τα σκληρά χρόνια των μνημονίων» και συμπλήρωσε πως «χρειάζεται σχέδιο, όραμα και ηγεσία ώστε να πατήσει ξανά γερά στα πόδια της» και «όχι αυταρχισμό καταστολή και προπαγάνδα, από τα καλοταϊσμένα με κρατικό χρήμα μέσα ενημέρωσης». Σε αυτό το σκηνικό, εκτίμησε ότι οι Έλληνες πολίτες θα ήθελαν να ακούσουν από την κυβέρνηση τι θα κάνει για να βελτιώσει τη ζωή τους και αντ’ αυτού βλέπουν μια προσπάθεια επαναφοράς «διαταγμάτων του 1971 της Χούντας».
Κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι εκδικείται την Αριστερά, «τον πολιτικό σας αντίπαλο δηλαδή, που ξέρετε ότι η δύναμη του βρίσκεται στην ασίγαστη δίψα των ανθρώπων για δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια», και επανέλαβε ότι η απάντηση στο «γιατί τώρα» είναι «προφανής». «Γιατί φοβάστε. Παρά τα εκατομμύρια που μοιράζετε για να σας φιλοτεχνούν κυρίαρχο και άτρωτο τα ΜΜΕ», είπε και έκανε λόγο για «αυτογελοιοποίηση» του Πρωθυπουργού. Σε αυτό το σημείο, ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρθηκε στη λίστα Πέτσα για τη χρηματοδότηση των ΜΜΕ για την καμπάνια του κορονοϊού -«τη λίστα της ντροπής» όπως είπε. Τόνισε πως «αποδεικνύει ότι μοιράσατε 20 εκατ, στο πίσω γραφείο του Μαξίμου, λες και ήταν λεφτά της οικογένειας», υποστηρίζοντας ότι το μοίρασμα αυτό έγινε «χωρίς κριτήρια με μόνο στόχο τη χειραγώγηση». Όσον αφορά, δε, την απόφαση του κυρίου Μαρινάκη να επιτρέψει το μερίδιό του, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ την χαρακτήρισε «απόγειο της γελοιοποίησης» και προκάλεσε την κυβέρνηση να «πάρει πίσω το πρόγραμμα της ντροπής» και να ξαναμοιράσει τα χρήματα με όρους «διαφάνειας, αξιοκρατίας, με πραγματικά κριτήρια, τους εργαζόμενους, με κριτήρια την αναγνωσιμότητα, την τηλεθέαση».
«Αν θέλετε να δώσετε διαφημιστική πίτα υπάρχουν όροι που προβλέπει ένα δημοκρατικό πλαίσιο με διαφάνεια και λογοδοσία. Όχι έτσι όμως τα λεφτά των Ελλήνων φορολογουμένων», δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και επιτέθηκε στον Πρωθυπουργό λέγοντας ότι τα κάνει όλα αυτά γιατί «φοβάται να αναμετρηθεί με την πραγματικότητα στην κοινωνία και την οικονομία». «Φοβάστε τη διαφωνία, την αντίδραση, την οργή της κοινωνίας. Φοβάστε, γι’ αυτό πάντα η απάντηση σας είναι η καταστολή», είπε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στο επίμαχο νομοσχέδιο για τις συγκεντρώσεις, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε λόγο για συγκεκριμένα σημεία που «προκαλούν ανατριχίλα». Παρέπεμψε μεταξύ άλλων και σε ανακοίνωση των δικηγορικών συλλόγων ότι η κεντρική ρύθμιση του νομοσχεδίου «πλήττει τον πυρήνα του δικαιώματος και βρίσκεται εκτός συνταγματικού πλαισίου», αλλά και σε ένα έργο το οποίο έχει επιμεληθεί ο υπουργός Επικρατείας, κ. Γεραπετρίτης σχετικά με την υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποίησης της συνάθροισης προκαλώντας την αντίδραση τόσο του ίδιου του κ. Γεραπετρίτη όσο και του Πρωθυπουργού, τον οποίο χαρακτήρισε, μάλιστα, “ανήσυχο” λόγω των τελευταίων εξελίξεων.
«Ίσως όμως το πιο εντυπωσιακό στο νομοσχέδιο δεν είναι σ’ αυτά που λέει, αλλά σ’ αυτά που παραλείπει», προσέθεσε ο κ. Τσίπρας και χαρακτήρισε «εκκωφαντική» την απουσία οποιασδήποτε διάταξης που «να περιορίζει την Αστυνομία», κάτι που, όπως είπε στέλνει μήνυμα στην Αστυνομία «βαράτε ελεύθερα», «μη σας νοιάζει», «κανείς δεν θα σας ζητήσει ευθύνες».
Στη συνέχεια, έστρεψε τα βέλη του και κατά του Κινήματος Αλλαγής, χαρακτηρίζοντας ως «μεγαλύτερη ντροπή» να ψηφίζεται αυτό το νομοσχέδιο από «δημοκρατικές δυνάμεις» και την κ. Γεννηματά, υποστηρίζοντας ότι τέτοιες αποφάσεις έρχονται σε ρήξη με την παράδοση και τις ρίζες της δημοκρατικής παράταξης και αφήνοντας αιχμές ότι «τους έχουν λείψει τα κυβερνητικά έδρανα». «Αλλά να μη στεναχωριούνται που η δημοκρατική παράταξη στον τόπο θα έχει συνέχεια. Και έχει συνέχεια με τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία», τόνισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Επιστρέφοντας στην κριτική του προς την κυβέρνηση, κατηγόρησε την παράταξη της ΝΔ ότι «βάλλει κατά της Μεταπολίτευσης», την οποία, όπως είπε, θεωρεί «όργιο σπατάλης, συντεχνιών, αναρχίας και φαυλότητας», ενώ υπογράμμισε πως «μετατρέψαν περιθωριακά ακροδεξιά στερεότυπα, σε κυρίαρχη αφήγηση» εντάσσοντας στο κόμμα ως ηγετικά στελέχη, ακόμα και «μέλη της νεολαίας του Παπαδόπουλου» και «αρνητές των νεκρών του Πολυτεχνείου».
«Σήμερα επιχειρείτε να ξηλώσετε ένα κομμάτι της δημοκρατικής παράδοσης του τόπου ακόμα και της δικής σας παράταξης», συνέχισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, επισημαίνοντας ότι «το συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης» «δεν γράφτηκε μόνο στο χαρτί. Γράφτηκε και στο δρόμο. Γράφτηκε και με αγώνες». Όπως είπε, η επίθεση αυτή στη Δημοκρατία γίνεται σε μια «κομβική στιγμή» όπου «το καύσιμο της παραπλάνησης αρχίζει και στερεύει επικίνδυνα» και «οι ευγνώμονες υπήκοοι, αποδεικνύονται ανήσυχοι πολίτες». «Και εκεί που νομίζατε ότι θα βλέπουν για πάντα το σωτήρα, αρχίζουν και βλέπουν τον πρωθυπουργό της μεγαλύτερης ύφεσης που έχει καταγράψει η ελληνική οικονομία στη μεταπολεμική περίοδο», είπε ο Αλέξης Τσίπρας, προσθέτοντας ότι απέναντι σε αυτούς «ο δήθεν άτρωτος ηγέτης», «αρχίζει να αναζητά πιο παραδοσιακά καταφύγια από αυτό της εικόνας», «το καταφύγιο του γκλόμπ και της ασπίδας».
Γεννηματά: Σταθήκαμε εμπόδιο στα σχέδιά σας, ξαναγράψαμε το νομοσχέδιο
Παίρνοντας τον λόγο στο βήμα της Βουλής, η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά, υπογράμμισε τη συμβολή του ΚΙΝΑΛ στις αλλαγές που έγιναν στο νομοσχέδιο για τις συγκεντρώσεις, επικρίνοντας τόσο την κυβέρνηση όσο και την αξιωματική αντιπολίτευση. «Σταθήκαμε εμπόδιο στα σχέδιά σας. Ξαναγράψαμε το νομοσχέδιο. Σώσαμε από μια νέα πληγή τη Δημοκρατία. Εξασφαλίσαμε τα δικαιώματα με θεσμικές εγγυήσεις. Στήσαμε προοδευτικό ανάχωμα στο δόγμα ‘νόμος και τάξη’ της δεξιάς», υπογράμμισε η κ. Γεννηματά.
Κατηγόρησε την κυβέρνηση γιατί προχώρησε στη νομοθετική ρύθμιση «καθώς προσπαθεί να προλάβει μέσα από απαγορεύσεις τις κλιμακούμενες αντιδράσεις για το χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων, τη λογική μισός μισθός-μισή δουλειά, τα λουκέτα που πολλαπλασιάζονται, τις απλήρωτες συντάξεις, την ανεργία. Θέλατε να απαγορεύσετε τις διαδηλώσεις, με το έκτρωμα που φέρατε. Θέλατε ανοιχτό το κέντρο, αλλά οδοφράγματα στις πορείες».
Αναφερόμενη στη στάση που τήρησε το ΚΙΝΑΛ, εξήγησε ότι το κόμμα δεν είπε «ένα τυφλό όχι, όπως άλλοι, που θα οδηγούσε στην ψήφιση του αντιδημοκρατικού νομοσχεδίου όπως ήταν. Χωρίς το Κίνημα Αλλαγής, το νομοσχέδιο θα περνούσε με την αρχική, αυταρχική μορφή του εις βάρος των πολιτών και των ελευθεριών τους».
«Το φέραμε μέσα στο συνταγματικό πλαίσιο. Διασώσαμε το δικαίωμα στη συνάθροιση και στην διαδήλωση. Αφαιρέσαμε από εσάς και τον κ. Τσίπρα τη δυνατότητα να πολώσετε ξανά το κλίμα, να διαιρέσετε την κοινωνία. Είναι ξεκάθαρο ότι έχετε επιλέξει τη σύγκρουση. Γι’ αυτό και τα γνωστά τρολ φρόντισαν να μας στολίσουν ξανά αυτές τις ημέρες. Επειδή τους αφαιρέσαμε τη χαρά της σύγκρουσης και του μονοπωλίου της κοινωνικής ευαισθησίας, που τόσο αυτάρεσκα εκδηλώνει ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι οι καιροί άλλαξαν», επεσήμανε. Όπως είπε, στο τέλος αντιπαρατέθηκαν δυο λογικές: Από την μια η αντίληψη της ΝΔ ότι «δεν έχει ανάγκη κανέναν», και με την κυβερνητική πλειοψηφία θα περάσει την ψευδεπίγραφη μεταρρύθμιση «ως έχει». Από την άλλη η αντίληψη του Κινήματος Αλλαγής, που κατέστησε σαφές ότι αυτές οι διχαστικές αντιλήψεις είναι επικίνδυνες για τη Δημοκρατία και δεν θα περάσουν. Τελικά κέρδισαν οι πολίτες και η Δημοκρατία, παρατήρησε η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ για να υπογραμμίσει ότι η κυβέρνηση δέχτηκε σχεδόν το σύνολο των προτάσεων του κόμματος.
«Το σημαντικό είναι ότι πλέον ο νόμος ρυθμίζει και προστατεύει το δικαίωμα στη διαδήλωση με τις θεσμικές εγγυήσεις που εμείς επιβάλαμε και αυτό στηρίζουμε», τόνισε και έκανε ειδική αναφορά στο κρίσιμο θέμα της αστικής ευθύνης του διοργανωτή λέγοντας συγκεκριμένα: «Το Κίνημα Αλλαγής, ζητά να αποσυρθεί η διάταξη για την αστική ευθύνη των διοργανωτών της διαδήλωσης, που καλούνται να αποδείξουν οι ίδιοι ότι είχαν λάβει τα αναγκαία μέτρα περιφρούρησης. Προς τον σκοπό αυτό κατατέθηκε από το ΚΙΝΑΛ και τροπολογία που καταργεί την αδικαιολόγητη αυτή ρύθμιση».
Ως προς αυτό, κατέστησε σαφές πως αν δεν γίνει δεκτή η τροπολογία θα ζητήσει ονομαστική ψηφοφορία όπου θα καταψηφίσει το σχετικό άρθρο. «Το νομοσχέδιο που μας φέρατε προωθούσε τον αυταρχισμό. Δεν περιείχε καμία θεσμική εγγύηση για να μπορεί κάθε Έλληνας και Ελληνίδα να εκφράζει την διαμαρτυρία του ελεύθερα και δημοκρατικά. Και μπροστά στον κίνδυνο να ψηφιστεί ως έχει και να εφαρμοστεί, κάναμε μια επιλογή. Αντί με ένα εύκολο “ΌΧΙ” να σας δώσουμε ουσιαστικά λευκή επιταγή, όπως ο κ. Τσίπρας και άλλοι, αποφασίσαμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων», κατέληξε η Φώφη Γεννηματά, υπενθυμίζοντας ότι η προοδευτική Παράταξη έχει ιστορία, έχει δημοκρατικό ήθος, έχει προτάσεις, αντλεί την δύναμή της από το πατριωτικό καθήκον, το Σύνταγμα και τους αγώνες του ελληνικού λαού.
Κουτσούμπας: Ο λαός θα ακυρώσει στην πράξη το κατάπτυστο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις
«Γελιέστε αν νομίζετε ότι αυτό το τερατούργημα τελικά θα εφαρμοστεί. Όπως το βγαλατε έτσι θα το ξαναβάλετε στα συρτάρια σας ακόμα και ως ψηφισμένο νόμο. Θα σας αναγκάσουν οι εργαζόμενοι, ο ελληνικός λαός που θα το ακυρώσουν στην πράξη» υπογράμμισε απευθυνόμενος στην κυβέρνηση, ο γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, στην αποψινή του ομιλία στη Βουλή επί του νομοσχεδίου για τις διαδηλώσεις.
Είπε ότι το νομοσχέδιο αποτελεί απόδειξη ότι η αντιλαϊκή πολιτική θα κλιμακωθεί μπροστά στη νέα καπιταλιστική κρίση, την οποία θα φορτώσουν στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, όπως ακριβώς και με την προηγούμενη. Σημείωσε ότι τα νέα πακέτα της Ε.Ε. για τα οποία πανηγυρίζουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ θα κατευθυνθούν στις μεγάλες επιχειρήσεις και θα πληρωθούν από τις τσέπες του ελληνικού λαού μέσω της αύξησης της φορολογίας και της μείωσης των κοινωνικών δαπανών. Πρόσθεσε ότι το νομοσχέδιο «αποτελεί και ομολογία της ανησυχίας της κυβέρνησης, ότι εργαζόμενοι, μικροί επαγγελματίες, φτωχοί αγρότες, νέα παιδιά δεν θα μείνουν με σταυρωμένα χέρια να μετράνε νέες απώλειες». Ο Δ. Κουτσούμπας τόνισε ότι το κύριο συνίσταται στο ότι το νομοσχέδιο υπηρετεί «τον στρατηγικό στόχο της υπεράσπισης ενός συστήματος που έχει χρεοκοπήσει, δεν μπορεί να βρεί διέξοδο στις ανάγκες του λαού».
«Η αμφισβήτηση απέναντι στο σύστημα εκμετάλλευσης μεγαλώνει και αυτό δεν μπορεί να το ανακόψει κανένας μηχανισμός ιδεολογικής χειραγώγησης» υπογράμμισε. Είπε ότι επιδίωξη είναι η νομιμοποίηση μηχανισμών και μέτρων που ήδη έχουν περάσει σε άλλες χώρες «και αν εδώ καθυστέρησαν, αυτό έγινε χάρη στη μεγάλη συμβολή του οργανωμένου ταξικού κινήματος και του ΚΚΕ». Όπως ανέφερε το νομοσχέδιο της ΝΔ «στοχεύει σε κάθε προοδευτική, ριζοσπαστική ιδεολογία και πράξη, φθάνοντας στο σημείο να βάζει στο ίδιο τσουβάλι τον ριζοσπαστισμό με διάφορες υπαρκτές μορφές βίας, όπως η ενδοοικογενειακή και η ενδοσχολική».
Μιλώντας για την προβλεπόμενη στο νομοσχέδιο σύσταση «Διεύθυνσης Πρόληψης της Βίας» και της σχεδιαζόμενης προώθησης της απο-ριζοσπαστικοποίησης, είπε ότι η ΝΔ κατασκευάζει «έναν σύγχρονο ιδεολογικό κατασταλτικό χαφιεδίστικο μηχανισμό που θα παρεμβαίνει, από τα σχολεία μέχρι τα πανεπιστήμια, σε συνεργασία με κρατικές και μη κρατικές αρχές» και ταυτόχρονα έθεσε το ερώτημα «ποιές είναι αυτές οι μη κρατικές αρχές;». Επισήμανε ότι η ποινικοποίηση της ριζοσπαστικής ιδεολογίας και πράξη αποτελεί επίσημη πολιτική της Ε.Ε. «με βάση την οποία, αλλά και με βάση την ανιστόρητη εξίσωση φασισμού – κομμουνισμού, προωθείται σε μια σειρά χώρες, η ποινικοποίηση της δράσης των λαϊκών κινημάτων και των κομμουνιστικών κομμάτων». Ανέφερε επίσης ότι προ έξι μηνών «η αντιδραστική ΕΕ σε ετήσια έκθεσή της, κατέγραφε επίσημα ως κίνδυνο για την ασφάλεια, τις λαϊκές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας».
Τόνισε ότι ΝΔ και ΚΙΝΑΛ ψήφισαν υπέρ και ο ΣΥΡΙΖΑ λευκό και τόνισε, «να γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ στην κριτική τους στέκονται μόνο στις χουντικές αντιγραφές, αντιδρούν στις διατάξεις που βγάζουν μάτι για την αντιδραστικότητά τους, αφήνουν όμως στο απυρόβλητο τον ιδεολογικό πυρήνα αυτού του νομοσχεδίου, πάνω στον οποίο θεμελιώνονται όλα τα υπόλοιπα».
Είπε ότι «το τερατούργημα της ΝΔ βάζει νέους προκλητικούς αντιδραστικούς περιορισμούς στις συγκεντρώσεις, ξεπερνώντας κατά πολύ ακόμα και αυτούς που θέτει το ίδιο το Σύνταγμα σας και προηγούμενοι νόμοι σας» αναφερόμενος στη συνέχεια σε συγκεκριμένες διατάξεις του νομοσχεδίου. Είπε ότι πέραν των αντιδραστικών διατάξεων που προβλέπει το νομοσχέδιο, «το πιο σοβαρό είναι η αστική ευθύνη του “οργανωτή”, ο οποίος θα έχει την ευθύνη αποζημίωσης για τον οποιονδήποτε εισχωρήσει σε μια συγκέντρωση ή με αφορμή μια συγκέντρωση, εάν προκαλέσει ζημιές».
Όπως εξήγησε, βάσει αυτού ο οργανωτής θα έχει την ευθύνη για τις όποιες ζημιές μπορεί να προκαλέσουν «οι διάφοροι μπαχαλάκηδες, δηλαδή οι λεγόμενοι ‘γνωστοί – άγνωστοι’ προβοκάτορες; Δηλαδή οι ‘γνωστοί’ στους κρατικούς μηχανισμούς». Πρόσθεσε ότι έτσι θα τυλίγονται σε μια κόλλα χαρτί αγωνιστές και θα σέρνονται στα δικαστήρια για να αποδείξουν πως «το οργανωμένο εργατικό λαϊκό κίνημα, οι φορείς της νεολαίας, δεν έχουν καμιά σχέση με τους προβοκατόρικους μηχανισμούς. Γιατί οι μόνοι που έχουν σχέση με αυτούς τους μηχανισμούς είναι το ίδιο το κράτος και το εντός αυτού παρακράτος». «Με αυτό που πάτε να ψηφίσετε, όχι μόνο δεν αποτρέπετε την προβοκάτσια, αλλά ρίχνετε νερό στο μύλο της παραγωγής της» τόνισε.
Χαρακτήρισε «γελοία και παλιάς κοπής» τα κυβερνητικά επιχειρήματα περί «σωτήριου νομοσχεδίου» για τα εμπορομάγαζα, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «οι 200.000 – κυρίως μικρές – επιχειρήσεις που έβαλαν λουκέτο την 5ετία 2011-2016, έκλεισαν λόγω των κινητοποιήσεων ή λόγω της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και των μνημονιακών πολιτικών που τη συνόδευσαν;». Επισήμανε ότι «μεγαλοξενοδόχοι, πολυκαταστήματα και αλυσίδες του κέντρου, που – αργά, αλλά σταθερά – συγκεντρώνουν την εμπορική κίνηση της περιοχής και ορέγονται ‘τουριστικές οάσεις’ και ‘μεγάλους περιπάτους’ είναι αυτοί που απαιτούν απαγόρευση διαδηλώσεων και σιγή νεκροταφείου, όχι οι επαγγελματίες που βρίσκονται στην αντίπερα όχθη, που πολλές φορές αναγκάζονται και οι ίδιοι να διαδηλώσουν για τα δικαιώματά τους».
Τόνισε ότι παρά τα λεγόμενα της κυβέρνησης, το νομοσχέδιο στοχοποιεί τις συγκεντρώσεις του ταξικού εργατικού κινήματος και τις συγκεντρώσεις των πολιτικών κομμάτων. Ο Δ. Κουτσούμπας είπε ότι το βήμα έντασης της καταστολής που επιχειρεί η κυβέρνηση θα ήταν μετέωρο αν δεν είχαν προηγηθεί συγκεκριμένα βήματα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο περιορισμός του απεργιακού δικαιώματος, η μετατροπή των κινητοποιήσεων ενάντια στους πλειστηριασμούς σε ιδιώνυμο αδίκημα, η διατήρηση του οπλοστασίου των τρομονόμων. «Η ιστορία είναι γεμάτη από νόμους που βρικολάκιασαν, από νόμους που ήθελαν να βάλουν σε γύψο την ταξική πάλη, τη ριζοσπαστική σκέψη και δράση. Τελικά όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, έμειναν στα χαρτιά. Η πραγματική ιστορία για την οποία είμαστε περήφανοι και εμείς και θα είναι και τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας είναι αυτή που γράφτηκε στα πεδία των ταξικών μαχών. Είναι η ιστορία που γράφουν οι μαζικές διαδηλώσεις, τα μαζικά συλλαλητήρια στους δρόμους της Αθήνας, στους δρόμους της Ελλάδας. Αυτές οι κινητοποιήσεις κόντρα στα ιδιώνυμα και τις απαγορεύσεις είναι που προώθησαν προς τα εμπρός την δημοκρατία, την πρόοδο, την ελευθερία, είναι που κράτησαν αναμμένη τη φλόγα του αγώνα, της θυσίας, της αξιοπρέπειας. Στο δρόμο αυτό θα συνεχίσουμε αταλάντευτα και ως ΚΚΕ θα είμαστε μπροστά, όπως πάντα» κατέληξε στην ομιλία του ο γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ.
Βελόπουλος: Η μολότοφ από πλημμέλημα να γίνει κακούργημα – Αυστηροποίηση ποινών
Τη θέση του κόμματός του για την ανάγκη αυστηροποίησης των ποινών σχετικά με όσους κάνουν επεισόδια, επανέλαβε ο Κυριάκος Βελόπουλος από το βήμα της Βουλής κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τις συγκεντρώσεις. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης ζήτησε να γίνουν αυστηρότερες οι ποινές «για όσους έχουν μολότοφ και για όσους συλλαμβάνονται σε επεισόδια». «Αλλάξτε το νόμο. Η μολότοφ από πλημμέλημα να γίνει κακούργημα. Αν η σύλληψη σε επεισόδια είναι πλημμέλημα πως θα έχεις αποτροπή;» ανέφερε και επέκρινε την κυβέρνηση για ατολμία επειδή «φοβάται την Αριστερά».
Επικαλέστηκε, επίσης, τα όσα έχουν νομοθετηθεί σε Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία και Βέλγιο. «Νόμος και τάξη» είπε ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, σημειώνοντας ότι «μόνο εγκληματίες, παράνομοι και κακούργοι τα φοβούνται αυτά». Ως προς το θέμα της συνταγματικότητας του νομοσχεδίου, που αναδεικνύει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης είπε ότι αντισυνταγματικά είναι η απόδοση ιθαγένειας, ο νόμος Κατρούγκαλου για τις συντάξεις, ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες, η Συμφωνία των Πρεσπών και η εντολή ΣΥΡΙΖΑ να χτυπήσουν τα ΜΑΤ «6χρονα παιδιά στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία».
Ο ίδιος χαρακτήρισε τη συζήτηση για τις διαδηλώσεις ως ήσσονος σημασίας σε σχέση με το μείζον -όπως τόνισε- θέμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Έθεσε το ερώτημα κατά πόσο είναι σοβαρή η εικόνα της Βουλής, με τις αντιπαραθέσεις κυβέρνησης-αντιπολίτευσης «όταν ο κόσμος πεινά και υπάρχει κίνδυνος για νέα Συμφωνία των Πρεσπών στο Αιγαίο», προσθέτοντας «εκτός αν ο ΣΥΡΙΖΑ συμφωνεί υπογείως για συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο».
Υπογράμμισε ότι στη μέχρι τώρα συζήτηση στην Βουλή δεν έχει γίνει καμία αναφορά στα εθνικά θέματα, προσθέτοντας ότι «αύριο η Αγιά-Σοφιά γίνεται τζαμί» και ερωτώντας την κυβέρνηση τι προτίθεται να κάνει γι’ αυτό. Ανέφερε ότι η Τουρκία ανοίγει θέμα, καθώς «θέλουν διάλογο για «τουρκική μειονότητα» στη Θράκη» σημείωσε ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν απαντά, τόνισε ότι «υπάρχουν προτάσεις για να πιέσουμε τον τουρκικό σοβινισμό και τις τουρκικές διεκδικήσεις» και κάλεσε την κυβέρνηση «να μην ανοίξει το τζαμί στον Κεραμεικό».
Απευθυνόμενος στον Πρωθυπουργό τον κάλεσε να απομακρύνει τους «κακούς συμβουλάτορες» που υποστηρίζουν ότι «το Καστελλόριζο είναι μακριά», ενώ πρόσθεσε ότι «δεν είμαστε στον Ιούλιο του 1974 όταν η χούντα παρέδωσε την Κύπρο». Τόνισε, επιπλέον, πως δεν υπήρξε αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών στις δηλώσεις Μπορέλ από την Τουρκία καθώς και ότι «κάτι δεν πάει καλά με την σύμμαχό μας ΗΠΑ» υπουργοί των οποίων αρνήθηκαν να συναντηθούν να δεχθούν τον Έλληνα ΥΕΘΑ, παρότι η επίσκεψη του ήταν προγραμματισμένη.
Αναφερόμενος στο πεδίο της οικονομίας, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης κάλεσε την κυβέρνηση να λάβει μέτρα ανάλογα με εκείνα της Βρετανίας, άξονας των οποίων είναι η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση από 20% σε 5%, καθώς όπως είπε, αυτό έχει θετικές επιπτώσεις σε σειρά παραγωγικών κλάδων και στον τουρισμόΈφερε επίσης ως παράδειγμα προς μίμηση τα κίνητρα που αποφάσισε η περιφέρεια της Βενετίας, για την ανάπτυξη έρευνας και δράσεων για την τεχνολογία και το περιβάλλον. Καταλήγοντας, έθεσε ερώτημα για την παράταση των περιοριστικών μέτρων στις εκκλησίες ως τις 21 Αυγούστου, και κάλεσε τον Πρωθυπουργό να «είναι ακριβοδίκαιος με τους Έλληνες».
Δευτερολογία Μητσοτάκη: Το μήνυμα για τον κορονοϊό και η απάντηση σε Τσίπρα για το Ελληνικό
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε τη δευτερολογία του απαντώντας σε μία αποστροφή του Κυριάκου Βελόπουλου σχετικά με την πανδημία του κορονοϊού. Όπως διαμήνυσε ο Πρωθυπουργός, «η κυβέρνηση αξιολογεί συνεχώς την κατάσταση και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη είτε να λάβει πρόσθετα μέτρα εάν αυτό είναι απαραίτητο είτε να χαλαρώσει μέτρα που είχαν τεθεί σε εφαρμογή και τα οποία οι ειδικοί μας υποδεικνύουν ότι δεν είναι πια απαραίτητα. Σήμερα, η ανάγκη για εγρήγορση απ’ όλους τους πολίτες, απ’ όλους τους επαγγελματίες, είναι μεγαλύτερη από εκείνη πριν από ένα μήνα. Για τον απλούστατο λόγο ότι πριν από ένα μήνα ο ιός δεν κυκλοφορούσε στη χώρα μας αλλά τώρα γνωρίζουμε ότι από τη στιγμή που πήραμε τη συνειδητή απόφαση να ανοίξουμε τα σύνορά μας και να υποδεχτούμε με αυστηρούς όρους τις τουριστικές ροές ότι θα υπάρχουν και κάποια εισερχόμενα κρούσματα».
Σε αυτό το πλαίσιο, υπογράμμισε απαιτείται με μεγαλύτερη συνέπεια να τηρούμε τα περιοριστικά μέτρα. «Κι εδώ έγκειται το οξύμωρο μίας κοινωνίας που προφανώς είναι κουρασμένη μετά από μία συστράτευση που έφερε αυτά τα αποτελέσματα, αλλά τώρα που καλούμαστε να είμαστε σε εγρήγορση παρατηρώ κι εγώ και επισημαίνω κάποια φαινόμενα χαλάρωσης που θα πρέπει να μας προβληματίζουν όλους. Οι έλεγχοι θα συνεχίζονται και ειδικά στους επαγγελματίες τουρισμού και εστίασης οι έλεγχοι θα είναι αυστηροί. Δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να χαλαρώσουμε», είναι το μήνυμα που έστειλε ο Πρωθυπουργός.
Στη συνέχεια απαντώντας σε ένα σχόλιο που έκανε νωρίτερα ο Αλέξης Τσίπρας σχετικά με τα εγκαίνια των έργων στο Ελληνικό και ότι “στο γκρέμισμα είστε καλός και ότι αυτό το ξέρετε ως μηχανικός”, ο Πρωθυπουργός απάντησε: “είστε όντως καλός στο γκρέμισμα κύριε Τσίπρα αλλά αυτό το γνωρίζετε ως τέως Πρωθυπουργός, όχι ως μηχανικός”.
Για την αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στον υπουργό Επικρατείας Γιώργο Γεραπετρίτη τόνισε «αφήσατε μία σαφέστατη υπόνοια στο λόγο σας, ότι το κείμενο στο οποίο αναφερθήκατε, το έγραψε ο κύριος Γεραπετρίτης. Όταν γνωρίζετε πολύ καλά ότι ο επιμελητής ενός έργου προφανώς και δεν φέρει καμία συνολική ευθύνη ταύτισης με τις απόψεις όσων συμμετέχουν σε ένα τέτοιο συλλογικό έργο. Θα σας παρακαλούσα λοιπόν την επόμενη φορά -για ακόμα μία φορά- όταν μιλάτε στη Βουλή και όταν καταθέτετε στοιχεία στα πρακτικά, να είστε ακριβής και να καταθέτετε όλα τα κείμενα και όχι μισά και να μην επιχειρείτε να διαστρεβλώνετε την πραγματικότητα και να δημιουργείτε εντυπώσεις που δεν ανταποκρίνονται σε αυτή. Το έχετε κάνει πολλές φορές στη Βουλή, κάθε φορά που έχετε καταθέσει κάτι στα πρακτικά της Βουλής αποδεικνύεται ότι με κάποιο τρόπο παρουσιάζετε τη μισή αλήθεια, όπως το κάνατε και σήμερα».
Στη συνέχεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι το νομοσχέδιο αποτελούσε σαφέστατη προεκλογική δέσμευση της Νέας Δημοκρατίας και τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις αρχές του έτους. Προσέθεσε ότι δεν κατατέθηκε νωρίτερα στη Βουλή «μετά από συνειδητή απόφαση δική μου και μετά από αίτημα το οποίο κατέθεσε το Κομμουνιστικό Κόμμα, διότι θεώρησε το Κομμουνιστικό Κόμμα ότι είναι ένα σημαντικό νομοσχέδιο το οποίο αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και θα έπρεπε να συζητηθεί όταν η Βουλή θα έχει επιστρέψει σε ρυθμούς κανονικότητας. Όταν θα μπορούμε, δηλαδή, να συμμετέχουμε όλοι στην κοινοβουλευτική διαδικασία». «Και το αίτημα αυτό του Κομμουνιστικού Κόμματος το έκανα δεκτό. Ήταν εύλογο και γι’ αυτό το νομοσχέδιο συζητείται τώρα. Εάν δεν είχε προκύψει η κρίση του κορονοϊού το νομοσχέδιο αυτό θα είχε ψηφιστεί τον Μάρτιο» υπογράμμισε.
Απαντώντας στο επιχείρημα της αντιπολίτευσης ότι έρχεται κάποια πρωτοφανής οικονομική κρίση η οποία θα προκαλέσει δυσαρέσκεια που θα οδηγήσει σε αντιδράσεις τις οποίες η κυβέρνηση θέλει να χαλιναγωγήσει, τόνισε «έχετε επιχειρήσει πολλές φορές να παρουσιάσετε την πραγματικότητα πολύ πιο μαύρη από ό,τι είναι. Είδα και ένα πολύ ωραίο διαφημιστικό σποτ σας το οποίο έλεγε ότι «ένας χρόνος όλα ανάποδα», ίσως εσείς τα βλέπετε όλα ανάποδα διότι δεν έχετε συνέλθει ακόμα από το επιχείρημά σας ότι δεν υπάρχει ούτε μια στο εκατομμύριο να κερδίσουμε τις εκλογές».
Αναφερόμενος στο ΚΙΝΑΛ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι προσήλθε στη συζήτηση με διάθεση να βελτιώσει το νομοθέτημα, σημειώνοντας ότι σήμερα το νομοθέτημα είναι καλύτερο απ’ ότι ήταν όταν κατατέθηκε. «Δεν έχω δυσκολία να το πω αυτό και αυτή εξάλλου είναι και η χρησιμότητα της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Και σέβομαι και τιμώ ένα κόμμα το οποίο προσέρχεται στη Βουλή όχι με μία συλλήβδην απορριπτική διάθεση επί της αρχής, αλλά με διάθεση να προσέλθει και να κάνει ένα σχέδιο νόμου καλύτερο. Αυτό έκανε το ΚΙΝΑΛ, αυτό δεν έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος από την πρώτη στιγμή βρέθηκε κάθετα απέναντι σε αυτό το νομοσχέδιο, εκφράζοντας ουσιαστικά την άρνησή του επί της αρχής. Και καταφεύγοντας σε μια σειρά από επιχειρήματα, τα οποία έρχονται από το βαθύτατο παρελθόν» συμπλήρωσε.
Δευτερολογία Τσίπρα: Μην κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε την ουσία των επιχειρημάτων
«Εμείς θα είμαστε εδώ να υπερασπιζόμαστε τους δημοκρατικούς αγώνες του λαού γιατί πάντα ο λαός βρίσκει διέξοδο στη δημοκρατία, για να υπερασπιστεί την κοινωνική συνοχή, την προκοπή και την πρόοδο του τόπου», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας κατά τη δευτερολογία του στη Βουλή.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επέκρινε τον κ. Μητσοτάκη ότι κάνει πώς δεν καταλαβαίνει το επιχείρημα που του ανέπτυξε. Σημειώνοντας ότι ήδη υπάρχει θεσμικό πλαίσιο επί χρόνια, απόλυτα εναρμονισμένο με το Σύνταγμα, το οποίο προβλέπει δύο λόγους (δημόσια ασφάλεια, οικονομική και κοινωνική ειρήνη), για τους οποίους μπορεί να μπαίνει σε ρύθμιση το συνταγματικό δικαίωμα της διαμαρτυρίας και της διαδήλωσης, αναρωτήθηκε γιατί η κυβέρνηση έρχεται με το νομοσχέδιο και -στους δύο προβλεπόμενους από το Σύνταγμα λόγους- προσθέτει άλλους δύο λόγους: Αφενός τη μη γνωστοποίηση της οργάνωσης της διαμαρτυρίας από τους διοργανωτές προς την Αστυνομία, καθώς και την άρνηση να υπακούσουν οι διοργανωτές και οι διαδηλωτές στις εντολές της Αστυνομίας, όπως είπε, «που κάθε φορά υπόκεινται στην υποκειμενική κρίση της πολιτικής τους ηγεσίας». «Σας λέμε ότι αυτοί οι δύο λόγοι είναι έξω από το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος και κάνετε πως δεν καταλαβαίνετε», τόνισε.
«Άρα υπάρχει πλαίσιο και εφόσον δεν απαντάτε είναι έωλο το επιχείρημα σας ότι δήθεν εμείς θέλουμε να μην υπάρχει καμία ρύθμιση στην οικονομική και κοινωνική ζωή της πόλης, ότι δήθεν εμείς είμαστε με το ανεξέλεγκτο των διαδηλώσεων, ενώ εσείς έχετε ως μοναδικό στόχο τη ρύθμιση και τίποτα παραπάνω», είπε προς τον πρωθυπουργό.
«Η αναφορά μου σε ένα κείμενο μιας σημαντικής συνταγματολόγου που επιμελήθηκε ο κ. Γεραπετρίτης, αυτό που διάβασα από τη συγκεκριμένη παράγραφο λέει το εξής πολύ συγκεκριμένο, ότι καθεστώς άδειας, αναγγελίας ή προληπτικού ελέγχου από τις αστυνομικές Αρχές γινόταν σε ανώμαλες περιόδους παλιότερα», απάντησε στον κ. Μητσοτάκη. «Και σας λέω: συμφωνείτε ή δεν συμφωνείτε με αυτό; Έχουμε ανώμαλες περιόδους σήμερα και χρειάζεται να ξαναμπούμε σε αυτό το καθεστώς που προβλεπόταν στο ψευδοσύνταγμα της περιόδου της δικτατορίας;».
Προσέθεσε ότι το επιστημονικό συμβούλιο της Βουλής «έθεσε ξεκάθαρα την άποψη του περί αντισυνταγματικότητας» και ότι και η εθνική επιτροπή για τα δικαιώματα του ανθρώπου γνωστοποίησε την αντίθετη θέση της στο νομοσχέδιο. «Μην κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε την ουσία των επιχειρημάτων», είπε.
Τα μνημόνια και η χρεοκοπία, τα σκάνδαλα και διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, είπε, «αυτά δεν είναι κατακτήσεις των αγώνων του λαού της Μεταπολίτευσης, είναι ευθύνες και επιλογές της παράταξης σας και του κυβερνώντος κόμμα τότε, του ΠΑΣΟΚ που κρίθηκε από την ιστορία γι’ αυτό». Υπογράμμισε ότι η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ με αυτούς είναι ότι άσκησε κριτική στα κακώς κείμενα της Μεταπολίτευσης αλλά ήταν και είναι εδώ για να υπερασπιστεί τις μεγάλες κατακτήσεις του λαού και τη ριζοσπαστικοποίηση του αντιδικτατορικού κινήματος «που τώρα την ποινικοποιείτε», ότι κάνει κριτική αλλά και αυτοκριτική γιατί κυβέρνησε.
Όμως, τόνισε, «δεν φέραμε εμείς τα δεινά που έφερε η παράταξη σας, δεν χρεοκοπήσαμε εμείς τον τόπο, δεν φέραμε εμείς 15% έλλειμμα, εμείς φέραμε πλεονάσματα και 37 δισ. στα δημόσια ταμεία, δεν πήγαμε εμείς το χρέος από το 124% στο 180%, δεν μειώσαμε εμείς κατά 25% το ΑΕΠ». «Κυρίως», προσέθεσε, «δεν είμαστε εμείς αυτοί που δημιούργησαν τα μεγάλα σκάνδαλα της μεταπολίτευσης, που έχουν την ευθύνη για τη χρεοκοπία του τόπου». Είπε πως ούτε ο κ. Μητσοτάκης ούτε η σημερινή ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής έχουν πάρει ποτέ συλλογικά ως παράταξη την ευθύνη «για όλα αυτά που έφεραν τον τόπο στα πρόθυρα της χρεοκοπίας». «Δεν σας άκουσα ούτε μια φορά να αναλαμβάνετε την ευθύνη για το σκάνδαλο τη SIEMENS, το σκάνδαλο των εξοπλιστικών, το σκάνδαλο της Novartis, παρά μονάχα επιμένετε να μιλάτε για σκευωρία».
Στην τριτολογία του, Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στα λεγόμενα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ τονίζοντας ότι «η παράταξη μας δεν ενδιαφέρεται να μονοπωλήσει τους αρμούς της εξουσίας». Ο Πρωθυπουργός ανέφερε ακόμη πως θα υπάρχει πολύς χρόνος να δώσει απαντήσεις ο κ. Τσίπρας για όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες. «Πριν από έναν χρόνο ο ελληνικός λαός σας έστειλε στην αντιπολίτευση. Επέλεξε τη Νέα Δημοκρατία να κυβερνήσει. Το πως εσείς αντιλαμβάνεστε τα όλα τα καλά τα οποία έχετε κάνει, είναι ένα ζήτημα που αφορά στο εσωτερικό του κόμματός σας. Δεν θα μιλήσω για σκάνδαλα και σκανδαλολογία. Θα υπάρχει αρκετός χρόνος να ασχοληθούμε με αυτά και θα εσείς θα έχετε χρόνο να απαντήσετε», είπε ο κ. Μητσοτάκης.
«Σε αυτή την αίθουσα είμαστε 300 βουλευτές. Ορκιζόμαστε όλοι με τον τρόπο τον οποίο θα επιλέξει ο καθένας μας, πίστη στο ίδιο Σύνταγμα. Και ουδέποτε θα διανοείτο οποιοσδήποτε σε αυτή την αίθουσα να αμφισβητήσει δημοκρατικά εχέγγυα κομμάτων τα οποία είναι εκλεγμένα από τον ελληνικό λαό», είπε ο Πρωθυπουργός και συμπλήρωσε «μην συγχέετε, λοιπόν, τα πεπραγμένα με τον πυρήνα του πολιτεύματος. Διότι ακριβώς αυτές οι λογικές είναι που σας οδήγησαν τελικά στις προεκτάσεις αντίληψης της λαϊκής εντολής ως δικαίωμα κατάκτησης της εξουσίας. Αυτή η παράταξη, της οποίας εγώ έχω την τιμή να ηγούμαι, κύριε Τσίπρα, δεν ενδιαφέρεται να μονοπωλήσει τους αρμούς της εξουσίας. Ενδιαφέρεται να ενισχύει ανά πάσα στιγμή το δημοκρατικό πολίτευμα και θα αναγνωρίζει πάντα στην αντιπολίτευση τη δυνατότητα και το δικαίωμα να βρίσκεται ακριβώς στο ίδιο επίπεδο δημοκρατικής ευαισθησίας με οποιονδήποτε άλλον». Όπως υπογράμμισε, «αυτό επιβάλλει η σύγχρονη αντίληψη της δημοκρατίας. Είναι αυτό το οποίο δεν κάνατε όσα χρόνια ήσασταν στην κυβέρνηση. Και δυστυχώς βλέπω ότι εξακολουθείτε αυτές τις λογικές, να μετράτε τη δημοκρατικότητα των κομμάτων με βάση το δικό σας ζύγι και με βάση τη δική σας μεζούρα, να τις αναπαράγετε. Δεν κάνει καλό στη δημοκρατία αυτή η άποψη. Εύχομαι κάποια στιγμή σύντομα να το αντιληφθείτε».
Αντιπαράθεση Μητσοτάκη-Τσίπρα: “Είστε θρασύτατος, τώρα θυμηθήκατε τη Μεταπολίτευση” – “Είμαι τέκνο της”
“Σκληρό ροκ” ανάμεσα στον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη και τον επικεφαλής της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή κατά τη συζήτηση επί του νομοσχεδίου για τις συγκεντρώσεις. Συγκεκριμένα κατά τη δευτερολογία του ο Πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε: «Άκουσα τον κ. Τσίπρα για όσα υποστήριξε για τη Μεταπολίτευση. Μας είπατε για το πόσο τυχερός είστε που απολαύσατε τη Μεταπολίτευση. Εσείς τα λέτε αυτά; Εσείς που κάνατε καριέρα λοιδορώντας τα δύο μεγάλα κόμματα της Μεταπολίτευσης; Δεν είστε τυχερός κ. Τσίπρα. Είστε θρασύς, θρασύτατος, τώρα τη θυμηθήκατε τη μεταπολίτευση» είπε και τόνισε ότι «ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έκανε τη μεταπολίτευση και σας επέτρεψε να έχετε τη ζωή και τη διαδρομή που έχετε».
«Αρκετά με την υποκρισία. Κυβερνήσατε με τον κ. Καμμένο. Είχατε την επιλογή να κυβερνήσετε με άλλα κόμματα και επιλέξατε τους ΑΝΕΛ. Κυβερνήσατε με αυτούς που σας ταίριαζαν. Η απόπειρα να εμφανιστείτε ως κληρονόμος δυνάμεων της Μεταπολίτευσης είναι καταδικασμένη σε αποτυχία», είπε ακόμη ο Πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον Αλέξη Τσίπρα.
Οι τοποθετήσεις του Πρωθυπουργού προκάλεσαν την αντίδραση του κ. Τσίπρα, ο οποίος λαμβάνοντας τον λόγο κατηγόρησε τη Ν.Δ., αλλά και το ΠΑΣΟΚ, ότι χρεοκόπησαν τη χώρα. Καταλόγισε στη Ν.Δ. ότι δεν ανέλαβε τις πολιτικές ευθύνες για όσα τη βαραίνουν, κάνοντας αναφορά στην υπόθεση Novartis.Είπε επίσης ότι οι πολίτες βρίσκουν διέξοδο στη Δημοκρατία και κατηγόρησε εκ νέου τον κ. Μητσοτάκη ότι επιχειρεί μια αντιδραστική θεσμική τομή με στόχο την ίδια τη Δημοκρατία και το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στη διαδήλωση. Όσο για το νομοσχέδιο, ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε για «διάλογο μεταξύ κωφών» λέγοντας προς τον κ. Μητσοτάκη: «Δεν ακούτε τι λέω». «Σας είπα ότι υπάρχει θεσμικό πλαίσιο εναρμονισμένο με το σύνταγμα. Προβλέπει δύο λόγους για τον περιορισμό. Τη δημόσια ασφάλεια και την κοινωνικοοικονομική ειρήνη. Εσείς τι κάνετε; Αγνοείτε ότι υπάρχει πλαίσιο ρύθμισης» είπε ο κ. Τσίπρας και αναφέρθηκε στο ΠΔ επί Κων/νου Μητσοτάκη που προβλέπει ακόμα και απαγόρευση για λόγους δημόσιας ασφάλειας και στη διάταξη Δένδια επί κυβέρνησης Σαμαρά για τη διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ειρήνης.
«Εφόσον υπάρχει πλαίσιο, το επιχείρημά σας είναι έωλο» είπε ο κ. Τσίπρας και συμπλήρωσε ότι με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση προσθέτει δύο ακόμα λόγους για την απαγόρευση και τη διάλυση διαδηλώσεων, τη μη γνωστοποίηση που δεν προβλέπεται από το σύνταγμα, καθώς και η άρνηση να υπακούσουν οι διαδηλωτές στην αστυνομία. «Σας λέμε ότι αυτοί οι δυο λόγοι είναι πέρα και έξω από το πνεύμα του συντάγματος και κάνετε ότι δεν ακούτε» υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας επαναλαμβάνοντας το ερώτημα που είχε απευθύνει προς τον κ. Γεραπετρίτη για το αν η κυβέρνηση συμφωνεί ή διαφωνεί με την άποψη της συνταγματολόγου που είπε ότι τέτοιους είδους διατάξεις γυρνούν τη χώρα σε ανώμαλες πολιτικά περιόδους του παρελθόντος. «Το επιστημονικό συμβούλιο σας λέει για την αντισυνταγματικότητα. Μην κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε» σημείωσε ο κ. Τσίπρας.
Κλείνοντας ο κ. Τσίπρας απευθυνόμενος στον Πρωθυπουργό είπε χαρακτηριστικά: «Κύριε Μητσοτάκη τη Μεταπολίτευση σ’ αυτόν τον τόπο την έφεραν οι αγώνες του ελληνικού λαού. Οι αγώνες του ελληνικού λαού για Δημοκρατία και προκοπή, οι αγώνες του αντιδικτατορικού κινήματος. Οι αγώνες αυτοί μαζί με το Πολυτεχνείο και της νεολαίας το ’73 έφεραν τη Μεταπολίτευση στον τόπο. Εγώ κύριε Μητσοτάκη, κοιτάξτε επειδή κάπου μπερδεύεστε, είμαι τέκνο εκείνης της περιόδου και μίας εποχής, όπου πράγματι έβαλε ξανά τη χώρα σε μία ρότα κανονικότητας και κοινωνικής ειρήνης».
Άγρια κόντρα Τσίπρα-Γεννηματά στη συζήτηση του νομοσχεδίου για τις συγκεντρώσεις
Άγρια κόντρα ξέσπασε το μεσημέρι της Πέμπτης στη Βουλή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τις δημόσιες συναθροίσεις ανάμεσα στον επικεφαλής της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, Αλέξη Τσίπρα και την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ, Φώφη Γεννηματά.Συγκεκριμένα, ο κ. Τσίπρας κατά την ομιλία του υποστήριξε ότι «το νομοσχέδιο αυτό, από όπου και να το πιάσει κανείς, είναι ντροπή για κάθε δημοκρατικό πολίτη» και πρόσθεσε: «Όπως ακόμη μεγαλύτερη ντροπή είναι να το ψηφίζει αυτό η κα. Γεννηματά. Εντάξει η Ελληνική Λύση. Και είναι ντροπή απέναντι στην ιστορία της Δημοκρατικής παράταξης.Με τέτοιες αποφάσεις απομακρύνονται, έρχονται σε ρήξη με τη δημοκρατική παράδοση. Δικαίωμά τους είναι. Αλλά να μη στεναχωριούνται που η δημοκρατική παράταξη στον τόπο θα έχει συνέχεια. Και έχει συνέχεια με τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία».
Όπως ήταν αναμενόμενο η τοποθέτηση αυτή προκάλεσε την αντίδραση της κας. Γεννηματά, η οποία ξεκινώντας την ομιλία της έσπευσε να απαντήσει στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν μπορώ παρά να ξεκινήσω με το να αποκαταστήσω την αλήθεια. Γιατί αυτό που ξέρει όλη η Ελλάδα, φαίνεται ότι κάποιοι εδώ μέσα θέλουν να το παραποιήσουν με ψέματα», είπε η κα. Γεννηματά και πρόσθεσε: «Είναι λοιπόν γνωστό ότι το Κοινωνικό Συμβόλαιο της μεταπολίτευσης που άλλαξε την Ελλάδα γράφτηκε από το ΠΑΣΟΚ, τον Ανδρέα Παπανδρέου και τη δημοκρατική παράταξη με την οποία ο κ. Τσίπρας όχι απλώς δεν είχε καμία σχέση αλλά την πολέμησε λυσσαλέα. Και όταν την πολεμούσε λυσσαλέα ήταν στην ίδια μεριά με τη Νέα Δημοκρατία. Μαζί το έπραξαν αυτό και αξιοποίησαν τότε μαζί το παρακράτος και το παραδικαστικό κύκλωμα που προερχόταν από την πιο βαθιά δεξιά».
«Αν είναι λοιπόν κάτι ντροπή σήμερα, είναι ντροπή να προσπαθεί κάποιος να οικειοποιηθεί την ιστορία ενός άλλου χώρου όταν μάλιστα την πολέμησε λυσσαλέα όλα τα προηγούμενα χρόνια μέχρι και σήμερα», επισήμανε και σημείωσε: «Και θα σας πω εγώ κ. Τσίπρα τι είναι ντροπή. Γιατί δεν έχετε το πολιτικό και το ηθικό ανάστημα να μου κουνάτε το δάχτυλο. Ντροπή λοιπόν είναι να συγκυβερνάς από επιλογή με την ακροδεξιά και στη συνέχεια να την ενσωματώνεις και να υιοθετείς και τις λογικές της και τις πρακτικές της . Δεν είναι ντροπή να συμμετέχεις σε μια κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας για να μη χρεοκοπήσει η χώρα σου μετά από δύο απανωτές εκλογές. Γιατί η παράταξή μας έβαλε πλάτη για να μείνει όρθιος αυτός ο τόπος, για να μη ζήσει ο ελληνικός λαός την άτακτη χρεοκοπία και τις επιπτώσεις της. Και γι’ αυτό βάλαμε πλάτη και το καλοκαίρι του 2015 όταν τα θαλασσώσατε και κινδυνεύαμε να βρεθούμε εκτός Ευρωζώνης».
«Θέλετε να συνεχίσω για το τι είναι ντροπή; Είναι ντροπή να περνάς τη θηλιά στο λαιμό του ελληνικού λαού, να ισοπεδώνεις τη μεσαία τάξη και να το παίζεις δήθεν αριστερός», υπογράμμισε η επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ και συμπλήρωσε: «Είναι ντροπή να δίνεις στους δανειστές ενέχυρο για 99 χρόνια αρχαιολογικούς χώρους, μνημεία, περιοχές Natura. Δεν τόλμησε κανένας πρωθυπουργός στα χρόνια της κρίσης να υποταχθεί με αυτόν τον τρόπο στους εταίρους και δανειστές, αυτό που εσείς κάνατε προσωπικά με τη δική σας υπογραφή. Θέλετε να συνεχίσω τι είναι ντροπή; Είναι ντροπή να υποτάσσεσαι, να παριστάνεις το καλό παιδί επειδή θα σου χτυπήσουν την πλάτη και να κάνεις υποχωρήσεις στα εθνικά ζητήματα. Και βέβαια, είναι ντροπή κ. Τσίπρα, να καλύπτεις τα μαγαζιά, τα παραμάγαζα, το παραδικαστικό, τους κοριούς το παρακράτος, τις παρακολουθήσεις, την ξεφτίλα. Γιατί; Γιατί τα γνωρίζατε. Και ή τα καθοδηγούσατε ή δεν είχατε τη δύναμη και το σθένος να τα αντιμετωπίσετε, να τα σταματήσετε. Και μόνο με αυτά, έχετε βάλει ένα μεγάλο στίγμα στην Αριστερά που θα κάνει πάρα πολλά χρόνια να φύγει πάνω από αυτό το χώρο. Και θέλετε να συνεχίσω τι είναι ντροπή; Είναι ντροπή επί δέκα χρόνια να δίνετε συγχωροχάρτι στις ευθύνες της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και του κ. Καραμανλή για τον εκτροχιασμό της ελληνικής οικονομίας. Και το θυμηθήκατε τώρα. Τώρα που αισθάνεστε ότι δεν τον έχετε πια ανάγκη. Αυτή είναι η κατάσταση».
«Θέλετε να συνεχίσω τι είναι ντροπή; Είναι ντροπή σήμερα που βρίσκεστε σε αυτήν την κατάσταση, αντί να κάνετε αυτοκριτική, αντί να προχωρήσετε σε κάθαρση, αντί να μιλήσετε για όλα αυτά, να έρχεστε εδώ και να κουνάτε σε εμάς το δάχτυλο, λέγοντας μέσα σας αλλά τελικά και στον ελληνικό λαό ότι «καλύτερα να μην ήταν εδώ μέσα αυτό το Κίνημα Αλλαγής να κάνει τις αλλαγές» στο νόμο του κ. Μητσοτάκη γιατί έτσι μπορεί να έχετε κι εσείς κάποιο λόγο ύπαρξης τελικά», είπε ακόμη η κυρία Γεννηματά.
«Γιατί δεν σας νοιάζει στην πραγματικότητα τι θα γίνουν τα δικαιώματα των πολιτών, γιατί εδώ μιλάμε για ένα νομοσχέδιο που αφορά δικαιώματα, και οι επιπτώσεις αυτού του νόμου αν περνούσε όπως ήρθε θα ήταν ορατές από αύριο. Αλλά δεν σας ενδιαφέρει η ουσία της πολιτικής. Δεν σας ενδιαφέρει αν θα έχουν δικαιώματα οι Έλληνες πολίτες να βγουν έξω να διαδηλώσουν. Δεν σας ενδιαφέρει πού θα πάει αυτός ο τόπος. Αυτό αποδείξατε όλα αυτά τα χρόνια και όσο κυβερνήσατε και με τη στάση σας στην αντιπολίτευση και πριν και τώρα», σημείωσε και κατέληξε: «Και λυπάμαι πραγματικά γιατί μέσα σε αυτόν το χώρο υπάρχουν άνθρωποι που είναι πραγματικά οραματιστές της Αριστεράς. Και τους τσακίσατε, τους τσακίσατε το όνειρο και το όραμα, γιατί πίστευαν ότι θα έρθουν στην εξουσία για να εφαρμόσουν αυτά που πίστευαν κι αυτά για τα οποία αγωνίστηκαν. Και τελικά έζησαν τα μαγαζιά και τα παραμάγαζα. Όλα για την εξουσία και για τα οφέλη της. Η μοναδική σας αγωνία σήμερα εδώ είναι να πείσετε ότι θα επιστρέψετε με κάποιο τρόπο στην εξουσία. Για να συνεχίσετε να έχετε δύναμη και να επωφελείστε από τα οφέλη της εξουσίας έτσι όπως την αντιλαμβάνεστε εσείς. Αλλά ο ελληνικός λαός μας βλέπει και μας κρίνει όλους. Και το μέλλον είναι εδώ. Το μέλλον είναι εδώ και είναι στη δημοκρατική παράταξη κ. Τσίπρα. Γιατί εμάς χρειάζεται ο τόπος, ισχυρούς, με εναλλακτική πρόταση, ανάχωμα στη συντήρηση που ζούμε τον τελευταίο χρόνο, αλλά και στη συντήρηση που ζήσαμε επί ημερών σας, μαζί με το λαϊκισμό».
Ακολούθησε κόντρα επί προσωπικού
Με την ολοκλήρωση της πρωτολογίας της κας. Γεννηματά, τον λόγο ζήτησε και πήρε ο Αλέξης Τσίπρας, εγκάλεσε την κ. Γεννηματά για “ουρά” της Ν.Δ και η ίδια απάντησε μεμφόμενη την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ότι με δική της υπαιτιότητα έφερε στην εξουσία την “δεξιά” σαν “λευκή περιστερά”.
Τσίπρας σε Γεννηματά: Καθείς άξιος των επιλογών και της μοίρας του
Απευθυνόμενος στην Φώφη Γεννηματά, ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι ως αρχηγός του ΚΙΝΑΛ πήρε στην πορεία της, τρεις κρίσιμες στρατηγικές πολιτικές αποφάσεις:
1. Όταν έφερνε η Κυβέρνηση την απλή αναλογική. Κι εσείς επιλέξατε αντί να παίξετε έναν κρίσιμο ρυθμιστικό ρόλο, να πείτε όχι. και δώσατε μαξιλάρι ασφαλείας στην δεξιά του κ. Μητσοτάκη.
2. Πήγατε απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών.
3. Όχι μόνο αποφασίζετε να ψηφίσετε το νομοσχέδιο που συρρικνώνει συνταγματικές ελευθερίες αλλά γιατί σε μια δύσκολη στιγμή για τον κ. Μητσοτάκη επιλέγετε να μιλάτε σε μια βαριά γλώσσα για παρακράτος και διαπλοκή.
Εν κατακλείδι, ο Αλέξης Τσίπρας, είπε στην επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ: “Η επιλογή σας να μας κάνετε αντιπολίτευση όταν βρισκόμασταν στην Κυβέρνηση ήταν εύλογη, η επιλογή σας να κάνετε αντιπολίτευση σήμερα πάλι στον ΣΥΡΙΖΑ είναι παράλογη και αυτοκαταστροφική. Αν θέλετε να στηρίξετε την κυβέρνηση είναι επιλογή σας, μόνο που ο κ. Μητσοτάκης σας διεμβολίζει ήδη. Καθείς άξιος των επιλογών και της μοίρας του”.
Γεννηματά: Εσείς φέρατε τον Μητσοτάκη καβάλα στο άλογο
Η επικεφαλής του ΚΙΝΑΛ “σήκωσε” το γάντι Τσίπρα και του απάντησε “σημείο” προς σημείο. “Εσείς φέρατε τον Μητσοτάκη καβάλα στο άλογο, τους φέρατε σαν λευκή περιστερά μετά από όσα κάνατε”, είπε η κυρία Γεννηματά στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ τον οποίο κατηγόρησε ότι με την διακυβέρνησή του επέφερε βαρύ στίγμα στην Αριστερά. Για την απλή αναλογική, η κ. Γεννηματά απάντησε στον Αλέξη Τσίπρα: «Αφού κυβερνήσατε με το μπόνους και τον “αδερφό” σας Πάνο Καμμένο, φέρατε την απλή αναλογική λέγοντας ότι δε θέλετε να συγκυβερνήσετε με κανέναν. Η χώρα χρειάζεται ισχυρή προοδευτική κυβέρνηση».
«Είμαστε πατριωτικό κόμμα. δεν θα συναινούσαμε να παραδοθούν όλα τα όπλα που είχε για το μακεδονικό ο Ανδρέας Παπανδρέου», εξήγησε η κ. Γεννηματά για τη στάση του ΚΙΝΑΛ στη Συμφωνία των Πρεσπών ενώ στο “καρφί” Τσίπρα για διεμβολισμό του κόμματός της από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, είπε ότι στο ΚΙΝΑΛ: “Η επανάστασή μας είναι η επιστροφή της ηθικής”.